“Το ποδόσφαιρο είναι ελευθερία”
(Φωτογραφία: David Brooks, 1980)
Σεπτέμβριος 1980, Μαϊάμι, Η.Π.Α.: Μια ομάδα αποτελούμενη από Αμερικανούς και Τζαμαϊκανούς αντιμετωπίζει μια ομάδα από την Αϊτή. Ο Μπόμπ Μάρλει αν και ήδη άρρωστος και καταπονημένος από τον καρκίνο που εξαπλωνόταν σ’ όλο του το σώμα παίζει κανονικά μαζί τους αδυνατώντας να χαλάσει την αγαπημένη του ρουτίνα που συνδύαζε περιοδείες σ’ όλο τον κόσμο με αγώνες ποδοσφαίρου στα διάφορα γήπεδα ή πάρκα που συναντούσε, αγώνες στους οποίους αντιμετώπιζε γνωστούς ποδοσφαιριστές, διασημότητες της εποχής, απλούς εργαζόμενους των περιοδειών ή των δισκογραφικών και οποιονδήποτε βρισκόταν εκεί γύρω και μοιραζόταν το ίδιο πάθος μ’ αυτόν.
(Σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες φίλων και γνωστών, ο Μάρλει όταν δεν ασχολιόταν με τη μουσική του έβλεπε ή έπαιζε ακατάπαυστα μπάλα. Στην Βραζιλία το 1970 έπαιξε στους δρόμους του Ρίο ντε Τζανέιρο, φορώντας την φανέλα της Σάντος με το 10 του Πελέ που του είχαν χαρίσει, μαζί με άλλους μουσικούς, άτομα από την δισκογραφική του και τον εν ενεργεία διεθνή τότε Πάολο Σέζαρ ενώ το 1980 στην τελευταία του περιοδεία στην Αγγλία αρνήθηκε να δώσει οποιαδήποτε συνέντευξη τις μέρες που βρέθηκε στο Λονδίνο επιλέγοντας στην θέση τους να κλείσει ένα κοντινό γηπεδάκι για όλες τις ημέρες και να προκαλέσει σε αγώνα εναντίον της ομάδας του (στην οποία συμμετείχαν τα υπόλοιπα μέλη των Wailers) οποιονδήποτε ενδιαφερόταν να τον γνωρίσει.)
Ελάχιστες μέρες μετά το παιχνίδι αυτό κατέρρευσε ύστερα από μια συναυλία στη Νέα Υόρκη. Πέθανε στο Μαϊάμι μερικούς μήνες αργότερα όντας μόλις 36 χρονών αλλά έχοντας προλάβει να γίνει θρύλος σ’ ένα από τα δυο πράγματα με τα οποία παθιάστηκε περισσότερο στη ζωή του.