Ο πρώτος που το σήκωσε
Κάθε σοβαρή ποδοσφαιρική διοργάνωση τελειώνει με τον αρχηγό των νικητών να σηκώνει το τρόπαιο. Είτε αυτό είναι η πιατέλα για τα λουκάνικα στην Μπουντεσλίγκα, είτε κάποιο πιο κλασσικό κύπελλο, η επίσημη έναρξη των πανηγυρισμών είναι η στιγμή που το “τιμημένο” σηκώνεται ψηλά στον ουρανό. Φαντάζομαι πολλοί από εμάς αγνοούμε πώς ξεκίνησε αυτό το “έθιμο”. Σύμφωνα λοιπόν με την ποδοσφαιρική ιστορία, ο άνθρωπος στον οποίο χρωστάμε αυτή τη συνήθεια είναι ο Χιλντεράλδο Λουίζ Μπελίνι. Με μια μεγάλη καριέρα στη Βάσκο ντα Γκάμα και τη Σάο Πάολο, ο Μπελίνι ήταν ο αρχήγος της Σελεσάο όταν σήκωσε το 1ο της Μουντιάλ το 1958. Τότε σε μια κίνηση πρακτική, ώστε το κύπελλο να φωτογραφηθεί σωστά με κάθε λεπτομέρεια από τους φωτορεπότερ το σήκωσε ψηλά. Η στιγμή αυτή έμεινε, η συνήθεια ξεκίνησε και ο Μπελίνι έστω και γι’ αυτό (αν δεν αρκεί η σπουδαία του καριέρα στην οποία κέρδισε το Μουντιάλ και το 1962, ενώ συμμετείχε και το 1966) έμεινε για πάντα ζωντανός στην ιστορία. Ο Πελέ (πιτσιρικάς τότε το 1958) δήλωσε ότι η παρουσία τον Μπελίνι τον είχε βοηθήσει πολύ, μια που τον καθοδηγούσε και ο Μπελίνι θεωρείται από τους κορυφαίους αμυντικούς στην ιστορία της Βραζιλίας.
Η ζωή του Μπελίνι όμως μετά το Ζιλ Ριμέ (στη φωτογραφία πιο πάνω είναι το άγαλμά του έξω από το Μαρακανά) είχε και πάλι ποδόσφαιρο. Μετά από μια καριέρα στην οποία κατηύθηνε τις άμυνες και συχνά τελείωνε τα παιχνίδια με τη φανέλα μέσα στο αίμα και το κεφάλι του μπανταρισμένο, ο Μπελίνι δεν μπορούσε να μείνει μακρυά από το beautiful game. Χρησιμοποιώντας τη φήμη του και όσα χρήματα είχε βγάλει από την καριέρα του άνοιξε πολλές ποδοσφαιρικές ακαδημίες στη Βραζιλία μέχρι να αρχίσει να έχει κάποια προβλήματα υγείας.
Όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, ο πρώτος που το διαπιστώνει είναι κάποιος κοντινός σου άνθρωπος. Η γυναίκα του Γκρισέλντα ήταν αυτή που κατάλαβε ότι δεν πάει κάτι καλά, όταν ο σύζυγός της πήγε στο σούπερ μάρκετ και δεν κατάφερε να πάρει όλα τα πράγματα από την λίστα. Τις ίδιες μέρες ήταν καλεσμένος στη βραζιλιάνικη τηλεόραση και θυμόταν με κάθε λεπτομέρεια τις μεγάλες στιγμές του βραζιλιάνικου παρελθόντος. Η Γκρισέλντα βεβαιώθηκε όταν ο Χιντεράλδο δεν θυμόταν ότι είχε κάνει απανωτές αναλήψεις από το ΑΤΜ, με τα χρήματά να βρίσκονται στις τσέπες του, και κυρίως όταν άρχισε να ξεχνάει το δρόμο για το σπίτι. Ο Μπελίνι διαγνώστηκε με Αλτζχάιμερ.
Μετά από 15 χρόνια μάχης με την ασθένεια, εκ των οποίων τα πέντε τελευταία χωρίς να μπορεί να κάνει οτιδήποτε, ο Μπελίνι πέθανε τελικά από ανακοπή τον περασμένο Μάρτιο, ανάμεσα στους συγγενείς του εκ των οποίων δεν αναγνώριζε κανέναν. Η οικογένειά του φρόντισε να δωρίσει τον εγκέφαλο του ώστε να μελετηθεί και να βοηθήσει στην καταπολέμηση της ασθένειας. Οι επιστήμονες ανακοίνωσαν πριν λίγες μέρες κάτι αρκετά ενδιαφέρον. Ο Μπελίνι έπασχε εντέλει από χρόνια τραυματική εγκεφαλοπάθεια, μια ασθένεια που παρουσιάζεται κυρίως σε αθλητές ράγκμπι, πάλης, χόκεϊ επί πάγου και γενικά αθλημάτων με συγκρούσεις. Είναι μια εκφυλιστική νόσος που οφείλεται στα συχνά χτυπήματα στο κεφάλι και σε διασείσεις που μπορεί να έχει υποστεί κάποιος και δυστυχώς η διαφορική της διάγνωση γίνεται μόνο μετά θάνατον όπως και στην περίπτωση του Βραζιλιάνου. Για έναν μαχητικό ποδοσφαιριστή που έδινε κάθε ικμάδα δύναμης μέσα στον αγωνιστικό χώρο, είναι δυστυχώς άσχημο να ζει για τόσα χρόνια με προβλήματα που απέκτησε από τη δουλειά του. Είναι όμως η πρώτη φορά που η συγκεκριμένη νόσος βρίσκεται σε έναν επαγγελματία ποδοσφαιριστή (υπάρχει μια περίπτωση ακόμα ενός ημι-επαγγελματία που έχασε τη ζωή του στα 29) και δυστυχώς η δεύτερη πρωτιά για τον Μπελίνι, αυτή τη φορά ήταν δυσάρεστη. Μπορεί όμως να βοηθήσει ώστε να προστατεύονται καλύτερα οι παίκτες στο μέλλον, αν και μεταξύ μας οι συνθήκες του 1960 απέχουν πάρα πολύ από αυτές του σήμερα, ώστε να αποφεύγονται τέτοια προβλήματα έγκαιρα (στο μυαλό μου έρχεται αμέσως ο Τσεχ με το κασκέτο του).
1 σχόλια σχετικά με το “Ο πρώτος που το σήκωσε”
Tι γυναίκα αυτή η Νταϊάν Σώυερ…εγώ γιατί έχω την εντύπωση ότι το κασκέτο που φοράει ο Τσεχ κανονικά είναι στον εξοπλισμό των τερματοφυλάκων, όπως ας πούμε το σπασουάρ; Απλά δεν το φοράει κανείς από την δεκαετία του ’40 και μετά;