Ο Γερμανός που Πήγε να Ξεκινήσει τον Τρίτο Παγκόσμιο
Ο Μπερτ Τράουτμαν ήταν από τους πρώτους παίχτες που έκαναν καριέρα σε ξένο σύλλογο. Γεννημένος το 1923 σε ένα χωριό κοντά στη Βρέμη υπήρξε ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους, ίσως και μισητούς ποδοσφαιριστές, τόσο στη Γερμανία, όσο και στην Αγγλία που αγωνίστηκε μετά. Αυτό διότι το 1942 κατατάσσεται στη Λουφτβάφε και υπηρετεί στα Ναζιστικά στρατεύματα ως αλεξιπτωτιστής. Αρχικά τον στέλνουν στο Ανατολικό μέτωπο, όπου κερδίζει 5 μετάλλια, συμπεριλαμβανομένου ενός Σιδηρούν Σταυρού, ενώ αναρριχάται στο βαθμό του λοχία. Κατά τη διάρκεια της Σοβιετικής αντεπίθεσης και ενώ στο τάγμα του από τα 1000 άτομα επιζούν οι 300, μεταφέρεται στο Δυτικό μέτωπο. Εκεί, καθώς ο πόλεμος πλησιάζει στο τέλος του, πιάνεται αιχμάλωτος από τους Βρετανούς, ο ένας από τους 90 επιζώντες πάλι της μονάδας του, που τον πηγαίνουν σε στρατιωτική φυλακή στο Λάνκασιρ.
Καθώς τελειώνει ο πόλεμος οι Βρετανοί του προτείνουν να επαναπατριστεί, ο ίδιος το αρνείται και αρχίζει να δουλεύει ως εργάτης σε μία φάρμα της περιοχής, να βοηθάει στην καταστροφή πυρομαχικών στη μονάδα που ήταν κρατούμενος και να παίζει ως τερματοφύλακας στον τοπικό ερασιτεχνικό σύλλογο της Σεντ Χέλεν. Οι εμφανίσεις του προκαλούν το ενδιαφέρον της Μάντσεστερ Σίτυ, και οι Σίτιζενς τον αγοράζουν τον Οκτώβρη του 1949. Ο ίδιος γίνεται επαγγελματίας και ο πρώτος ποδοσφαιριστής της ιστορίας στην Αγγλία που θα φορέσει Αντίντας, λόγω της προσωπικής σχέσης που είχε με τον Άντι Ντάισλερ.
Οι οπαδοί της Σίτυ βέβαια δεν είδαν με πολύ καλό μάτι τη μεταγραφή. Μόλις τέσσερα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, ο σύλλογος αποκτούσε όχι απλώς πρώην εχθρό, αλλά έναν αξιωματούχο των Ναζί. Οι κάτοχοι διαρκείας ξεκίνησαν μποϋκοτάζ, ενώ στις εξέδρες υπήρχαν πανό και συνθήματα που τον έλεγα «Κράουτ» και «Ναζί». Ο τότε αρχηγός της Σίτυ, Έρικ Ουέστγουντ, που είχε πολεμήσει στη Νορμανδία ισχυρίστηκε πάντως ότι «Δεν υπάρχει πόλεμος στα αποδυτήρια». Ο Τράουτμαν τελικά κέρδισε το σεβασμό του κοινού της Σίτυ με τις (ηρωικές κάποιες φορές) εμφανίσεις του. Έμεινε εκεί μέχρι το 1964 όταν έκλεισε και την καριέρα του και πλέον θεωρείται «Σίτυ Λέτζεντ».
Ο καημός του όμως ήταν να παίξει κάποια στιγμή και με την εθνική ομάδα της Γερμανίας. Το 1953 συναντιέται με τον τότε ομοσπονδιακό τεχνικό των Πάντζερ, Ζεπ Χέρμπεργεκρ, που τον ενημερώνει ότι για πολιτικούς λόγους δεν μπορεί να τον καλέσει. Αυτό θα ήταν εφικτό μόνο αν έπαιζε στο γερμανικό πρωτάθλημα. Ο Τράουτμαν ζητάει μεταγραφή, η Σίτυ το αρνείται αρχικά, ενώ στη συνέχεια του βάζει τιμή πώλησης 20.000 λίρες. Αν αυτά είναι σήμερα τα κορδόνια του Τζο Χαρτ, τότε ήταν εξωφρενικά λεφτά, ειδικά για τους Γερμανούς που είχαν αυστηρή πολιτική για μεταγραφές: ο μισθός που παίρνει ο παίχτης επί 52, μάξιμουμ τιμή. Παρ’ όλ’ αυτά πείθει τη Σίτυ να κάνει μια περιοδεία στη Γερμανία το καλοκαίρι του 1953, μπας και τον δουν και τον αγοράσουν. Η συμφωνία έλεγε ότι η Σίτυ θα έπαιρνε 500 λίρες για κάθε παιχνίδι που θα αγωνιζόταν ο Τράουτμαν.
Οι Άγγλοι δε συνηθίζουν να λένε όχι στα λεφτά και στην καλή και φτηνή μπύρα, οπότε δέχτηκαν. Οι συμπαίχτες του Τράουτμαν περνούσαν ζάχαρη στις μπυραρίες πίνοντας όση ώρα δεν ήταν στο γήπεδο, ενώ ο ίδιος ήταν ο μόνος που το έβλεπε σοβαρά. Πρώτο φιλικό με τη Μπάγερν λήγει 3-3, δεύτερο με τη Φουρθ, νίκη για τη Σίτυ 2-0, τρίτο με τους Κίκερς της Στουτγκάρδης 2-2 (οι Άγγλοι λένε ότι το όνομα Κίκερς το τίμησαν δεόντως σε αυτό το «φιλικό»), τέταρτο παιχνίδι και νέα νίκη με 1-0 επί της Εφ-Ες-Φάου Φραγκφούρτης.
Πριν το τελευταίο παιχνίδι στη Βούπερταλ ο Τράουτμαν ταλαιπωρείται από τραυματισμό αλλά ταυτόχρονα καίγεται να παίξει ενώ και η διοίκηση καίγεται για τις 500 λίρες. Ένεση λοιπόν και μέσα. Στο παιχνίδι, το οποίο παρακολούθησαν και οι Βρετανοί στρατιώτες που υπήρχαν στην περιοχή, πέφτει πολύ κλωτσιά και κάποια στιγμή ο Μπιλ ΜακΆνταμς δεν την παλεύει άλλο και ρίχνει μια μπουνιά στο Γερμανό που του έκανε τάκλιν. Ξεσπά γενική σύρραξη μέσα στο γήπεδο με τη Γερμανική Αστυνομία να μπαίνει μέσα και να κυνηγάει τον προπονητή της Σίτυ, Ολ Μπλάιτλι. Οι Βρετανοί στρατιώτες στην εξέδρα δεν βλέπουν με καλό μάτι την όλη φάση που οι Γερμανοί αστυνομικοί βαράνε Βρετανούς και ετοιμάζονται να πάρουν κι αυτοί θέσεις μάχης.
Λίγο πριν αρχίσουν τα πραγματικά πυρά και χωρίς να πέσουν ανακοινώσεις από μεγάφωνα και τέτοια γραφικά, οι παίχτες ηρεμούν και το επεισόδιο λήγει. Ο Τράουτμαν είναι τραυματίας και μένει στη Γερμανία για θεραπεία, που την πληρώνει από την τσέπη του. Καμία Γερμανική ομάδα δεν τον αγοράζει και επιστρέφει στη Σίτυ. Η Γερμανία το 1954 γίνεται Παγκόσμια Πρωταθλήτρια με το θαύμα της Βέρνης και οι Σίτυζενς λένε ότι επειδή ήταν αήττητοι στα 5 φιλικά έχουν πάρει Παγκόσμιο Κύπελλο.