Γουέιν Ρούνεϊ, η μεγάλη επιστροφή
Βρισκόμαστε στα μέσα Αυγούστου 2002, οι οπαδοί της Τότεναμ έχουν ταξιδέψει από το Λονδίνο στο Λίβερπουλ για να παρακολουθήσουν το πρώτο παιχνίδι της αγαπημένης τους ομάδας και περιμένουν καρτερικά στις κερκίδες του Γκούντισον Παρκ την έναρξη του αγώνα. Μπροστά τους προθερμαίνεται η βασική ενδεκάδα της Έβερτον. Ανάμεσα τους βρίσκεται ένας πιτσιρικάς τον οποίο δεν αναγνωρίζουν. Κάποιος με λιγότερες αναστολές από τους υπόλοιπους φωνάζει προς το μέρος του μικρού: “Who are ya?” Η συνέχεια είναι εύκολα προβλέψιμη για όποιον έχει βρεθεί σε μια αγγλική κερκίδα. Κάθε φορά που ο νεαρός ακουμπάει τη μπάλα οι εκδρομείς της Τότεναμ του φωνάζουν την ίδια ακριβώς ερώτηση: “Ποιος είσαι’συ;”
O πιτσιρικάς, αν και λιγάκι οξύθυμος και τσαμπουκαλεμένος, δεν δίνει σημασία στο πικάρισμα και ουσιαστικά απαντάει με την απόδοση του. Στα 67 λεπτά που αγωνίζεται κάνει τη ζωή δύσκολη στους έμπειρους αμυντικούς της Τότεναμ, δημιουργεί αρκετούς κινδύνους και προλαβαίνει να δώσει και την πρώτη ασίστ της καριέρας του. Όλα αυτά σε ηλικία 16,5 χρονών!
Δυο μήνες αργότερα, το Γκούντισον Παρκ επισκέπτεται η πρωτοπόρος και αήττητη για 30 παιχνίδια Άρσεναλ. Ο πιτσιρικάς μπαίνει στον αγώνα δέκα μόλις λεπτά πριν το τέλος, με το σκορ στο 1-1. Στο 90ο λεπτό κατεβάζει μια μπαλιά του Τόμας Γκράβεσεν λίγο έξω από τη μεγάλη περιοχή, προχωράει λίγα μέτρα και με μια αυτοπεποίθηση και ένα θράσος που δεν συναντάς εύκολα σ’έναν ανήλικο σε ένα τόσο υψηλό επίπεδο, δοκιμάζει το πόδι του από τα 20 μέτρα. Ο Σίμαν κάνει ό,τι μπορεί για να διώξει τη μπάλα, αυτή όμως καταλήγει πρώτα στο οριζόντιο και μετά στα δίχτυα.
Η Έβερτον κερδίζει το ματς, το σερί της Άρσεναλ σταματάει, ο Αρσέν Βενγκέρ δηλώνει πως ο μικρός είναι το μεγαλύτερο ταλέντο που έχει δει όσα χρόνια βρίσκεται στην Αγγλία, ο πιτσιρικάς γίνεται ο μικρότερος σκόρερ στην ιστορία της Πρέμιερ Λιγκ, και ο συνεπαρμένος σπίκερ εκστομίζει μια ατάκα, που άθελα του απαντάει ουσιαστικά στην ερώτηση των οπαδών της Τότεναμ δυο μήνες πριν: “Θυμηθείτε το όνομα: Γουέιν Ρούνεϊ”.
Σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους στο Νησί, οι άνθρωποι της Έβερτον γνώριζαν από πριν τι ταλέντο είχαν στις τάξεις τους. “Σε μια από τις πρώτες προπονήσεις του με την πρώτη ομάδα πήρε τη μπάλα κοντά στη γραμμή του άουτ, ντρίπλαρε έναν αμυντικό και την έστειλε με ένα υπέροχο σουτ στο απέναντι παραθυράκι. Όλοι μας κοιταχτήκαμε και είχαμε ακριβώς το ίδιο βλέμμα. Αυτό που αναρωτιέσαι αν πράγματι συνέβη αυτό που είδες. Από εκείνη τη στιγμή όλοι σκεφτόμασταν ‘ουάου, τι παίκτη έχουμε στα χέρια μας’” αποκάλυψε λίγα χρόνια μετά ο προπονητής της Έβερτον τότε, Ντέιβιντ Μόγιες. Αλλά αυτό δεν ήταν το πρώτο δείγμα της ποιότητας του Ρούνεϊ.
Ο μικρός είχε αποκτήσει φήμη μεγάλου ταλέντου από τα 9 του, όταν και ενσωματώθηκε για πρώτη φορά στην αγαπημένη του ομάδα. Μια φήμη που μεγάλωνε με το πέρασμα των χρόνων και έφτασε στο ζενίθ της όταν ο 16χρονος Γουέιν έπαιζε κανονικά με την U19 και την οδηγούσε στον τελικό του FA Youth Cup, εκεί όπου έκανε τους οπαδούς της Έβερτον να τον λατρέψουν, αποκαλύπτοντας το μήνυμα που είχε γράψει σε ένα φανελάκι κάτω από τη μπλούζα του: “Μια φορά μπλε, πάντα μπλε”.
Όλα αυτά όμως στα αθώα και ρομαντικά 16. Το καλοκαίρι του 2004, ο 18χρονος πλέον Ρούνεϊ αποφάσισε πως ήρθε κιόλας η ώρα για να κάνει το επόμενο βήμα και να κυνηγήσει τίτλους με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Παρά την έντονη δυσαρέσκεια του κόσμου και τις πρώτες αντιρρήσεις της διοίκησης η επιθυμία του παίκτη έγινε δεκτή και η μετακίνηση ολοκληρώθηκε λίγο πριν τη λήξη της μεταγραφικής περιόδου.
Δεκατρία χρόνια μετά ο Γουέιν Ρούνεϊ γυρνάει στην πόλη που γεννήθηκε για να φορέσει ξανά τη φανέλα της ομάδας που, όπως τονίζει συχνά-πυκνά, δεν έβγαλε ποτέ από την καρδιά του: “Το έχω κρατήσει κρυφό όλα αυτά τα χρόνια αλλά η αλήθεια είναι πως όταν είμαι στο σπίτι με τα παιδιά μου φοράω πιτζάμες της Έβερτον”. Ο Ρούνεϊ που επιστρέφει βέβαια δεν έχει καμία σχέση με τον Ρούνεϊ που έφυγε από το Γκούντισον Παρκ.
Στα χρόνια που έλειψε, σήκωσε κάθε διαθέσιμη κούπα σε Αγγλία και Ευρώπη, σκαρφάλωσε στη 2η θέση των σκόρερ της Πρέμιερ Λιγκ, μπήκε στο πολύ κλειστό κλαμπ των 3 παικτών (Ρούνεϊ, Λάμπαρντ και Γκίγκς) που έχουν τριψήφιο αριθμό γκολ και ασίστ στην κορυφαία αγγλική κατηγορία και έγινε πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Γιουνάιτεντ αλλά και της εθνικής.
Στο ίδιο διάστημα όμως άλλαξαν και τα αισθήματα των οπαδών της Έβερτον γι’αυτόν. Το μεγάλο ταλέντο από τις ακαδημίες που δήλωνε αιώνια πίστη στα χρώματα της ομάδας, έγινε μέσα σε μικρό διάστημα ένας προδότης, που επέλεξε πάρα πολύ γρήγορα να κυνηγήσει τίτλους κάπου αλλού. Ακόμα και οι λιγότερο ρομαντικοί φίλοι της Έβερτον, που ήξεραν εξ αρχής ότι δύσκολα θα μπορούσε να κρατήσει η ομάδα ένα τέτοιο ταλέντο για πάντα, αδυνατούσαν να δεχτούν ότι ο παίκτης στον οποίο στήριζαν τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο μέλλον μετά από μόλις δυο σεζόν προτίμησε να εγκαταλείψει το καράβι για τα λεφτά και την αίγλη των ‘Κόκκινων Διαβόλων’.
Η λατρεία έγινε αρχικά εκνευρισμός, ο εκνευρισμός έφερε γιούχα και αποδοκιμασίες στο πρώτο παιχνίδι που ο Ρούνεϊ επέστρεψε στο Γκούντισον Παρκ με τη φανέλα άλλης ομάδας, οι αποδοκιμασίες προκάλεσαν την αντίδραση του με το περίφημο φιλί στο σήμα της Γιουνάιτεντ μετά από ένα γκολ το 2007 και, φυσικά, το φιλί έφερε το μίσος. Οι οπαδοί της Έβερτον δεν ήθελαν να τον βλέπουν, η αστυνομία αναγκαζόταν να ορίσει τα παιχνίδια των δυο ομάδων όσο πιο νωρίς γίνεται για να αποφευχθούν τα χειρότερα, ο ενοχλημένος Ρούνεϊ τραβούσε το σκοινί στα άκρα φιλώντας ξανά το “λάθος” σήμα τον Οκτώβρη του 2008.
Όπως συμβαίνει όμως συχνά, ο Χρόνος λειαίνει τα πάντα και σιγά-σιγά οι δυο πλευρές άρχισαν να ρίχνουν ‘γέφυρες’ φιλίας. Η αρχή έγινε με κάποια tweets του παίκτη, μετά ήρθε η εμφάνιση του με τη φανέλα της Έβερτον στο φιλικό προς τιμήν του ήρωα του, Ντάνκαν Φέργκιουσον το 2015, μετά ένα γκολ στο Γκούντισον Παρκ που αρνήθηκε επιδεικτικά να πανηγυρίσει και στη συνέχεια η επιλογή του να είναι η Έβερτον ο αντίπαλος στο παιχνίδι που διοργάνωσε η Γιουνάιτεντ προς τιμήν του, τον Αύγουστο που μας πέρασε.
Στα 32 του πλέον, ο Ρούνεϊ επιστρέφει θέλοντας να αποδείξει ότι έχει ακόμα μερικά χρόνια καλής μπάλας μπροστά του. “Δεν επιστρέφω μόνο επειδή είναι η ομάδα που υποστηρίζω και η ομάδα στην οποία μεγάλωσα. Επιστρέφω επειδή πιστεύω ότι το κλαμπ μπορεί να προχωρήσει μπροστά και να γίνει πραγματικά επιτυχημένο και θέλω να είμαι μέρος αυτής της προσπάθειας”.
Κανείς δεν ξέρει αν τη φετινή σεζόν θα δούμε τον ντεφορμαρισμένο επιθετικό των τελευταίων ετών ή έναν ανανεωμένο παίκτη που θα αποτελέσει ταυτόχρονα και πρότυπο για τους πιτσιρικάδες της ομάδας. Κανείς επίσης δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά την υποδοχή που θα του επιφυλάξουν οι οπαδοί, μετά τα όσα έχει περάσει η σχέση τους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα βρεθεί κανένας αντίπαλος να του φωνάξει: “Who are ya?”