Ο γύρος του κόσμου με ένα σομπρέρο

Όταν το Μαρακανά έγινε ροντέο

Δύο από τις σταθερές του λατινοαμερικάνικου ποδοσφαίρου είναι ότι πρέπει να παίζεται συνέχεια ποδόσφαιρο κι ότι οι “βεντέτες” μεταξύ των παικτών κρατούν καιρό. Μεταξύ του 1956 και του 1970 έλαβε χώρα η διοργάνωση με το όνομα “Κύπελλο του Ατλαντικού” στην οποία έπαιζαν κατά κύριο λόγο η Αργεντινή, η Βραζιλία και η Ουρουγουάη (γιατί ποτέ τα μεταξύ τους ματς δεν είναι αρκετά), αλλά και η Παραγουάη, παρ’ ότι αν δεν κάνω λάθος δεν βρέχεται ούτε από τον Ατλαντικό, ούτε από κάποια άλλη θάλασσα. Μη φανταστείτε ότι το κύπελλο γινόταν συχνά. Το κάναμε μια φορά το 1956, μια ακόμα το 1960 και το θυμηθήκαμε μετά από άλλα 16 χρόνια το 1976. Από τότε δεν έχει ξαναγίνει, αλλά με τις γραφικότητες του Κόπα Αμέρικα, δεν θα μου κάνει εντύπωση το 2056 να το ξαναδούμε για κάποιο επετειακό “σεντενάριο”.

Η ιστορία που θα διηγηθούμε σήμερα έγινε στο τελευταίο Κόπα ντελ Ατλάντικο της ιστορίας. Οι τέσσερις ομάδες έπαιξαν μίνι πρωταθληματάκι με διπλούς αγώνες και κανονική βαθμολογία, ξεκινώντας το Φεβρουάριο και τελειώνοντας τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς. Στο πρώτο ματς μεταξύ Ουρουγουάης και Βραζιλίας στο Μοντεβιδέο, οι Βραζιλιάνοι επικράτησαν με 1-2. Από δω και πέρα οι διηγήσεις έχουν διαφορά ανάλογα από ποια πλευρά τις διαβάζεις, αλλά θα προσπαθήσουμε να είμαστε όσο πιο πιστοί στα γεγονότα.  Το πρώτο παιχνίδι είχε τρεις αποβολές, μία εκ των οποίων ήταν αυτή του Ριβελίνο που πάτησε τον Μουνίς, εξοργίζοντας τους Ουρουγουανούς που κάτι τέτοια δεν τα ξεχνούν.

Στο δεύτερο ματς στο Μαρακανά εμφανίστηκαν προετοιμασμένοι. Όπως διηγήθηκε χρόνια αργότερα ο Χέμπερτ Ρεβέρτια (που μπήκε αλλαγή σε εκείνο το ματς), αρκετοί παίκτες της ομάδας έφαγαν ώρες με γυαλόχαρτο στο χέρι, για να κάνουν τις μεταλλικές τάπες στα παπούτσια τους πολύ αιχμηρές. Η Ουρουγουάη ήταν αυτή που βρέθηκε μπροστά στο σκορ με μια γκολάρα του Τόρες και πήγε στα αποδυτήρια με 0-1. Λίγα λεπτά αργότερα ο δυστυχής Μάρκος Αντόνιο βρέθηκε κάτω από ένα φάουλ Ουρουγουανού και ένας δεύτερος Ουρουγουανός, ο Νταρίο Περέιρα, προσγειώθηκε κατά λάθος (λέμε τώρα) στην πλάτη του Μάρκος Αντόνιο και με τα δύο πόδια (και φυσικά με τις μυτερές τάπες). Ο έξαλλος Ριβελίνο πήγε και τράβηξε το μαλλί του Περέιρα κι η πρώτη φασαρία της ημέρας ήταν γεγονός.

Η Βραζιλία μετά από μία ωραία προσπάθεια του Ριβελίνο και ένα πολύ καλό σουτ ισοφάρισε σε 1-1 στο 2ο ημίχρονο. Λίγα λεπτά αργότερα, ο Βραζιλιάνος διαιτητής (από τον οποίοι οι Ουρουγουανοί είχαν ήδη παράπονα) έδωσε ένα ανύπαρκτο πέναλτι υπέρ της χώρας του. Οι Ουρουγουανοί ήταν έξαλλοι. Ο Ζίκο το εκτέλεσε εύστοχα γράφοντας το 2-1 και το ματς έγινε ροντέο. Οι Ουρουγουανοί έμειναν με 10 παίκτες λίγο αργότερα, με μια μάλλον υπερβολική απευθείας κόκκινη για ένα φάουλ (σε ποιον άλλον) στον Ριβελίνο στο κέντρο του γηπέδου.

Ο Βραζιλιάνος σταρ άνοιξε διαμάχη με τον Σέρχιο “Κολάτσο” Ραμίρες, ενώ λίγο αργότερα του έδωσε και μια αγκωνιά. Στο 89ο λεπτό του παιχνιδιού, ο Ζίκο πήρε την μπάλα λίγο μετά το κέντρο. Ο “λευκός Πελέ” έκανε μια μαγική προσπάθεια περνώντας τρεις αντιπάλους σε ένα σλάλομ βγαλμένο από highlights. Το highlight όμως ήταν τελικά το τέλος της προσπάθειας. Λίγο πριν ο Βραζιλιάνος πατήσει στην περιοχή και βρεθεί τετ-α-τετ, ο Ραμίρες πιστός στο ουρουγουανικό του DNA έκανε ένα δολοφονικό τάκλιν που στη wikipedia πρέπει να μπαίνει στον ορισμό του “ή ο παίκτης ή η μπάλα”. Από αυτά που στο σύγχρονο ποδόσφαιρο σηκώνεσαι, βλέπεις την κόκκινη, δίνεις το χέρι στον διαιτητή και αποχωρείς. Βέβαια, το 1976, ούτε ο κακός Βραζιλιάνος εκείνης της ημέρας δεν έδωσε κόκκινη.

Όπως ήταν λογικό, στο γήπεδο επικράτησε πανικός. Ο Ριβελίνο έτρεξε αμέσως πάνω από τον Ζίκο. Μέσα στο χαμό, ο Ρεβέρτια (με τις μυτερές του τάπες) έριξε μια γρήγορη κλωτσιά στο αριστερό πόδι του Ριβελίνο. Ο Ριβελίνο πιστεύοντας ότι τον χτύπησε ο Ραμίρες του δίνει μία στο πρόσωπο (με το Ραμίρες να ματώνει στα χείλη) και τελικά ο Ραμίρες που έχει θολώσει ακούει το: «Κολάτσο, όχι τώρα. Μόλις τελειώσει το παιχνίδι» και συγκρατείται. Ο διαιτητής ηρωικά ηρεμεί την κατάσταση χωρίς χρήση κάρτας (!!) και το φάουλ εκτελείται. Η Ουρουγουάη παίρνει την μπάλα, αλλά ο διαιτητής δεν αφήνει το παιχνίδι να συνεχιστεί και σφυρίζει τη λήξη. Τη στιγμή του σφυρίγματος την μπάλα την έχει ο “Κολάτσο” Ραμίρες και ο Ριβελίνο είναι λίγο πιο δίπλα του.

“Ήμουν μόλις 24, γεμάτος αδρεναλίνη και ορμόνες. Θυμήθηκα τι είχε συμβεί και απλά έτρεξα”
– Σέρχιο Ραμίρες, σε συνέντευξή του στη Globo το 2011

Ο Ριβελίνο κινείται προς τα αποδύτηρια. Ο Ραμίρες αφήνει την μπάλα και σαν τρελός γυρίζει προς το μέρος του εχθρού. Κάποιοι συμπαίκτες του τρέχουν να τον προλάβουν, ο Ριβελίνο αντιλαμβάνεται ότι έρχεται το τέλος και κάνει την πιο γρήγορη κούρσα της ζωής του, ενώ ο Ραμίρες τον κυνηγά να τον πιάσει. Τόσο γρήγορη, που κατεβαίνει τα σκαλιά των αποδυτηρίων με τον… κώλο, καθώς έχει γλιστρήσει, σε ένα τρομερά κωμικό στιγμιότυπο. Αναπληρωματικοί και διάφοροι… περαστικοί εμποδίζουν τον Ραμίρες και αρχίζει ένα σκηνικό από ταινία δράσης με μπουνιές και κλωτσιές. Γρήγορα έρχονται κι οι άλλοι παίκτες (ο θηριώδης τερματοφύλακας της Βραζιλίας Ζαΐρο ξεχωρίζει) και πέφτει το ξύλο της αρκούδας. Ο Ρεβέρτια τρέχει να μπει στα αποδυτήρια και να σωθεί όταν βλέπει έναν δημοσιογράφο να κραδαίνει το μαγνητοφωνάκι στο χέρι και να έρχεται κατά πάνω του. Χωρίς δεύτερη σκέψη του δίνει μια γερή στο πρόσωπο και κατεβαίνει τις σκάλες, βγάζοντας και τη φανέλα του για να μην τον αναγνωρίσουν. Οι Ουρουγουανοί κλειδώνονται στα αποδυτήρια. Οι Βραζιλιάνοι χτυπούν τις πόρτες φωνάζοντας “Αστυνομία, αστυνομία, ανοίξτε”. Η απάντηση είναι “δεν είμαστε τρελοί για να ανοίξουμε”.

Οι Βραζιλιάνοι… διαπραγματεύονται: “Ας έρθουν έξω το 6 και το 16 (Ραμίρες και Ρεβέρτια) και θα ηρεμήσουν τα πράγματα”. Οι Ουρουγουανοί τελικά αποδέχονται (στον πόλεμο πρέπει να θυσιάζεις μερικούς στρατιώτες). Οι δυο παίκτες συλλαμβάνονται, μπαίνουν στο περιπολικό και πηγαίνουν στο τμήμα όπου γίνεται χαμός. Ο δημοσιογράφος που ο Ρεβέρτια χτύπησε είναι μες τα αίματα, με πρησμένο το στόμα του, τέσσερα σπασμένα δόντια και δεν μπορεί να μιλήσει. Κιμπάρης όμως, πείθεται τελικά να μην κάνει μήνυση. Ο Ρεβέρτια εκμυστηρεύεται στο Ραμίρες ότι αυτός χτύπησε κρυφά το Ριβελίνο και ο “Κολάτσο” γελάει. Οι παίκτες τελικά αποχωρούν, κουρασμένοι, με τον Ραμίρες να έχει μελανιάσει από το ξύλο που έφαγε. Όπως λέει ο Ρεβέρτια: “γράψαμε κι εμείς τη δική μας ιστορία στο Μαρακανά”.

Ο Ραμίρες, ως κόουτς πια, δίνει εντολές…

Η Βραζιλία τελικά κατακτά τον τίτλο στα επόμενα παιχνίδια. Ο Ραμίρες την επομένη του ματς φιγουράρει σε όλες τις βραζιλιάνικες εφημερίδες να κυνηγά τον Ριβελίνο. Μια που ο Ριβελίνο ήταν παίκτης της Φλουμινένσε, η Φλαμένγκο, ως “μεγάλη αντίπαλος” δεν θέλει να χάσει την ευκαιρία και τον παίρνει με μεταγραφή μερικούς μήνες αργότερα. Ο Ραμίρες είχε γεννηθεί κοντά στα σύνορα των δύο χωρών, σε ένα μέρος που πολύς κόσμος έχει βραζιλιάνικες καταβολές και μιλάει πορτογαλικά. Μάλιστα, ο Ριβελίνο ήταν από τους αγαπημένους του ποδοσφαιριστές, ο “Κολάτσο” κολλούσε τα αυτοκόλλητά του στο δωμάτιό του. Δεν μπορούσε φυσικά να φανταστεί τότε ότι θα πλακωνόταν στο ξύλο με ένα είδωλό του. Οι δύο παίκτες πάντως τα βρήκαν στην πρώτη τους συνάντηση, ο Ραμίρες ζήτησε συγγνώμη και παρά τις προτροπές από τους οπαδούς της Φλαμένγκο, δεν ξαναχτύπησε βίαια το Ριβελίνο. Έπαιξε για δυο σεζόν στη Φλαμένγκο κατακτώντας και δύο πρωταθλήματα καριόκα. Η διαμάχη αυτή καθόρισε τη ζωή του Ουρουγουανού, καθώς μετά τη Φλαμένγκο έπαιξε και σε άλλες ομάδες και μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας έγινε προπονητής στη Βραζιλία. Έγινε… viral και πάλι, καθώς έδινε πολλές φορές εντολές στους παίκτες του κρατώντας έναν… κώνο για να τον ακούνε καλύτερα. Παράλληλα έγινε και τραγουδιστής και έβγαλε μέχρι και έναν προσωπικό δίσκο. Το παιχνίδι πάντως του 1976 για το κύπελλο Ατλαντικού, πέρασε για πάντα στην ιστορία των ντέρμπι Ουρουγουάης-Βραζιλίας ως πιθανότατα το πιο βίαιο, χάρη στον Ουρουγουανό ποδοσφαιριστή.

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Ιστορίες για το τζάκι, ποδόσφαιρο Λατινικής Αμερικής

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ούτε ένα, ούτε δύο

Όταν δυο μεγάλες και ιστορικές ομάδες συναντιούνται οι πιθανότητες να δεις ένα σπουδαίο παιχνίδι είναι πολλές. Αυτό έγινε χθες στο Μοντεβιδέο στον αγώνα μεταξύ της ιστορικής Πενιαρόλ (κάτοχος πέντε Λιμπερταδόρες και τριών Διηπειρωτικών) και της Εστουδιάντες Λα Πλάτα (κάτοχος τεσσάρων Λιμπερταδόρες και ενός Διηπειρωτικού) στα πλαίσια του φετινού Κόπα Σουνταμερικάνα που πλέον έφτασε στη φάση […]

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

Το πιο σημαντικό πέναλτι στην ιστορία της Αργεντινής

9 Δεκεμβρίου 1962. Το Μπομπονέρα του Μπουένος Άιρες υποδέχεται ακόμα ένα σούπερ κλάσικο. Η Μπόκα περιμένει με άγριες διαθέσεις τη Ρίβερ Πλέιτ σε ένα ματς υψίστης σημασίας μια που κατά πάσα πιθανότητα θα έκρινε και τον τίτλο. Οι δυο μισητοί εχθροί ισόβαθμοι στους 39 βαθμούς και σε περίπτωση ισοβαθμίας (πάρτε ανάσα) το πρωτάθλημα δεν το […]

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

4 σχόλια σχετικά με το “Όταν το Μαρακανά έγινε ροντέο”

  1. Ο/Η Brazilakis λέει:

    Πριν 10 χρόνια, όταν ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με το διαδίκτυο, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν (τι άλλο;) να ψάξω παλιούς αγώνες της Βραζιλίας. Από τους πρώτους που αναζήτησα, ήταν οι μανούρες του 76 με τους ΟυρΑγουανούς και του 81 με τους Αργεντινούς. Τα στιγμιότυπα του συγκεκριμένου αγώνα τα είχα δει στην κλασική ασπρόμαυρη τότε τηλεόραση, αλλά δε θυμάμαι αν ήταν στην εκπομπή του αείμνηστου Φουντουκίδη ή σε Ιταλικό κανάλι, που πιάναμε στο Ιόνιο κάθε καλοκαίρι. Βέβαια τότε, πιτσιρικάς, είχα την εντύπωση ότι τους είχαμε τσακίσει στο ξύλο, αλλά όταν τα ξαναείδα κατάλαβα ότι η Τσελέστε είχε κατεβάσει στον αγώνα αντάρτες -πιθανόν συμπολεμιστές του τιτάνα Μουχίκα από τους Τουπαμάρος· το έλεγε η περδικούλα τους, για να στήσουν τέτοιο τσαμπουκά στο παλιό Μαρακανά.

    Τώρα για τον δημοσιογράφο που τις άρπαξε, αν δείτε, κάποιοι απ’ αυτούς ρίχνουν τις κλωτσιές τους· υπερασπιζόμενοι βέβαια την τιμή της πατρίδας. Πάντως οι συνθέσεις πρέπει να είχαν διαμορφωθεί, εκτός από ποδοσφαιρικά, και με ΜΜΑ κριτήρια, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο μακαρίτης ο Ζαΐρο (ή Μαύρος Πάνθηρας), έπαιξε για πρώτη και τελευταία φορά στην εθνική σ’ αυτόν τον αγώνα. Ακόμα και ο θρυλικός μασέρ Ζάκι Νοκάουτ ρίχνει τις κλωτσιές του, αν κι έχει και τα δυο χέρια πιασμένα με τα σύνεργα της δουλειάς. Αν και, όπως απαιτεί η πολιτική ορθότητα, είμαι κατά της βίας στα γήπεδα, για λόγους ιστορικής δικαιοσύνης επιβάλλεται να αναγνωρίσω και να εξάρω τον ηρωισμό των Ζιλ, Ορλάντο, Τσικάο και Μιγκέλ, για το πάθος και την αυταπάρνηση με τα οποία υπερασπίζονται τα όσια και ιερά της πατρίδας.

    Και κάπου εδώ ξυπνάω στο 2020, βλέποντας στη φυσούνα τον Σουάρες να ασπάζεται σταυρωτά τον Νεϊμάρ, τον Γκοντίν να αγκαλιάζει τον Μιράντα, τον Καβάνι να κάνει πλάκα με τον Σίλβα και τον Μαρκίνιος και στις εξέδρες τα μοντέλα να βγάζουν σέλφις κατά τη διαδικασία των πέναλτις. O tempora o mores!

    ΥΓ. Ο διαιτητής ήταν μια χαρά! Εσύ, ως σεσημασμένος ΟυραγουΑνόφιλος, μπορεί να θεωρείς υπερβολική την κόκκινη -που είναι διπλή κλωτσιά, η πρώτη τον σηκώνει στον αέρα και η δεύτερη τον ξαπλώνει-, αλλά αν έτρωγε μια τέτοια ο Νεϊμάρ, θα ξεκίναγε την τούμπα στο Ρίο και θα την τέλειωνε στο Μανάους –εκτός αν ενδιάμεσα τον άρπαζε καμιά ανακόντα ή κάνας καϊμάνος.

  2. Ο/Η Elaith λέει:

    Επικό έπος το σχόλιό σου.
    Η κόκκινη μου φάνηκε υπερβολική και το πέναλτι μαϊμού. Αλλά ΟΚ, ο τύπος δεν έδωσε κόκκινη για το δολοφονικό τάκλιν στον δόλιο τον Ζίκο. Τι να λέμε τώρα.

  3. Ο/Η CALICO JACK λέει:

    ΦΙΛΕ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΚΑΤΙ…
    ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ, ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΝΤΑΗΛΙΚΙ
    ΤΣΑΜΠΟΥΚΑΣ ΚΑΙ ΞΥΛΟ.
    ΓΙΑΣΑΝ ΣΤΟΥΣ ΜΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΟΥΡΟΥΓΟΥΑΗΣ.
    ΟΧΙ ΟΠΩΣ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕ ΤΙΣ ΦΛΟΡΕΤΕΣ…

  4. Ο/Η Veronica Lodge λέει:

    Garra Charrúa…..

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *