O μύθος του αθάνατου τερματοφύλακα της Γκρέμιο
Ο Αίρτον Γκόντοφ είναι Βραζιλιάνος δημοσιογράφος, χρονικογράφος και οπαδός της Γκρέμιο. Όταν ήταν μικρός ο πατέρας του τον πήγε μια μέρα στο κοιμητήριο του Σάο Μιγκέλ στο Πόρτο Αλέγκρε. Αφού περπάτησαν για αρκετή ώρα στους διαδρόμους του νεκροταφείου, έφτασαν μπροστά στον τάφο που έψαχναν. Κρατώντας συνεχώς το χέρι του μπαμπά, ο μικρός Αίρτον διάβασε την επιγραφή: Εούρικο Λάρα (24 Ιανουαρίου 1897 – 6 Νοεμβρίου 1935). Τότε, ο πατέρας του ξεκίνησε τη διήγηση.
Ο Εούρικο Λάρα γεννήθηκε στην περιοχή Ουρουγκουάιανα στη νότια Βραζιλία και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα παίζοντας ως τερματοφύλακας στην ομάδα του στρατού. Τα τρομερά αντανακλαστικά του και η σιγουριά στις εξόδους του τον έκαναν να ξεχωρίσει αμέσως. Με τον καιρό η φήμη του εξαπλώθηκε και όλοι όσοι ασχολιόταν με το ποδόσφαιρο στην πολιτεία του Ριο Γκράντε ντο Σουλ είχαν ακούσει πως κοντά στα σύνορα με την Ουρουγουάη υπάρχει ένας τερματοφύλακας που όταν παίζει η ομάδα του δεν χάνει ποτέ.
Η Γκρέμιο ήταν η πρώτη που ενδιαφέρθηκε γι’αυτόν αλλά ο Λάρα αγαπούσε τόσο το μέρος που μεγάλωσε που για να αποφύγει τη μετακόμιση στο Πόρτο Αλέγκρε προσποιήθηκε τον άρρωστο. Μετά από πιέσεις μηνών οι άνθρωποι της Γκρέμιο τον μετέπεισαν και το 1920 τον έκαναν δικό τους. Με το πέρασμα των χρόνων ο Λάρα βελτιωνόταν συνεχώς, προσθέτοντας στο παιχνίδι του και χαρακτηριστικά που ελάχιστοι τερματοφύλακες της εποχής είχαν, όπως το να παίζει εκτός περιοχής. Μ’αυτόν κάτω από τα δοκάρια η Γκρέμιο κυριάρχησε και στο τοπικό πρωτάθλημα (δεν υπήρχε τότε εθνικό πρωτάθλημα Βραζιλίας) και στο πρωτάθλημα της πολιτείας, κατακτώντας 15 τίτλους σε 15 χρόνια!
Τα κατορθώματα του κυκλοφορούσαν σ’όλη τη χώρα αλλά πέρα από τους φιλάθλους του Πόρτο Αλέγκρε και της πολιτείας που ανήκει, ελάχιστοι άλλοι κατάφεραν να τον δούνε εν δράσει, αφού στις κλήσεις για την εθνική Βραζιλίας εκείνη την εποχή συμπεριλαμβανόταν μόνο παίκτες από την πρωτεύουσα και τις μεγάλες πολιτείες της χώρας. Έτσι οι υπόλοιποι Βραζιλιάνοι απλά άκουγαν ιστορίες για τα κατορθώματα του, όπως για τη μέρα που οι επίλεκτοι της πολιτείας αντιμετώπισαν τους επίλεκτους της πολιτείας Σάο Πάουλο. Εκεί ο Λάρα ήρθε για πρώτη φορά αντιμέτωπος με τους καλύτερους παίκτες της χώρας, ανάμεσα στους οποίους ήταν και περιβόητος Άρτουρ Φρίντενραιχ, ο πιο γνωστός Βραζιλιάνος επιθετικός της εποχής. Η ομάδα του Λάρα έχασε αναμενόμενα αλλά στο τέλος του αγώνα όλο το γήπεδο αποθέωσε τον 25χρονο τερματοφύλακα που έσωσε την εστία του σε περισσότερες από 20 περιπτώσεις!
Το φθινόπωρο του 1935 ο 38χρονος πλέον τερματοφύλακας, που είχε ήδη θέματα με την καρδιά του στο παρελθόν, έμαθε ότι πάσχει από φυματίωση. Οι γιατροί του είπαν πως πρέπει να παρατήσει άμεσα το ποδόσφαιρο και να νοσηλευτεί για όσο διάστημα χρειαστεί. Την ίδια περίοδο όμως η Γκρέμιο έδινε τα τελευταία κρίσιμα παιχνίδια που θα έκριναν το πρωτάθλημα. Ο Λάρα ήταν ο αρχηγός και ηγέτης της ομάδας, αυτός που πρόσφερε ασφάλεια σε όλους με την παρουσία του και μόνο κάτω από το τέρμα. Δεν υπήρχε καμία περίπτωση να την αφήσει μόνη.
Η μοίρα το έφερε έτσι που στο τελευταίο παιχνίδι της σεζόν η Γκρέμιο αντιμετώπιζε την αιώνια αντίπαλο της, Ιντερνασιονάλ, σ’ένα ακόμα “Gre-nal”, ένα από τα πιο φανατισμένα τοπικά ντέρμπι της Λατινικής Αμερικής. Το πρωί του αγώνα ο Εούρικο Λάρα, που λίγες μέρες πριν είχε νοσηλευτεί γιατί η υγεία χειροτέρευε μέρα με τη μέρα, πήρε τη μεγάλη απόφαση να παίξει. Έφυγε από το νοσοκομείο χωρίς άδεια και εμφανίστηκε στα αποδυτήρια λίγο πριν τη σέντρα, φορώντας τη στολή της ομάδας κάτω από τα ρούχα του και λέγοντας στον προπονητή “ήρθα για να παίξω”.
Όταν η Γκρέμιο μπήκε στο γήπεδο οι οπαδοί της ξεσηκώθηκαν, βλέποντας τη γνώριμη, λατρεμένη φιγούρα του αρχηγού να βγαίνει πρώτη από τα αποδυτήρια. Υπερνικώντας όλα τα προβλήματα υγείας του, ο 38χρονος έκανε το παιχνίδι της ζωής του κρατώντας το μηδέν. Λίγο πριν το τελευταίο σφύριγμα η Ιντερνασιονάλ κέρδισε πέναλτι. Το γήπεδο σίγησε σε τέτοιο βαθμό που το μόνο που ακουγόταν ήταν ο άνεμος. Ο επιθετικός έστησε τη μπάλα, πήρε φόρα και εκτέλεσε στην αριστερή γωνία. Ο Λάρα, ο αγαπημένος παίκτης όλων των οπαδών της Γκρέμιο, βούτηξε σωστά. Η μπάλα βρήκε το στήθος του. Πέφτοντας στο έδαφος μαζί της, την αγκάλιασε. Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που έκανε στη ζωή του. Ο Λάρα έμεινε ακίνητος στο χόρτο, αγκαλιά με τη μπάλα. Τα πανηγύρια στις κερκίδες σταμάτησαν ακαριαία, ο γιατρός που έτρεξε να τον βοηθήσει δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Η καρδιά του είχε σταματήσει. Η Γκρέμιο κέρδισε ένα πρωτάθλημα απέναντι στη μισητή της αντίπαλο αλλά έχασε για πάντα τον ηγέτη της.
Αυτή την ιστορία άκουσε ο πιτσιρικάς Αίρτον Γκόντοφ από τον πατέρα του, όρθιος μπροστά στον τάφο του Εούρικο Λάρα. Χρόνια μετά, αφού τελείωσε τις σπουδές του και έγινε δημοσιογράφος, ανακάλυψε ότι όπως συμβαίνει αρκετές φορές με τις λατινοαμερικάνικες ποδοσφαιρικές – και όχι μόνο – διηγήσεις, η αλήθεια ήταν… λιγάκι διαφορετική. Ο Λάρα πράγματι ήταν βαριά άρρωστος την ημέρα που παίχτηκε το ντέρμπι με την Ιντερνασιονάλ που έκρινε τον τίτλο. Αγνόησε τις προσταγές των γιατρών, ξεκίνησε το παιχνίδι κανονικά και έβγαλε όλο το πρώτο ημίχρονο, σώζοντας αρκετές φορές την εστία του. Στην ανάπαυλα όμως κατέρρευσε. Οι πόνοι ήταν ανυπόφοροι. Ένα ασθενοφόρο τον μετέφερε εσπευσμένα στο νοσοκομείο, απ’όπου και έμαθε αργότερα ότι η αγαπημένη του Γκρέμιο σκόραρε δυο φορές στην επανάληψη και κέρδισε τον τίτλο.
Μερικές εβδομάδες αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο. Οι γιατροί ανακοίνωσαν πως ο θάνατος του επισπεύσθηκε από το ότι τους τελευταίους μήνες αδιαφόρησε για τις συμβουλές τους και συνέχισε να παίζει. Τη μέρα της κηδείας του τα πάντα στο Πόρτο Αλέγκρε σταμάτησαν για λίγο. 30.000 άνθρωποι, ανάμεσα τους και οπαδοί της Ιντερνασιονάλ, συμμετείχαν στο τελευταίο αντίο ενός τερματοφύλακα που πρώτα έγινε αρχηγός, ύστερα ηγέτης και μετά το θάνατο του (όπως κατάλαβε από πρώτο χέρι ο Αίρτον Γκόντοφ) κανονικός μύθος.
Δυο δεκαετίες μετά, ένας από τους πιο διάσημους Βραζιλιάνους συνθέτες της εποχής, ο Λουπιτσίνιο Ροντρίγκες, κλήθηκε να γράψει τον ύμνο της Γκρέμιο. Στους στίχους του συμπεριέλαβε ένα τετράστιχο για τον “αθάνατο Λάρα”, τα ιδανικά του οποίου “οδηγούν όλο το σύλλογο μέχρι και σήμερα”. Είναι ο μοναδικός παίκτης που το όνομα του αναφέρεται σε ύμνο ομάδας στη Βραζιλία.
Η αλήθεια για όλα τα κατορθώματα του δεν θα γίνει ποτέ γνωστή. Σ’αυτές τις περιπτώσεις η ορθότητα των ιστοριών συνήθως ακροβατεί σε μια λεπτή γραμμή που χωρίζει τα πραγματικά γεγονότα από τον μύθο. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι σε έναν αγώνα έσπασε το χέρι του και συνέχισε να παίζει κανονικά μέχρι το τέλος, διώχνοντας τη μπάλα μόνο με τα πόδια και με το άλλο χέρι. Κάποιοι τραβάνε ακόμα περισσότερο το παραμύθι του τελευταίου αγώνα, λέγοντας πως ο παίκτης που χτύπησε το πέναλτι της Ιντερνασιονάλ ήταν ο αδερφός του, που μάλιστα τον προειδοποίησε πριν την εκτέλεση πως η καρδιά του δεν θα αντέξει μια τόσο έντονη κατάσταση.
Παρ’όλο που ακόμα και η αληθινή εκδοχή είναι υπέροχη και αξιομνημόνευτη από μόνη της, οι οπαδοί της Γκρέμιο δεν πρόκειται να σταματήσουν να μεταφέρουν τον μύθο, με τις εξτρά ρομαντικές πινελιές, από γενιά σε γενιά. Ο οπαδισμός άλλωστε, ευτυχώς ή δυστυχώς, περνάει κυρίως από την καρδιά και λιγότερο από το μυαλό. Στον επίλογο του αφιερώματος του για τον Λάρα, ο 56χρονος σήμερα Αίρτον Γκόντοφ έγραψε: “Η αλήθεια είναι λίγο διαφορετική από αυτή που μου έμαθαν αλλά παρ’όλα αυτά κι εγώ στον γιο μου θα μεταφέρω την ιστορία ακριβώς όπως ο πατέρας μου: Κρατώντας το χεράκι του, μπροστά από τον τάφο του αξέχαστου Εούρικο Λάρα, που με φυματίωση και πρόβλημα στην καρδιά, υπερασπίστηκε την εστία του σ’ένα πέναλτι και πέθανε, χαρίζοντας ταυτόχρονα το πρωτάθλημα στη Γκρέμιο”.