Ένα μεσημέρι στο Λεβερκούζεν
Περπατώντας στους δρόμους κοντά στην Bayarena του Λεβερκούζεν πετυχαίνεις ένα φαγάδικο με μια μεγάλη επιγραφή που λέει “GYROS”. Αυτή είναι και η τελευταία ομοιότητα μεταξύ ενός ποδοσφαιρικού αγώνα εκεί και ενός στην Ελλάδα. Παρ’ ότι είχα εντυπωσιαστεί στα προηγούμενα παιχνίδια ποδοσφαίρου που παρακολούθησα στη Γερμανία, αυτή τη φορά περίμενα κάτι λιγότερο ενδιαφέρον. Όπως και να ‘χει, άλλο το Μόναχο ή το Βερολίνο και άλλο το Λεβερκούζεν που το έχω συνδυάσει με τον αγαπημένο Φερνάντο Νάβας και το 4-4 της ΑΕΚ πριν αρκετά χρόνια. “Έλα μωρέ τώρα ποιο Λεβερκούζεν, η Τρίπολη της Γερμανίας” θα έλεγε κανείς.
Η Λεβερκούζεν έχει παίξει με αρκετές ελληνικές ομάδες
Η αλήθεια ήταν διαφορετική και εμφανής αρκετά πριν μπει κάποιος στο γήπεδο. Παρ’ ότι το Λεβερκούζεν δεν διεκδικεί βραβείο ομορφιάς ως πόλη και έχει λίγους σχετικά κατοίκους, η οργάνωση είναι εντυπωσιακή. Το γήπεδο είναι στα όρια μιας κατοικημένης περιοχής και όλοι οι παρακείμενοι δρόμοι ήταν κλειστοί με κολωνάκια και ανθρώπους με στολές που δεν σε άφηναν να μπεις εκεί με το αυτοκίνητό σου. Καλή η μπάλα, αλλά υπάρχουν και κάτοικοι και δεν έχουν όρεξη να τους ενοχλείς. Αν δεν θες να ψάχνεις για κοντινό παρκάρισμα, ένα λεωφορείο σε μεταφέρει από το ειδικό πάρκινγκ που βρίσκεται σε σχετικά μεγάλη απόσταση από το γήπεδο. Παρά το γεγονός ότι η κίνηση δεν ήταν μεγάλη όπως κοντά στα ελληνικά γήπεδα, ένιωθες ότι πλησιάζεις στο γήπεδο αφού σε κάθε γωνιά υπήρχαν οπαδοί της Μπάγερ, όλοι με φανέλες της, που έπιναν τις μπύρες τους σε μαγαζάκια που μοιάζουν άλλοτε με παμπ και άλλοτε με συνοικιακά ψιλικατζίδικα. Όταν φτάνεις στο γήπεδο (δίπλα σε ένα ποταμάκι στο οποίο στην Ελλάδα θα είχαν βουτήξει πολλοί οπαδοί σε πεσίματα) διαπιστώνεις ότι το Bayarena είναι αρκετά όμορφο και “ντιζαϊνάτο”.
“Και τους κάναμε ντου παιδιά και πέσανε στο ποτάμι”
Υπάρχουν παντού εθελοντές φίλοι της ομάδας έτοιμοι να σε βοηθήσουν και να σε κατευθύνουν στην σωστή θύρα και εννοείται ότι υπάρχουν τουρνικέ και έλεγχος ο οποίος είναι αρκετά σοβαρός χωρίς όμως να νομίζεις ότι πας για πόλεμο. Όταν μπεις στον περιβάλλοντα χώρο μπορείς είτε να προμηθευτείς με άφθονη μπύρα, είτε να πας στην μπουτίκ, είτε ακόμα να… παρκάρεις το παιδί σου, μια που υπάρχει κλειστός παιδότοπος με υπαλλήλους που φροντίζουν τα παιδιά, ενώ εσύ είσαι μέσα και βλέπεις μπάλα. Ξενέρωτα πράγματα, μοντέρνο ποδόσφαιρο και φλώροι ξένοι; Αν το μοντέρνο ποδόσφαιρο σημαίνει να μπορεί κάποιος εύκολα να δει την αγαπημένη του ομάδα χωρίς να του πιάσουν τον κώλο και να τον θεωρούν κατώτερο ον, τότε ναι το θέλω.
Γιατί στη Γερμανία τουλάχιστον ακόμα σε σέβονται και δίνοντας 29€ κάθεσαι σε κεντρική θύρα ακριβώς στην μέση σε απόσταση ικανή να χαϊδέψεις το μαλλί του προπονητή Ρότζερ Σμιντ και να του πεις γύρνα το σε 4-4-2 και να σε ακούσει. Υπάρχουν προφανώς και φτηνότερα εισιτήρια αν δεν έχεις τέτοιες απαιτήσεις, καμία σχέση με τις τιμές της Αγγλίας και τις παροχές της Ελλάδας. Και πας σε γήπεδο όμορφο, ποδοσφαιρικό, που δεν έχει σπασμένα καθίσματα, δεν βρωμάει και δεν φοβάσαι μην σου έρθει τίποτα στο κεφάλι. Ο κόσμος είναι όλων των ηλικιών και των δύο φύλων, έχει πάρα πολλές γυναίκες, και ο αριθμός των ηλικιωμένων που παρακολουθούν την ομάδα είναι υψηλός, την ίδια στιγμή που στην Ελλάδα το κάνουν σε κάποιο καφενείο (και δεν τους κακολογώ γι’ αυτό). Και εδώ ο Ελληνάρας θα πει “έλα μωρέ τώρα σε γήπεδο πάς, όχι σε γηροκομείο”, αλλά η αλήθεια είναι ότι η ατμόσφαιρα στο μικρό (30.000 θέσεων περίπου), αλλά όχι ταπεινό γήπεδο της Λεβερκούζεν δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από ένα μεσογειακό γήπεδο και το ίδιο ισχύει στις περισσότερες έδρες της Μπουντεσλίγκα. Το κατάμεστο πέταλο της Νορντ Κούρβε είναι όρθιο και τραγουδάει συνέχεια και η ατμόσφαιρα είναι πολύ ποδοσφαιρική, ακόμα και στα φολκλορικά τραγούδια που μπαίνουν στα γκολ (στη χώρα που έκανε επιτυχία ο Ντέιβιντ Χάσελχοφ δεν περίμενα κάτι άλλο). Στην ατμόσφαιρα φυσικά βοηθάει και το θέαμα και παρ’ ότι στον αγώνα που είδα το δόλιο Αννόβερο έγινε σάκος του μποξ μαζεύοντας τέσσερα γκολ, έβλεπες ένα ματς χωρίς πολύ χαμένο χρόνο, χωρίς παίκτες να κάνουν πέντε λεπτά να σηκωθούν, χωρίς πολλά φάουλ. Μπορεί να μην ήταν μαγικό το ποδόσφαιρο, αλλά είχε ρυθμό και αυτό μετράει πολύ.
Στο ημίχρονο εννοείται το μισό γήπεδο αδειάζει. Πρέπει να αναπληρωθούν οι μπύρες. Το σύστημα το είχα δει και στο Αλιάνζ και παρ’ ότι είμαι σίγουρος ότι κάποια εταιρεία έκανε έρευνα και βρήκε ότι είναι αποδοτικό, προσωπικά το βρίσκω χαζό. Πηγαίνεις πρώτα και αγοράζεις μια κάρτα στην οποία βάζεις ένα ποσό και στη συνέχεια πας με την κάρτα να αγοράσεις είτε την μπύρα σου, είτε το βουρστ σου. Το γεγονός ότι σε άλλο μέρος πουλάνε το ποτό και σε άλλο το λουκάνικο είναι ανεξήγητο (ειδικά αν είσαι Έλληνας που δεν το κατέχεις). Το χειρότερο όλων είναι ότι αν σου μείνουν χρήματα στην κάρτα, πρέπει φεύγοντας να πας σε ένα άλλο μέρος και να στηθείς για 4η φορά στην ούρα ώστε να πάρεις πίσω το ποσό που έμεινε. Τέσσερις ουρές φίλοι Γερμανοί για μια μπύρα και ένα λουκάνικο ούτε στην Εφορία τελευταία μέρα των δηλώσεων. Προφανώς οι ντόπιοι το έχουν μάθει καλύτερα, αλλά ως τουρίστας έκανα κάτι που σιχαίνομαι και μπήκα αργοπορημένος στο 2ο ημίχρονο. Ακόμα θυμάμαι την 60χρονη θεία στην πίσω σειρά που με το σκορ ήδη άνετο για την Λεβερκούζεν μου έκανε νόημα να κάτσω γρήγορα γιατί δεν έβλεπε. Είχε κάθε δίκιο, αφού κι εγώ όταν βλέπω την ομάδα μου δεν θέλω γελοίους τύπους που μασουλάνε να μου κόβουν το οπτικό πεδίο.
Εξιλεώθηκα όμως ως Έλλην όταν ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, που έκανε γενικά πολύ καλό ματς, κάρφωσε το γκολάκι και το πανηγύρισα φωνάζοντας “Πάμε ρε Κυριάκο Ελλαδάρα” σπάζοντας κάθε γραφικόμετρο. Ευτυχώς μερικά λεπτά αργότερα μου πήρε το ρεκόρ ένας Κορεάτης μερικές σειρές παρακάτω, κουνώντας μια σημαία της Ν. Κορέας γεμάτος χαρά όταν σκόραρε ο συμπατριώτης του Σον. Το γκολ βέβαια ήταν οφσάιντ και ακυρώθηκε και πήρε λίγη ώρα μέχρι να του το εξηγήσουν οι δίπλα. Το παιχνίδι τελικά έληξε με 4-0, ο κόσμος το διασκέδασε (όχι τόσο οι οπαδοί των φιλοξενούμενων που έχουν πάνω από 10 παιχνίδια χωρίς νίκη) και κυρίως έφυγε από το γήπεδο ικανοποιημένος. Τόσο ως φίλαθλος-πελάτης που δεν έχασε τον χρόνο του και τα λεφτά του, αλλά και ως φίλος του ποδοσφαίρου γιατί αν γουστάρεις μπαλίτσα, ατμόσφαιρα και όχι κάτι παντελώς εμπορευματοποιημένο όπως η Πρέμιερ Λιγκ, τότε η Γερμανία είναι αυτή την στιγμή ό,τι καλύτερο στην Ευρώπη. Και το λέει κάποιος που δεν έχει καμία ιδιαίτερη συμπάθεια σε γερμανικές ομάδες (ειδικά την εθνική τους).
4 σχόλια σχετικά με το “Ένα μεσημέρι στο Λεβερκούζεν”
Οκ το γήπεδο ακριβώς όπως τα λες και όχι μονο στην Bayarena,αλλά το ίδιο και στο διπλάσιου μεγέθους Esprit Arena του Dusseldorf.Αλλά σαν πόλη είναι τραγικότατη,πρέπει να είσαι μόνο φαν του Νταράλα για να μείνεις εκεί μόνο καθαρά απο νοσταλγία.Άσε που στα 25 χλμ είναι το Dusseldorf και στα 30 (απο την άλλη μεριά) η Κολωνία.Α και αν κλείσει η Bayer (οκ σενάριο sci-fi) το Leverkuzen θα εξαφανιστεί απο προσώπου γης.
Μα το έγραψα και στο κείμενο, δεν λέει τίποτα σαν πόλη. Η Κολωνία δεν έχει καμία σχέση σαν πόλη, κλάσεις ανώτερη.
σας ζηλεύω ρε
σωστοτατος ο elaith!;)