Ωδή στον Λιονέλ Μέσσι
* Ο πρώτος αμυνόμενος είναι καταδικασμένος να αποτύχει από το πρώτο κλάσμα του δευτερολέπτου που αποφασίζει να πέσει με φόρα προς το δεξί πόδι του Αργεντινού. Ο Μέσσι, πολύ πιθανόν χωρίς να χρειαστεί καν να μπει στην διαδικασία της σκέψης του τι πρέπει να κάνει για να αποφύγει το πόδι του αντιπάλου, του κάνει μια ντριπλίτσα από αυτές που έχει αποδείξει ότι θα μπορούσε να κάνει ακόμα και μέσα σε ασανσέρ, και όχι τα ευρύχωρα, σύγχρονα αλλά τα παλιά που χωρούσαν με το ζόρι 1,5 άτομο.
* Ο δεύτερος αμυνόμενος είναι και ο πιο πεισματάρης. Αρχικά ξεκινάει αμέριμνος να πιέσει τον αντίπαλο του, κλείνοντας τον προς την γραμμή του άουτ. Στο αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο η παρουσία του στον χωροχρόνο έχει κλονιστεί. Αυτός κατευθύνεται προς μια πλευρά και ο Μέσσι με τη μπάλα στα πόδια προς την αντίθετη. Μαζί με την παρουσία του φυσικά κλονίζεται και ο εγωισμός του, με αποτέλεσμα το κυνηγητό που ακολουθεί και χάρη στο οποίο κερδίζει τον τίτλο του αμυνόμενου με τον περισσότερο χρόνο εμφάνισης στο βίντεο του γκολ. Το κυνηγητό σταματάει μ’ ένα απονενοημένο τάκλιν όταν βλέπει ότι δυο συμπαίκτες του χώνονται κι αυτοί στη φάση.
* Ο τρίτος αμυνόμενος βρίσκεται εκεί κυριολεκτικά κατά λάθος. Αν μπορούσε θα είχε κάτσει στην γωνία για να μπορεί να παρακολουθεί από καλή απόσταση και με την άνεση του όλο το τζέρτζελο. Βλέπει τον Μέσσι να έρχεται με φόρα κατά πάνω του και στο ένα βήμα απόσταση να του σκάει μια ντριπλίτσα προς τα δεξιά του. Η αντίδραση του μπορεί να χαρακτηριστεί και ‘αντίδραση Πόντιου Πιλάτου’. Καμία κίνηση του δεξιού ποδιού για να διώξει τη μπάλα και σήκωμα των χεριών σε χαρακτηριστικό στυλ “όχι παιδιά, εγώ δεν είμαι άξιος να μουντζουρώσω αυτή τη ζωγραφιά, ας το κάνει κάποιος άλλος”.
* Ο τέταρτος αμυνόμενος κάνει ένα πολύ σύντομο, αλλά δυναμικό, πέρασμα από το κάδρο μας. Σε αντίθεση με τον θιασώτη του θεαματικού ποδοσφαίρου προηγούμενο αμυνόμενο, αυτός δεν καταλαβαίνει από συναισθηματισμούς, φρου-φρου, φερ-πλει κι αρώματα. Το ποδόσφαιρο δεν είναι για μπαλαρίνες, όπως έχει πει κι ένας σοφός Ιταλός αμυντικός. Η επέλαση του αντιπάλου όσο εντυπωσιακή κι αν είναι πρέπει να σταματήσει. Δίχως δεύτερη σκέψη κάνει δολοφονικό τάκλιν με το αριστερό πόδι, ελπίζοντας να βρει μπάλα, πόδια ή, ακόμα καλύτερα, και τα δυο. Μισό δευτερόλεπτο αργότερα θα καταλάβει τη ματαιότητα της προσπάθειας του συνειδητοποιώντας, έστω και καθυστερημένα, ότι ο Μέσσι από την αρχή της φάσης είναι ένα κλικ μπροστά από αυτόν, από τους συμπαίκτες του, από τον σκηνοθέτη, από την κάμερα, από όλα τα μάτια που τον παρακολουθούν στο γήπεδο, ίσως ακόμα και από την ίδια του τη σκέψη.
* Ο προ-τελευταίος αμυνόμενος είναι ο τερματοφύλακας. O Λούις Γκαρσία πιάνεται αδιάβαστος. Έχει στη διάθεση του αρκετά δευτερόλεπτα για να συνειδητοποιήσει το deja-vu που εξελίσσεται μπροστά στα μάτια του. Να σκεφτεί ότι σε κάποια ανασκόπηση των Παγκοσμίων Κυπέλλων, κάπου το έχει ξαναδεί αυτό. Όμως δεν το κάνει. Κι έτσι μόλις ο Μέσσι του γνωστοποιεί ότι έφτασε η σειρά του, κάνει ακριβώς αυτό που έκανε και ο αντίστοιχος τερματοφύλακας στην αντίστοιχη φάση 21 χρόνια πριν. Ο Μέσσι προσποιείται ότι θα πλασάρει στην απέναντι γωνία και τελικά περνάει από τα αριστερά του, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ο Μαραντόνα ξεγελούσε τον Πίτερ Σίλτον τότε. Ο Γκαρσία τρώει με τον ίδιο τρόπο την προσποίηση και επιχειρεί μια απέλπιδα προσπάθεια – ολόιδια με του Σίλτον – να τον φτάσει μετά, λες και κάποια αόρατη δύναμη αναγκάζει και τους δυο να πατήσουν πάνω ακριβώς στα ίδια πατήματα με τους πρωταγωνιστές της θρυλικής φάσης του 1986! Το πιθανότερο είναι πως αν ο Σίλτον παρακολουθούσε ζωντανά το παιχνίδι, τη στιγμή του τετ-α-τετ να τσίριξε προς την τηλεόραση του “μη φας την προσποίηση, μη φας την προσποίηση”.
* Ο τελευταίος αμυνόμενος βρίσκεται εκεί αποκλειστικά και μόνο για λόγους ίματζ. Η καριέρα του δεν έχει να επιδείξει και πολλά. Μια μελλοντική συλλογή με τις καλύτερες στιγμές του ίσως να μην φτάσει καν τα δυο λεπτά. Κι όμως η ζωή θα φανεί γενναιόδωρη μ’ αυτόν και θα του δώσει τα τρία δευτερόλεπτα διασημότητας που του αναλογούν για να γεμίσει πολλούς μελλοντικούς χειμώνες δίπλα στο τζάκι με τα εγγόνια του αγκαλιά. Πιθανόν να προλαβαίνει να σκεφτεί πως αν καταφέρει να διώξει τη μπάλα πάνω στη γραμμή, η φάση θα ξεχαστεί μετά από λίγο καιρό, γιατί στη συλλογική μνήμη από το ξεθώριασμα λόγω χρόνου αντέχουν, συνήθως, μόνο τα γκολ. Ίσως γι’ αυτό αποφασίζει να κάνει μια τυπική, για τα μάτια του κόσμου, προσπάθεια μερικές στιγμές πριν καν το δεξί πόδι του Μέσσι ετοιμαστεί για να πλασάρει. Η μπάλα τελικά καταλήγει στα δίχτυα και ο ίδιος εκτός των άλλων γλιτώνει τις κατάρες χιλιάδων ποδοσφαιρόφιλων.
Στην αντίπερα όχθη, στη Μπαρτσελόνα, η αρχική προσπάθεια κάποιων να βοηθήσουν τον Αργεντινό καταλήγει στην όλα-τα-λεφτά αντίδραση του Γκούντγιονσεν. Ελάχιστα βλεφαρίσματα πριν η μπάλα ακουμπήσει τα δίχτυα, ο Ισλανδός, θεατής από πολύ κοντά του τελειώματος της φάσης, πιάνει το κεφάλι του με τον ίδιο τρόπο που λογικά κάποτε το έπιαναν οι συνάδελφοι του Αϊνστάιν, οι ζωγράφοι που σχεδίασαν δίπλα στον Πικάσο, οι συμφοιτητές του Γκαουντί και οι φίλοι μουσικοί του Μότσαρτ.
1 σχόλια σχετικά με το “Ωδή στον Λιονέλ Μέσσι”
νταξ μια καυλα το γκολ αλλα και η σομπρερικη λυρικοτητα του αρθορου κατουραει ποιηση