Doing a Leeds: Η άνοδος και η πτώση ενός συλλόγου
Ήταν 2 Μαΐου του 2004 όταν η Μπόλτον του Σαμ Άλαρνταϊς (και του Στέλιου Γιαννακόπουλου στον πάγκο) υποδεχόταν την Λιντς. Η ομάδα του Γιόρκσαϊρ είχε κάνει τα προηγούμενα χρόνια μεγάλα οικονομικά ανοίγματα με μεταγραφές, πήρε δάνεια πολλών εκατομμυρίων υπολογίζοντας σε εξόδους στο Τσάμπιονς Λιγκ και όταν απέτυχε οριακά τόσο το 2001, όσο και το 2002 να κερδίσει τη συμμετοχή της εκεί, τα χρέη ξεπέρασαν τα 100 εκατομμύρια λίρες. Η Λιντς, που ήδη είχε πουλήσει αρκετούς παίκτες, χρειαζόταν τουλάχιστον μια ισοπαλία για να μείνει ζωντανή στην παραμονή και όταν ο Μαρκ Βιντούκα άνοιξε το σκορ, οι οπαδοί της άρχισαν να το πιστεύουν. Με πρωταγωνιστή τον Γιούρι Τζορκαέφ όμως, το παιχνίδι τελείωσε 4-1 και υπέγραψε τον υποβιβασμό της Λιντς.
Η Λιντς είναι ένας σύλλογος με πολλές συμπάθειες στην Ελλάδα και αυτές οφείλονται σε δύο διαφορετικές περιόδους. Για τους μεγαλύτερους, ο λόγος ήταν ο διαβόητος τελικός του Κυπελλούχων το 1973 στο Καυτανζόγλειο με τον Έλληνα διαιτητή Χρήστο Μίχα. Η Μίλαν κέρδισε με 1-0, αλλά η Λιντς είχε έντονα παράπονα από τον Έλληνα διαιτητή, παράπονα στα οποία συμφωνούσε και το ουδέτερο κοινό της Θεσσαλονίκης που αποδοκίμασε έντονα τους Ιταλούς και το διαιτητή. Οι Άγγλοι ζήτησαν δυο φορές πέναλτι, διαμαρτυρήθηκαν για τη φάση του γκολ της Μίλαν, ζήτησαν την επανάληψη του αγώνα, αλλά τίποτα δεν άλλαξε. Ο Μίχας τιμωρήθηκε και το μόνο κέρδος για την Λιντς ήταν η συμπάθεια μεγάλου μέρους του ελληνικού κοινού.
Ο τελικός της Θεσσαλονίκης
25 χρόνια αργότερα ξεκινούσε η δεύτερη περίοδος που η Λιντς θα αποκτούσε κοινό στην Ελλάδα. Από το 1998 και για μια πενταετία, θα έπαιζε πολύ καλό ποδόσφαιρο, έχοντας ως χαμηλότερη θέση της την 5η, θα έκανε σπουδαίες πορείες και στην Ευρώπη, αλλά τελικά δεν θα κέρδιζε τίποτα και θα κατέληγε στην οικονομική καταστροφή. Τα μωρά του Ντέιβιντ Ο’ Λίρι (και σε μικρότερο βαθμό του Τζορτζ Γκρέιαμ) θα γίνονταν αγαπητά σε πολλούς ουδέτερους. Ένα σωρό νέα πρόσωπα που έκαναν μεγάλα πράγματα στην Λιντς αλλά λες και είχαν συνδέσει το όνομά τους μόνο με αυτή, απέτυχαν στη συνέχεια να συνεχίσουν έτσι. Οι νεαροί Τζόναθαν Γούντγκεϊτ, Χάρι Κίουελ, Λι Μπόιερ, Άλαν Σμιθ, Ντάνι Μιλς, Ίαν Χαρτ δεν θα έφταναν ποτέ σε επίπεδα απόδοσης όπως αυτά με τη φανέλα της Λιντς.
Μαζί με πιο έμπειρους παίκτες όπως ο Τζίμι Φλόιντ Χάσελμπαϊνκ, ο Μαρκ Βιντούκα αργότερα, ο σπουδαίος Νάιτζελ Μάρτιν κι ο Λούκας Ραντέμπε, η Λιντς έγινε μια αρκετά θελκτική ομάδα που δεν είχε καμία σχέση με τη “Dirty Leeds” του παρελθόντος. Το 2000 έφτασε στα ημιτελικά του ΟΥΕΦΑ και αυτό ήταν το πρώτο δείγμα για το τι θα ακολουθούσε. Η επόμενη χρονιά ήταν η μεγάλη ευρωπαϊκή παράσταση της Λιντς. Οι οπαδοί της ξεπαραδιάστηκαν για να την ακολουθούν σε ταξίδια σε όλη την Ευρώπη. Ξεκίνησαν τον Αύγουστο του 2000 στα προκριματικά με την Μόναχο 1860 και σταμάτησαν τις εκδρομές τον επόμενο Μάιο στο Μεστάγια, σε μια πορεία που μόνο εύκολη δεν ήταν.
Το εντυπωσιακό 6-0 με την Μπεσίκτας
Η ατυχία έφερε την Λιντς στον ίδιο όμιλο με Μίλαν-Μπαρτσελόνα αλλά και την Μπεσίκτας. Κατέρρευσε στο πρώτο παιχνίδι στο Καμπ Νου χάνοντας με 4-0, αλλά δεν έκανε άλλη ήττα μέχρι το τέλος. Εντός έδρας κέρδισε Μίλαν-Μπεσίκτας εντός και έχασε τη νίκη στο 94′ από τον Ριβάλντο. Πέρασε ως 2η από τον όμιλο, αφήνοντας εκτός τους Καταλανούς, η “όμορφη περιπέτεια” όμως, όπως είχε περιγράψει ο Ο’ Λίρι την πορεία, είχε δρόμο ακόμα.
Εκείνη τη χρονιά το σύστημα είχε και 2η φάση ομίλων, ακόμα έξι παιχνίδια. Με αντιπάλους τη Ρεάλ, την Λάτσιο (που είχε παίκτες όπως Νέντβεντ, Κρέσπο και Κλαούντιο Λόπες) και την Άντερλεχτ, η Λιντς τα κατάφερε, πήρε ξανά τη 2η θέση και προκρίθηκε. Στους “8” αντιμετώπισε την Ντεπορτίβο Λα Κορούνια, κέρδισε με 3-0 εντός και άντεξε στο Ριαθόρ παίρνοντας την πρόκριση για τα ημιτελικά. Η τέταρτη κόντρα με ισπανική ομάδα ήταν και η μοιραία. Η Βαλένθια την απέκλεισε στο Μεστάγια και τα όνειρα των Άγγλων για έναν τελικό κόπηκαν εκεί. Μια πορεία που κράτησε σχεδόν 10 μήνες, κατά την οποία η Λιντς κοίταξε στα μάτια ιστορικά ονόματα και το όνομά της ακούστηκε σε όλη την Ευρώπη.
Η ομάδα του ημιτελικού. Μεταξύ τους: Βιντούκα, Μάρτιν, Φέρντιναντ, Χαρτ, Σμιθ, Μπόιερ, Κίουελ
Το παραμύθι της Λιντς εκείνων των ετών δεν είχε happy ending. Ένας υποβιβασμός δεν είναι το τέλος του κόσμου, ειδικά στην Αγγλία. Στην περίπτωση όμως της Λιντς ήταν απλά η αρχή του τέλους, ένα ταξίδι δίχως επιστροφή μέχρι σήμερα. Ο σύλλογος αναγκάστηκε να πουλήσει όλο το έμψυχο δυναμικό, να φτιάξει ρόστερ με ελεύθερους και δανεικούς και να βγάλει στο σφυρί προπονητικό κέντρο και γήπεδο. Στην Αγγλία πλέον υπάρχει η έκφραση “Doing a Leeds” για όλες τις ομάδες που κάνουν κακή οικονομική διαχείριση και το πληρώνουν. Η Λιντς μετά από δύο σεζόν άγγιξε την άνοδο που θα βοηθούσε πολύ οικονομικά, αλλά στα πλέι-οφ ηττήθηκε από τη Γουότφορντ και τελικά το 2007 υποβιβάστηκε ξανά, ενώ μπήκε και σε διαδικασία εκκαθάρισης. Μέσα σε έξι χρόνια, έφτασε από τα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ στη Γ’ εθνική. Από εκεί που έπαιζε με τη Ρεάλ, αποκλειόταν από την ερασιτεχνική Χίστον με το γκολ να το σκοράρει ένας… ταχυδρόμος.
Το μαρτύριό της όμως δεν είχε τελειωμό. Η εκκαθάριση δεν είχε ολοκληρωθεί κι η Λιντς ξεκίνησε την πρώτη της σεζόν στη Γ’ εθνική με τιμωρία 15 ολόκληρων βαθμών. Παρά την τιμωρία η ομάδα έφτασε στα πλέι-οφ. Η Λιντς έχασε όμως για μια ακόμα φορά άνοδο σε μπαράζ. Το 2009 η ιστορία επαναλήφθηκε ακόμα πιο οδυνηρά, αφού στα πλέι-οφ αντίπαλος ήταν η μισητή Μίλγουολ. Τελικά, η τρίτη φορά ήταν κι η τυχερή κι η Λιντς ανέβηκε ξανά στην Τσάμπιονσιπ.
We’ve been through it all together
And we’ve had our up’s and down’s
We’re gonna stay with you forever
At least until the world stops going ’round
Η πορεία της ήταν μέτρια από εκεί και πέρα, με 14ες και 15ες θέσεις, διοικητικές και ιδιοκτησιακές ανακατατάξεις και διψήφιες αλλαγές προπονητών τα τελευταία 6 χρόνια. Οι φίλοι της ελπίζουν να μπει επιτέλους τέλος μετά από την περιπλάνηση στις μικρότερες κατηγορίες και συνεχίζουν να τραγουδούν όπου βρίσκονται το “Marching on Together”, περιμένοντας την επιστροφή στη μεγάλη κατηγορία και μεγάλες στιγμές στα ευρωπαϊκά σαλόνια.