Ο γύρος του κόσμου με ένα σομπρέρο

Μια νύχτα του Μαΐου

Μισώ την σχέση που έχουμε στην Ελλάδα με τον κόσμο. “Τι έχεις να πεις για τον υπέροχο κόσμο, ευχαριστούμε τον κόσμο, ο κόσμος θα βοηθήσει, κτλ”. Αν με ρωτήσεις γιατί έγινε ο,τι έγινε στην Πόλη, θα σου πω κι εγώ αυτά που ξέρεις.

Ο Χάμαν μπήκε αλλαγή κι η Λίβερπουλ έπαιξε με 3-4-2-1. Η Μίλαν επαναπαύθηκε, όπως ήταν φυσιολογικό. Ο Τζέραρντ έγινε κρυφός κυνηγός, σκόραρε και κέρδισε ένα πέναλτι. Ο Τραορέ έβγαλε την μπάλα πάνω από τη γραμμή, ο Κάραγκερ άρχισε να κόβει λες και παίζει σε ταινία, ο Τζέραρντ τελείωσε το ματς ως δεξί μπακ, χωρίς να χάσει ούτε μια μονομαχία, ο Σισέ μπήκε αλλαγή, ο Ντούντεκ έκανε την απόκρουση της δεκαετίας. Οι Ιταλοί ήταν άσπροι, ο Κάραγκερ είπε στον Ντούντεκ να κάνει Γκρόμπελαρ, ο Σεφτσένκο έγινε Οιδίποδας, game-over, miracle accomplished.

Αυτά δείχνει το ντοκιμαντέρ. Όμως, δείχνει κι αυτό που έγινε στο ημίχρονο, εκτός χορταριού, τους οπαδούς των κόκκινων να τραγουδούν το You’ll never walk alone. Κι εγώ, που μισώ τις αναφορές στον κόσμο, που ήμουν μέσα εκείνο το βράδυ, θα σου πω πως αυτό το ματς γύρισε πρώτα γι’αυτούς που ήταν στις κερκίδες. Γιατί το τραγούδι τους, που κάποιοι το είπαν απόγνωση, άλλοι προσευχή κι άλλοι απειλή, ήταν όλα αυτά μαζί. “Τι γίνεται, ας γίνει κάτι, κάντε κάτι”.

Κάτι, οτιδήποτε. Κάτι διαφορετικό, γιατί αυτό που συμβαίνει δεν αντέχεται. Κάτι. Αυτή ήταν η προσευχή και ταυτόχρονα η απαίτηση. Γι’αυτό κι όσοι ήταν μέσα στο γήπεδο εκείνο το βράδυ, συμφωνούν σε ένα πράγμα. Το ματς γύρισε και τελείωσε οριστικά στο 3-1. Ούτε στο δεύτερο γκολ, ούτε στο τρίτο, ούτε στην διπλή απόκρουση του Ντούντεκ, ούτε στα πέναλτι. Αυτά ήταν μετασεισμοί, ήταν το τσουνάμι που φτάνει στην παραλία αρκετή ώρα μετά το σεισμό.

Ο σεισμός έγινε στο 3-1. Όταν έγινε το κάτι που περίμεναν αυτοί που ήταν διπλάσιοι από τους Ιταλούς. Αυτοί το ζήτησαν, αυτοί προσευχήθηκαν, αυτοί το προκάλεσαν. Κι όταν επιτέλους ήρθε, η γη σείστηκε, το γήπεδο εξερράγη, η οροφή ξεκόλλησε, οι Κόκκινοι έγιναν Γίγαντες και οι Άσπροι έγιναν Νάνοι. Το κάτι, το μοναδικό γκολ στην ιστορία του ποδοσφαίρου, που μέτρησε για τέσσερα.

(Θέμης Καίσαρης)

(One Night In May: Ένα ντοκιμαντέρ για το βράδυ της 25ης Μαΐου του 2005)

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Champions League, βιντεοθεραπεία, Ιστορίες για το τζάκι

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Πέρα από τα γκολ και τους τίτλους

Στα 12 του ο Λι Τζόνσον ήταν σαν ένα οποιοδήποτε φυσιολογικό παιδί. Πήγαινε σχολείο, οι δάσκαλοι έλεγαν ότι θα έχει λαμπρό μέλλον και πήγαινε στο γήπεδο να δει την αγαπημένη του ομάδα την Έβερτον. Κάπου εκεί στην κεντρική κερκίδα του Γκούντισον έκανε όνειρα. “Αυτό θέλω να κάνω, θα ήθελα να δουλεύω στο ποδόσφαιρο κάποια μέρα” […]

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

Ωδή στον Χένρικ Λάρσον

Είναι ο κορυφαίος Σουηδός ποδοσφαιριστής των τελευταίων 25 ετών και – ίσως – ο εξυπνότερος επιθετικός όσα χρόνια με θυμάμαι να παρακολουθώ ποδόσφαιρο. Ένας “μαέστρος” εντός των τεσσάρων γραμμών. Ένας σεσημασμένος “φονιάς” που έσπερνε τον τρόμο σε όλους τους αντίπαλους τερματοφύλακες και αμυντικούς. Μια ποδοσφαιρική ιδιοφυϊα που όσοι τον πρόλαβαν να αγωνίζεται έχουν μόνο καλά […]

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

7 σχόλια σχετικά με το “Μια νύχτα του Μαΐου”

  1. Ο/Η balkou λέει:

    Κάτσε να το δω πριν το σβήσει ο Ελάιαθ!

  2. Ο/Η deceiver λέει:

    O λόγος που παρακολουθούμε ποδόσφαιρο και που κάνουμε χιλιόμετρα για να είμαστε στο πλευρό της ομάδας μας είναι η βαθιά πίστη ότι ο Dudek, ο Luis García, ο Šmicer, o Hamann και ο Baroš, γύρισαν αυτό το ματς από 3-0 στο ημίχρονο, διασύροντας εκείνη την απίστευτη ομάδα της Milan επειδή οι scousers τραγούδησαν στο ημίχρονο το “You ‘ll never walk alone”.

  3. Ο/Η duendes λέει:

    Κι εγώ είμαι απ’ αυτούς που θεωρούν ότι “ο κόσμος δεν παίζει μπάλα” κι όλα τα σχετικά αλλά έχουν υπάρξει φορές που έχω ανακαλέσει.

    Απλά, όπως όλα στη ζωή, αυτές οι φορές είναι υποκειμενικές. Η όλη στάση απέναντι στο θέμα νομίζω ότι έχει σχέση και με το πόσο αγαθά και ρομαντικά αντιμετωπίζεις το ποδόσφαιρο (και τη ζωή).

  4. Ο/Η Stefanos λέει:

    Είμαι φίλος της Μίλαν από παιδάκι, όταν με πήρε ο πατέρας μου στο ΟΑΚΑ και είδαμε το 4-0.

    Εκείνο το βράδυ του 2005 δε το ξεχνάω ποτέ. Ήμουν φοιτητής, κανείς δεν ασχολιόταν με το ματς (Τετάρτη έγινε). Είχαμε κανονίσει να πάμε μπουζούκια (φοιτητές και 2005, πόσο διαφορετικά από σήμερα!) Το ματς το βλέπω μόνος μου στο σπίτι, ψιλοντυμένος ήδη έτοιμος και πίνοντας και 1-2 ουϊσκάκια.

    Τα όσα γίνονται στο ημίχρονο δεν τα πιστεύω. Τους έχουμε τσακίσει. Η ομάδα σκοράρει 4 γκολ (ο επόπτης ακυρώνει ένα του Σέβα για οφσαίντ -βρίζω γιατί θυμάμαι το ακυρωμένο to 2003 για παθητικό -τότε- οφσάιντ). Η μπάλα που παίζει η Μίλαν δεν περιγράφεται. Το τρίτο γκολ (Καφού από δεξί μπακ με τη μία στον Πίρλο, πίρλο με τη μία στον Κακά, που κοντρολάρει περνώντας τη μπάλα κάτω από τα πόδια του, με τη μία πάσα στον Κρέσπο που περνά 2 εκατοστά από το τελείως απλωμένο πόδι του Κάραχερ, ο Ντούντεκ βγαίνει, ο Κρέσπο δε τον λυπάται, με τη μία κι αυτός τσίμπημα της μπάλας -αν ποτέ με ρωτήσουν την κλισέ ερώτηση “ποιο είναι το πιο ωραίο γκολ που είδες ποτέ;” αυτό θα απαντήσω).

    Δεύτερο ημίχρονο ξεκινά και ο Σέβα χάνει το 5ο γκολ (βασικά βγάζει ο Ντούντεκ ένα φάουλ) και αρχίζει το “σύνδρομο Λα Κορούνια” (όσοι ασχολούνται με τη Μίλαν δε το είδαν πρώτη φορά το έργο -είχε παιχτεί πρεμιέρα την άνοιξη του 2004). Η Λίβερπουλ το πάει στο 3-3 και κλείνεται πίσω, σαφώς ορκισμένη να το πάρει στα μπέναλντι.

    Στην παράταση ο Αντσελότι τους ηρεμεί, δε φοβάται τον αντίπαλο (τι να φοβηθεί άλλωστε εκείνη η Μίλαν από εκείνη τη Λίβερπουλ). Η ομάδα ΞΑΝΑΠΑΙΖΕΙ ΜΠΑΛΑ. Μετά από 3 γκολ ανατροπή, παίρνει την πρωτοβουλία για να το κάνει 4-3. Ο Σέβα χάνει εκείνο το διάσημο γκολ (“απόκρουση” του Ντούντεκ) και στα πέναλτι δεν έχει κουράγιο πλέον κανείς. Αστοχεί ο Σερζίνιο, ο Σέβα και νομίζω ο Πίρλο (το δεύτερό μας). Τέλος.

    Στα μπουζούκια πήγα. Αλλά θυμάμαι ακόμα, με ένα αίσθημα ασαφές. Στα χαμένα. Δε χωνευόταν με τίποτα (σαν κάτι κακές, εκτός λογικής ήττες στο μπάσκετ στα τελευταία 10″).

    Η ομάδα, και μπράβο της, δεν άκουσε τίποτα. Την επόμενη χρονιά έμεινε έξω από τον τελικό από ένα γκολ του Ζιουλί σε διπλό ημιτελικό με τη Μπάρσα, στον επεναληπτικό του οποίου έγινε η πρώτη “ομορφιά” από τις 2-3 που χρειάστηκαν για να πάρει η Μπάρσα τα 3 CL της (ακυρώθηκε γκολ του Σέβα με κεφαλιά, για επιθετικό στον Πουγιόλ, που δε τον αγγίζει, στο 80′ με το σκορ 0-0 και το συνολικό σκορ 1-0 υπέρ των γηπεδούχων). Το 2007 στην “εκδίκηση” (τι να εκδικηθείς από αυτή την ομάδα, και πάλι) ήμουν μέσα στο ΟΑΚΑ. Αναβίωση του 1994, χωρίς τον πατέρα μου αυτή τη φορά, και σε πολύ καλύτερη θύρα. Με είχαν μάλιστα από την πλευρά των Liverpudlians. Τι χαρά να το πανηγυρίζω μπροστά τους!!! Βέβαια, σα ματς χάλια. Η Μίλαν είχε ήδη πέσει και το πήρε μόνος του ο Κακά με εκτελεστικό όργανο τον Πίπο στην τελευταία του μεγάλη παράσταση. Αλλά μετά πήγα στο πέταλο των ροσονέρι, ήρθαν οι παίκτες με το κύπελλο μπροστά μας, τρελαθήκαμε.

  5. Ο/Η Elaith λέει:

    Προς απάντηση του balkou να πω ότι ήμουν μέσα στον τελικό του ΟΑΚΑ ως “ουδέτερος”

  6. Ο/Η balkou λέει:

    Το ξέρω αφού σε βρήκα απ’όξω 🙂

  7. Ο/Η Στεφανία λέει:

    Είχα σώσει αυτό το άρθρο στα bookmarks, και το τσέκαρα πρώτη φορά σήμερα. Είδα όλο το βίντεο, κι ευτυχώς που υπάρχει ακόμα, γιατί είναι πραγματικά ένα από τα ωραιότερα.

    Έγινα Λίβερπουλ, παραδόξως, το 2006, αφότου άκουσα το όνομα “Στίβεν Τζέραρντ” συνδυασμένο με κάποιο βίντεο κάποιου γκολ ή αγώνα που έπαιξε. Αγάπησα αυτόν, και τα χρώματα που φορούσε. Έζησα εξ αποστάσεως τον τελικό της Αθήνας (ακόμα τότε δεν έβλεπα ενεργά, αλλά έλεγα ότι στήριζα Λίβερπουλ), αλλά δεν σταματούσα να ακούω για το θαύμα της Κωνσταντινούπολης γενικότερα στα χρόνια που ακολούθησαν. Άρχισα να παρακολουθώ ενεργά λίγο πριν το τέλος της σεζόν 2013 – 2014, με το περιβόητο γλίστρημα. Φοβερό timing. Ακόμα θυμόμουν για την Κωνσταντινούπολη κι αναρωτιόμουν αν θα ζούσα ποτέ κάτι παρόμοιο. Η απάντηση ήρθε με τον Κλοπ ενάντια στη Ντόρτμουντ το 2016, και με τη Μπαρτσελόνα το 2019, που το έζησα ακόμα περισσότερο.

    Ήθελα να πω ευχαριστώ για το άρθρο, και πολύ περισσότερο για το βίντεο! Σας αφήνω με μία νότα πίκρας, γιατί είμαι σίγουρη ότι έχετε δει κι εσείς πολλά σχόλια. Το μόνο που με στενοχωρεί με το διαδίκτυο και την ελευθερία λόγου του, είναι που επέτρεψε σε άτομα να λένε περί στημένων, περί πλήρους τύχης και “η Μίλαν το έχασε”, χαλώντας έτσι τη μαγεία που έχουν τα σπορ και δηλητηριάζοντας τις εμπειρίες κάποιων. Το θεωρώ απόλυτα κατανοητό να πεις την οποιαδήποτε κακία αν είσαι οπαδός της ομάδας που έχασε, αλλά για μερικούς απορώ καν αν αγαπάνε το άθλημα γενικότερα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *