O σπουδαίος κύριος Χάουαρντ Γκέιλ και η μάχη του με τον ρατσισμό
Στις 15 Αυγούστου του 2016 ο πρώην παίκτης της Λίβερπουλ (και γνωστός ακτιβιστής) Χάουαρντ Γκέιλ προέβη σε μια κίνηση άξιας θαυμασμού. Κυριολεκτικά. Όταν δέχθηκε την πρόσκληση από τον Γκρεντ Γκέμπυ, του αντί-ρατσιστικού Οργανισμού “Show Racism the Red Card”, για να βραβευθεί για το 20ετές του έργο ως πρεσβευτής του Οργανισμού, είπε ένα μεγαλοπρεπέστατο όχι. Πολλοί απόρησαν στην αρχή αλλά μετά τις δηλώσεις του Γκέιλ όλοι -μά όλοι- κατάλαβαν αυτή του την άρνηση. Ο Γκέιλ για ακόμα μία φορά είχε φανερώσει το μεγαλείο της ψυχής του στηρίζοντας τα ιδανικά του. “Ο πατέρας μου ήρθε στην Αγγλία από τη Σιέρα Λεόνε, μετά τον πόλεμο, για να βοηθήσει κι αυτός στο χτίσιμο αυτής της χώρας. Αν δεχόμουν αυτή τη βράβευση θα ήταν μια σφαλιάρα στα πρόσωπα όλων αυτών που οι πρόγονοι τους ήρθαν σαν σκλάβοι σε αυτή τη χώρα και που τόσα χρόνια μετά -ας μη γελιόμαστε- βιώνουν ακόμα το ρατσισμό. Γεννήθηκα στην Αγγλία και είμαι περήφανος γι’ αυτό. Έχω φορέσει -και νιώθω μεγάλη τιμή γι’ αυτό- τη φανέλα της εθνικής αλλά η Βρετανική Αυτοκρατορία καταπίεσε τους μαύρους και η Αγγλία δεν έχει αντιμετωπίσει σοβαρά το θέμα του ρατσισμού όλα αυτά τα χρόνια. Δείχνει ακόμη και σήμερα να μην έχει μάθει από τα λάθη της”.
Ο Γκέιλ ήταν ο πρώτος μαύρος ποδοσφαιριστής στην ιστορία της Λίβερπουλ και πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε το βιβλίο του “61 minutes in Munich” όπου -εκτός της ιστορίας για το παιχνίδι του Μονάχου (θα γράψουμε στο μέλλον γι’ αυτή την ωραία ποδοσφαιρική ιστορία)- υπάρχουν πολλά άγνωστα πράγματα για την τότε κατάσταση στην Αγγλία σε θέματα βίας και ρατσισμού. Μιλάμε άλλωστε για τα “εκρηκτικά” 80s. O Γκέιλ μάλιστα παραδέχεται πως εκείνη την περίοδο για να αντέξει τις ρατσιστικές επιθέσεις που δεχόταν σε πολλά γήπεδα (όχι μόνο της Αγγλίας) είχε χρειαστεί ψυχολογική στήριξη. Στη ρεβάνς του Μονάχου (εκεί που τον έμαθε ολόκληρη η Ευρώπη) πολλοί φίλοι των Βαυαρών τον είχαν υποδεχτεί με κραυγές πιθήκων και πετώντας του μπανάνες σε ένα άκρως εχθρικό κλίμα για τους πρωταθλητές Αγγλίας. Και φτάνουμε στο σήμερα και στο χώρο του ποδοσφαίρου. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα σπορ σε ολόκληρο τον κόσμο, οι ποδοσφαιριστές δεν παίρνουν θέση σε θέματα ρατσισμού (και βίας), παρά μόνο σε ομαδικές διαφημίσεις της FIFA και της UEFA που φαντάζουν ως αγγαρεία (μιας και είναι όρος στα συμβόλαια των περισσοτέρων εξ αυτών). Και έχουμε δει πολλές τέτοιες συμπεριφοράς (δυστυχώς) σε αρκετούς σούπερ σταρ ποδοσφαιριστές. Κυρίως σκούρου δέρματος.
Στις Η.Π.Α, πριν λίγο καιρό, είδαμε τον quarterback (ο playmaker στο Αμερικάνικο Φούτμπολ) των 49s Κόλιν Καπέρνικ να μην σηκώνεται όρθιος στην ανάκρουση του εθνικού ύμνου, βρίσκοντας έτσι ένα καλό τρόπο για να διαμαρτυρηθεί κατά μιας χώρας (της δικής του) που δεν μπορεί να βρει λύσεις κατά του ρατσισμού και των διακρίσεων που γίνονται ανάλογα με το χρώμα, την καταγωγή και πολλές φορές -ακόμα- και τις σεξουαλικές προτιμήσεις των πολιτών. Για όσους δεν έχουν πάρει χαμπάρι. Οι Η.Π.Α είναι ένα μεγάλο καζάνι που βράζει. Ο ηγέτης των Νικς της ΝΥ Καρμέλο Άντονι πήρε θέση επίσης εδώ και μήνες (όχι μέσω κάποιου μάνατζερ ή μιας αθλητικής εταιρείας) κατά του ρατσισμού και της βίας με τους Λεμπρόν Τζέιμς και Ντουέιν Γουέιντ (δύο πολύ καλών του φίλων και σούπερ σταρ αθλητών) να τον ακολουθούν. Ο Καρμέλο μάλιστα δεν δίστασε να επισκεφτεί -κατά την παρουσία του ως μέλος της ομάδας μπάσκετ των Η.Π.Α στο Ρίο- μία από τις πιο γνωστές και επικίνδυνες φαβέλες της περιοχής και να συνομιλήσει με πολλούς ανθρώπους για τα προβλήματά τους και την αντιμετώπιση που βιώνουν από ένα κράτος με τεράστιες κοινωνικές ανισορροπίες. Την Κυριακή ο Αντόνιο Μπράουν (ακραίος επιθετικός) των Steelers στο NFL αγωνίστηκε με παπούτσια που είχαν πάνω τη μορφή του “πρώτου των πρώτων σε θέματα ακτιβισμού σε σχέση με τους μαύρους και την αντιμετώπισή τους” Μοχάμεντ Άλι για να τον τιμήσει και για να δηλώσει τη στήριξή του σε όλα τα θύματα ρατσιστικών περιστατικών. Που είναι πάρα μα πάρα πολλά τον τελευταίο καιρό. Τόσοι και άλλοι τόσοι ακτιβιστές αθλητές μα ουδείς από τον ποδοσφαιρικό χώρο. Και αυτό είναι κάτι πραγματικά λυπηρό κατ εμέ και δεν μπορώ να καταλάβω το λόγο. Αυτή είναι και η αφορμή αυτού εδώ του κειμένου.
Από το 1916 και την αναμέτρηση της Ουρουγουάης με τη Χιλή, μια αναμέτρηση που είχε βρει νικητές τους παίκτες της σελέστε με 4-0 και οι Χιλιανοί είχαν ζητήσει το μηδενισμό των αντιπάλων τους επειδή είχαν δύο μαύρους παίκτες (τους Γκαντίν και Ντελγκάδο) στην 11αδα (αυτό είναι και το πρώτο επίσημο ρατσιστικό συμβάν στον αθλητισμό) μέχρι σήμερα -100 χρόνια μετά- βλέπουμε συνεχώς τα ίδια ρατσιστικά περιστατικά και κανείς δεν μιλά. Σαν να είναι κάτι ασήμαντο. Πολλές φορές βλέπεις και ηλίθια γέλια στο γήπεδο από πολλούς μπροστά σε τέτοιες ηλιθιότητες. Οι δημοσιογράφοι δεν μιλούν (ή το κάνουν σπάνια). Οι ιδιοκτήτες των ομάδων δεν μιλούν. Οι σούπερ σταρ ποδοσφαιριστές δεν μιλούν και οι μόνοι που “μιλούν” είναι μερικοί οπαδοί στις κερκίδες που, συνήθως, ελάχιστοι τους δίνουν και πραγματική σημασία, χαρακτηρίζοντάς τους ακόμα και γραφικούς-ρομαντικούς. Δεν ξέρω πόσο μπορεί να βοηθήσει κάποιος αν μιλήσει. Δεν γνωρίζω αν τα λόγια μπορούν να γίνουν πράξεις και κατά πόσο μπορούν να επηρεάσουν θετικά τα πράγματα. Ειλικρινά δεν ξέρω ως ένας “ασήμαντος φίλος του ποδοσφαίρου” και των σπορ γενικότερα. Αυτό που ξέρω σίγουρα όμως είναι πως χρειαζόμαστε κι άλλους Χάουαρντ Γκέιλ στο ποδόσφαιρο. Κυρίως στο σύγχρονο ποδόσφαιρο του twitter, του facebook, του instagram και της συνεχούς ενημέρωσης. Περισσότερους και πιο διάσημους. Όλοι αυτοί μπορούν να κάνουν καλύτερα πράγματα και να “ομορφύνουν” τον κόσμο. Μακάρι το δρόμο όλων αυτών να τον ακολουθήσουν κι άλλοι. Μακάρι να προσπαθήσουμε όλοι να κάνουμε αυτό τον κόσμο καλύτερο. Έστω και λιγάκι.