Ένα αντίο που άργησε έξι χρόνια
Ήταν 9 Μαΐου του 2010 όταν η Μπόκα υποδεχόταν την Ουρακάν για την προτελευταία αγωνιστική της Κλαουζούρα. Οι γηπεδούχοι, σε μια κακή χρονιά στην οποία τελικά τερμάτισαν 16οι, ήταν αδιάφοροι. Όχι όλοι τους όμως. Έξι μέρες πιο πριν, η Μπενφίκα ανακοίνωνε μια ακόμα μεταγραφή Λατινοαμερικάνου παίκτη από αυτές που συνηθίζει. Του 22χρονου Νικολάς Γκαϊτάν, ενός ακόμα τεχνίτη από τη νέα… σοδειά της Μπόκα που στις δυο σεζόν που έπαιξε εκεί σκόραρε και δημιουργούσε δίπλα στο ίνδαλμά του, τον Χουάν Ρομάν Ρικέλμε. Η Μπόκα θα έβαζε στα ταμεία της κάτι παραπάνω από 8 εκατομμύρια Ευρώ και η Μπενφίκα θα αποκτούσε έναν ταλαντούχο ποδοσφαιριστή που αργότερα θα μπορούσε να μοσχοπουλήσει πιο ακριβά αν όλα πήγαιναν καλά.
Όπως ήταν λογικό, η Μπόκα ήθελε να προστατέψει το προϊόν της και στον Γκαϊτάν διαμηνύθηκε ότι δεν θα παίξει στα δυο (έτσι κι αλλιώς άνευ βαθμολογικής σημασίας) τελευταία ματς. Ο κίνδυνος τραυματισμού και η πιθανότητα να χαλάσει η μεταγραφή ήταν μεγάλος. Συνήθως οι νεαροί παίκτες που είναι να φύγουν για να πάνε στην Ευρώπη και να λύσουν το οικονομικό τους πρόβλημα δεν έχουν καμία αντίρρηση. Το επιζητούν κι οι ίδιοι. Ο Γκαϊτάν όμως δεν ήθελε να φύγει από το Μπουένος Άιρες χωρίς να ξαναπατήσει το χορτάρι του Μπομπονέρα, χωρίς να χαιρετίσει τον κόσμο της αγαπημένης του ομάδας. Επέμενε να παίξει, η διοίκηση αρνήθηκε, αλλά μετά τα παρακάλια του Γκαϊτάν υπέκυψε. Το πλάνο ήταν να ξεκινήσει και σε κάποια στιγμή να αποχωρήσει εν μέσω αποθέωσης. Όπως λέει και το γνωμικό που (με βάση μία γρήγορη αναζήτηση στο Ίντερνετ) αποδίδεται στον συγγραφέα Μανώλη Δουκίδη: “Όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός ξεκαρδίζεται στα γέλια“.
Το ημίχρονο βρήκε την Μπόκα πίσω στο σκορ με 0-1 και τους Γκάρι Μεδέλ και Κρίστιαν Τσάβες τραυματίες. Έτσι λοιπόν έκανε δυο αναγκαστικές αλλαγές στο 46′. Μόλις ξεκίνησε το δεύτερο ημίχρονο, ο Ρικέλμε δέχτηκε ένα δυνατό χτύπημα στο γόνατο από κάποιον παίκτη της Ουρακάν και τραυματίστηκε. Ο φυσιοθεραπευτής βλέποντάς τον να υποφέρει και αφού τον εξέτασε, του είπε να βγει γιατί ήταν επικίνδυνο το χτύπημα. Ο Ρικέλμε σκέφτηκε τον Γκαϊτάν που θα έχανε την ευκαιρία του να δεχτεί το χειροκρότημα. “Όχι δεν θα βγω” απάντησε. Ο φυσιοθεραπευτής δεν το πίστευε. Πάνω από τον τραυματία Ρικέλμε ήρθε κι ο κόουτς για να τον μεταπείσει, αλλά ο Ρικέλμε επέμενε. “Δεν θα βγω, δεν θέλω να χάσει ο Γκαϊτάν την ευκαιρία να αποθεωθεί“. Η Μπόκα ισοφάρισε, αλλά το ματς είχε στραβώσει για τα καλά καθώς μετά τις δυο αλλαγές, έμεινε και με 10 αφού ο Κρουποβιέσα αποβλήθηκε. Ο Ρικέλμε αναγκάστηκε να βγάλει όλο το 90λεπτο με πόνους στο γόνατο και ο Γκαϊτάν έμεινε μέσα μέχρι την λήξη τελικά, καθώς η Μπόκα δέχτηκε και 2ο γκολ και κυνηγούσε το σκορ. Το… παρασκήνιο του αγώνα (που τελικά έληξε με 1-2) αποκαλύφθηκε μερικά χρόνια πιο μετά, σε συνέντευξη του Χουάν Ρομάν Ρικέλμε που με την κλασσική του απλότητα και ηρεμία είπε “ήταν ο αδερφός μου στο γήπεδο, θα έκανα τα πάντα γι’ αυτόν“. Ο Γκαϊτάν δεν είχε την ευκαιρία να φύγει όπως θα ήθελε.
Έξι χρόνια, 250 ματς, 41 γκολ και 80κάτι ασίστ μετά ο υπαρχηγός πλέον της Μπενφίκα και MVP της, την αφήνει για να πάει στην Μαδρίτη και την Ατλέτικο. Στα 28 του πλέον, όχι παιδάκι, όχι αφού έκατσε για μια αρπαχτή και μετά άρχισε να κάνει μούτρα ζητώντας μεταγραφή. Σήκωσε δέκα κούπες (πρωτάθλημα, κύπελλο, Λιγκ Καπ, Σούπερ Καπ), σε καμία σεζόν δεν έπαιξε λιγότερα από 25 ματς στο πρωτάθλημα, σε καμία σεζόν δεν έπαιξε λιγότερα από 37 παιχνίδια συνολικά. Το 2011 βγήκε πρώτος σε ασίστ στον θεσμό του Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ τη χρονιά που μας τελείωσε, χρειάστηκε να μοιράσει 16 τελικές πάσες για να καταφέρει η Μπενφίκα να πάρει το πρωτάθλημα. Ένας ταπεινός ηγέτης.
Το τελευταίο του παιχνίδι ήταν ο τελικός του Λιγκ Καπ απέναντι στην Μαρίτιμο, το εντυπωσιακό 2-6. Εκεί που τελικά κατάφερε να κάνει αυτό που δεν έκανε στο Μπομπονέρα. Η ήπειρος, η χώρα και η ομάδα άλλαξαν, τα χρώματα άλλαξαν, αυτό που δεν άλλαξε όμως είναι η αγάπη του κόσμου. Κι αν στην Αργεντινή δεν πρόλαβε πολλά, τα έξι χρόνια στην Πορτογαλία τον έκαναν ίνδαλμα στην Μπενφίκα και επιτέλους είχε το αντίο που του άξιζε. Βγήκε αλλαγή αυτή τη φορά, αποθεώθηκε, έφυγε με νίκη και μάλιστα κούπας και στο τέλος ξέσπασε σε λυγμούς στον πάγκο. Το ίδιο και στα αποδυτήρια όταν εν μέσω αποθέωσης αυτή τη φορά από τους συμπαίκτες του, έβγαλε λόγο και ξαναέκλαψε. Μπορεί να μην έφτασε ποτέ τον Ρικέλμε σε δόξα, αλλά κέρδισε κι αυτός την αγάπη και τον σεβασμό του φιλάθλου.
Θα μπορούσε να είχε φύγει νωρίτερα, προτάσεις πάντα υπήρχαν. Ο Ντιέγκο Σιμεόνε τον φλέρταρε από το 2014. Τελικά, φέτος έκρινε ότι ήρθε αυτή η ώρα, ότι έκλεισε ένας κύκλος. Η Μπενφίκα έξι χρόνια αργότερα πήρε τα τριπλάσια χρήματα και η Ατλέτικο έδωσε περίπου 25 εκατομμύρια για έναν 28χρονο πλέον χαφ που μιλάει στην μπάλα, ξέρει να την χαϊδεύει και αυτή να του κάνει όλες τις χάρες. Πάει στην πιο δύσκολη αποστολή της καριέρας του, στο πιο δύσκολο πρωτάθλημα και σε μια ομάδα ειδικών συνθηκών. Ο στόχος του ο ίδιος και πάλι. Να γίνει αγαπητός με όσα κάνει στο γήπεδο, να προσφέρει, να φέρει τίτλους και όταν κάποτε έρθει ένα ακόμα τέλος, να φύγει με τον κόσμο όρθιο να τον χειροκροτά. Όπως αρμόζει σε κάθε καλλιτέχνη, ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλος είναι.