H 87η μάχη του Αρέβαλο Ρίος
Τρίτη 8 Νοεμβρίου, η εθνική ομάδα της Ουρουγουάης συγκεντρώνεται στο Μοντεβίδεο για να ξεκινήσει την προετοιμασία της εν όψει των δυο κρίσιμων αγώνων με το Εκουαδόρ και τη Χιλή. Κύριο θέμα συζήτησης στα πηγαδάκια των αποδυτηρίων (αλλά και σε διάφορες εγχώριες ποδοσφαιρικές σελίδες) είναι η νέα εμφάνιση ενός μέσου, που μετά από πολύ καιρό κατά τον οποίο είχε ξυρισμένο κεφάλι και μια μικρή κάθετη τριχωτή γραμμή κάτω ακριβώς από το στόμα, εμφανίστηκε με μια λεπτή στρώση μαλλιών στην κορυφή του κρανίου και ένα διαφορετικό σχέδιο στο μούσι.
Το επίκεντρο της προσοχής δεν είναι ένας τυχαίος ποδοσφαιριστής. Ο Αρέβαλο Ρίος είναι ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης αυτής της Ουρουγουάης. Σε λιγότερο από δυο μήνες θα κλείσει 35 χρόνια ζωής, μια ηλικία κατά την οποία αρκετοί συνηθίζουν να αποχαιρετούν την εθνική ομάδα σε μια προσπάθεια να χαλαρώσουν λίγο το πρόγραμμα τους. Ο Ρίος έχει αποδείξει πολλάκις στο παρελθόν πως δεν έχει τέτοιες ανάγκες. Η ξεκούραση είναι για άλλους, γι’αυτούς που με το παραμικρό νιώθουν ενοχλήσεις και με το πρώτο άγγιγμα πετάγονται σαν να τους χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα.
Τρεις ημέρες αργότερα θα βγάλει κανονικά όλο το 90λεπτο στη νίκη με 2-1 επί του Εκουαδόρ, ‘σκουπίζοντας’ σχεδόν ό,τι πλησιάζει κοντά του. Ένα μήνα πριν έβγαλε επίσης όλο το 90λεπτο στην ισοπαλία με 2-2 μέσα στην Κολομβία. Τέσσερις μέρες πριν από εκείνο το ματς έπαιξε άλλα 90 λεπτά στο ματς με τη Βενεζουέλα. Τον Σεπτέμβρη είχε προσθέσει άλλα 180 λεπτά στα παιχνίδια με Αργεντινή και Παραγουάη. Ενδιάμεσα απ’ όλα αυτά ο Ρίος βγάζει το ψωμί του στο Μεξικό, παίζοντας με τη φανέλα της Τσιάπας με την οποία μετράει φέτος 15 συμμετοχές. Πόσες φορές βγήκε αλλαγή; Καμία! Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι ο Αρέβαλο Ρίος είναι 35 χρονών μόνο στα χαρτιά.
Μεταφερόμαστε δέκα χρόνια πριν. Άνοιξη του 2006. Ο Όσκαρ Ταμπάρες έχει αναλάβει την εθνική ομάδα της Ουρουγουάης και μέσα στις πρώτες του κλήσεις υπάρχει ένα ψιλο-άγνωστο όνομα. Ο 24χρονος τότε Ρίος έπαιζε σε μια μικρή ομάδα του Μοντεβίδεο που είχε ανέβει στην πρώτη κατηγορία την προηγούμενη σεζόν. Ο μισθός του ήταν χαμηλός αλλά τουλάχιστον εκεί πληρωνόταν κανονικά κάθε μήνα, σε αντίθεση με την προηγούμενη ομάδα του, που είχε έδρα την Παϊσαντού, την πόλη στην οποία γεννήθηκε, η οποία πλήρωνε τους παίκτες μόνο στις νίκες, κάτι που ανάγκαζε τον Ρίος να δουλεύει ταυτόχρονα στις οικοδομές μαζί με τον πατέρα του.
Τη μέρα της πρώτης προπόνησης με την ‘σελέστε’ ο Ρίος σηκώθηκε νωρίς, όπως πάντα, ξύπνησε τα παιδιά του, έφτιαξε το αγαπημένο του μάτε (παραδοσιακό ρόφημα της Λατινικής Αμερικής) και σαν κανονικός εργαζόμενος πήγε στη στάση των λεωφορείων για να πάρει το ‘185’ που θα τον πήγαινε στο γήπεδο Σεντενάριο. Λεφτά για ταξί δεν υπήρχαν και σε αντίθεση με το γήπεδο της ομάδας του, το οποίο ήταν σχετικά κοντά κι έτσι μπορούσε να πηγαίνει με τα πόδια, οι εγκαταστάσεις της εθνικής ομάδας ήταν στην άλλη άκρη της πόλης.
Η συνέχεια, όπως τη διηγήθηκε ο ίδιος, έμοιαζε με ένα μικρό εφιάλτη: “Περίμενα στη στάση για ώρα. Πέρασαν τρία λεωφορεία που όμως ήταν τόσο γεμάτα που ο οδηγός δεν σταμάτησε καν. Η ώρα περνούσε και είχα αρχίσει να απελπίζομαι. Ένας δημοσιογράφος που πέρασε τυχαία με αναγνώρισε και προσφέρθηκε να με πάρει μαζί του. Έτσι κατάφερα να φτάσω στην ώρα μου. Την επόμενη μέρα ξύπνησα ακόμα πιο νωρίς για να μη περάσω πάλι τα ίδια. Φαντάζεσαι να είχα χάσει την πρώτη προπόνηση μου με την εθνική ομάδα;”
Δέκα χρόνια, ένα Κόπα Αμέρικα και μια 4η θέση σε Μουντιάλ μετά, ο Αρέβαλο Ρίος είναι κάτι σαν τοτέμ της εθνικής ομάδας. Μια αναγνωρίσιμη φιγούρα που συγκεντρώνει πολλά από τα βασικότερα χαρακτηριστικά των Ουρουγουανών: πάθος, δύναμη, ψυχή, μαχητικότητα. Την Τρίτη το βράδυ στο Σαντιάγκο της Χιλής θα φορέσει για 87η φορά τη φανέλα με το εθνόσημο και θα πάρει κλασικά θέση από την αρχή του αγώνα μπροστά από τους δυο σέντερ μπακ, έτοιμος να τζαρτζάρει, να κόψει και συρθεί στο χόρτο όσες φορές χρειαστεί.