Όταν η Ευρώπη έμαθε την Ουρουγουάη
Αν κάποιος ανοίξει την τηλεόραση για να παρακολουθήσει έναν αγώνα της Ουρουγουάης και κοιτάξει τη φανέλα της, πιθανότατα να του δημιουργηθεί μια απορία. Γιατί έχουν βάλει αυτοί οι περίεργοι τύποι τέσσερα αστέρια; Μία εθνική ομάδα, να βάζει περισσότερα αστέρια από τις κατακτήσεις Μουντιάλ (δύο, το 1930 και το 1950), σίγουρα δεν είναι φυσιολογικό. Κι όμως, υπάρχει εξήγηση για την οποία πρέπει να ταξιδέψουμε σχεδόν 100 χρόνια πριν, τότε που ακόμα δεν υπήρχε το Μουντιάλ.
Το ποδόσφαιρο στη Νότια Αμερική αναπτύχθηκε με ταχείς ρυθμούς στις αρχές του περασμένου αιώνα. Ας είναι καλά οι Βρετανοί που πήγαν να δουλέψουν σε διάφορες χώρες και κουβάλησαν μαζί την τρέλα τους. Πάρα πολλές ποδοσφαιρικές ομάδες στη Νότια Αμερική ιδρύθηκαν από Βρετανούς (κυρίως Άγγλους) και γι’ αυτό είναι τόσα και τα αγγλικά ονόματα σε συλλόγους. Οι Λατινοαμερικάνοι όμως γρήγορα άρχισαν να ξεφεύγουν από τις νόρμες του τότε παραδοσιακού ποδοσφαίρου. Μιλάμε για ένα ποδόσφαιρο που αρχικά ήταν κάτι παρόμοιο σαν αυτό που λέμε ράγκμπι, ένα άθλημα χωρίς πολλές πάσες και τακτική. Η πρώτη ουσιαστική επανάσταση έγινε με το περίφημο 2-3-5 και την “Πυραμίδα” και αργότερα με το WM, το ας πούμε 3-2-2-3.
Στη Νότια Αμερική όμως άρχισαν να μπαίνουν και άλλα στοιχεία στο ποδόσφαιρο, να μπαίνει ο χαρακτήρας, η κουλτούρα των διαφορετικών χωρών, τόσο ατομικά, όσο και ομαδικά. Το ποδόσφαιρο της γειτονιάς, οι πάσες, οι ντρίμπλες, η ποδοσφαιρική αλητεία του δρόμου. Για να καταλάβει κανείς πόσο μπροστά ήταν στη Νότια Αμερική, μόλις το 1901 γίνεται το πρώτο Ουρουγουάη-Αργεντινή, ενώ το 1916 γίνεται το πρώτο Πρωτάθλημα Νοτίου Αμερικής, αυτό που ονομάζουμε σήμερα Κόπα Αμέρικα. Το Εuro παρ’ ότι υπήρχε ως ιδέα, έγινε πράξη το 1960 και το Παγκόσμιο Κύπελλο το 1930. Γι’ αυτό, εκείνα τα χρόνια ο μοναδικός τρόπος να βρεθούν εθνικές ομάδες μεταξύ τους σε κάποιον μεγάλο θεσμό ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Το 1900 έγιναν αγώνες επίδειξης κυρίως και το 1904 συμμετείχαν μόλις δύο ομάδες από τις ΗΠΑ και μία από τον Καναδά. Από το 1908 και μετά όμως άρχισαν περισσότερες χώρες να συμμετέχουν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία από την Ευρώπη.
Το 1923 η Ουρουγουάη έγινε μέλος της FIFA κι ο Ατίλιο Ναράνσιο, μέλος της Π.Ο. της χώρας, υποσχέθηκε στους παίκτες ότι σε περίπτωση κατάκτησης του Κόπα Αμέρικα (ας το λέμε έτσι), θα ταξίδευαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924 στο Παρίσι. Πράγματι, η Ουρουγουάη κατέκτησε το τρόπαιο για 4η φορά κι έτσι μετά από πιέσεις στην κυβέρνηση και την Ολυμπιακή Επιτροπή της χώρας, αποφασίστηκε η Σελέστε να ταξιδέψει στην Ευρώπη και μαζί με 18 ευρωπαϊκές ομάδες και τις ΗΠΑ, Τουρκία και Αίγυπτο να πάρει μέρος στο ποδοσφαιρικό τουρνουά των Ολυμπιακών του 1924. Φυσικά υπήρχαν πολλά πρακτικά προβλήματα. Το πώς θα ταξιδέψει η εθνική, πού θα βρεθούν χρήματα, πώς θα πάρουν οι ποδοσφαιριστές άδεια από τις κανονικές τους δουλειές και πάει λέγοντας. Ίσως το πιο σοβαρό ήταν να ξεπεραστεί ο φόβος ότι η ομάδα θα αποδειχτεί πολύ αδύναμη για να είναι ανταγωνιστική. Βλέπετε, μπορεί η Ουρουγουάη να ήταν από τις κορυφαίες χώρες στη Ν. Αμερική, αλλά δεν γίνονταν παιχνίδια ώστε να αναμετρηθεί με τις παραδοσιακές δυνάμεις. Όλοι θεωρούσαν το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο το πιο ισχυρό. Τελικά, τα μεγάλα κεφάλια πείστηκαν και με τα περιορισμένα χρήματα κλείστηκαν εισιτήρια με το γαλλικό πλοίο “Ντεζιράδε”, ταξιδεύοντας “3η θέση” (κάτι ίσως σαν τον Λεονάρντο ντι Κάπριο στον Τιτανικό). Η Ουρουγουάη αναχώρησε στις 16 Μαρτίου και έφτασε στην Ισπανία και συγκεκριμένα στο Βίγκο στις 7 Απριλίου.
Η επιλογή της Ισπανίας δεν ήταν τυχαία. Για να καλυφθούν τα έξοδα του ταξιδιού, η Ουρουγουάη συμφώνησε να κάνει τουρνέ στη χώρα παίζοντας φιλικά. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο “La Historia de Nacional”, το πρώτο παιχνίδι έγινε υπό καταρρακτώδη βροχή απέναντι σε μια Θέλτα που είχε και παίκτες από άλλες ομάδες, ακόμα και την Κορούνια. Η Ουρουγουάη κέρδισε με 3-0 δείχνοντας την αξία της. Στο επόμενο ματς την ξανακέρδισε με 4-1. Η τουρνέ συνεχίστηκε με τον ίδιο τρόπο, με τη Σελέστε να κερδίζει σπουδαίους αντιπάλους όπως την Αθλέτικ Μπιλμπάο, τη Ρεάλ Σοσιεδάδ και τη Λα Κορούνια (σε επεισοδιακό ματς που είχε είσοδο εξαγριωμένων ντόπιων οπαδών). Η Ουρουγουάη ολοκλήρωσε τα φιλικά με 9 νίκες σε 9 παιχνίδια και γκολ 25-8, ενώ κέρδισε και την Ατλέτικο Μαδρίτης μπροστά στον βασιλιά Αλφόνσο με 4-2, με παίκτες άλλων ομάδων να ενισχύουν τους Μαδριλένους. Θα περίμενε κανείς ότι οι Ευρωπαίοι θα είχαν εντυπωσιαστεί. Η αλήθεια είναι όμως ότι οι ισπανικές εφημερίδες ήταν από αλαζονικές μέχρι προσβλητικές. Η El Mundo Deportivo έγραψε ότι η Ουρουγουάη δεν είχε ελπίδες για κάτι καλό στους Ολυμπιακούς, ενώ η La Vanguardia έκανε κριτική λέγοντας ότι η Ουρουγουάη ήταν κατώτερη από την Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία, τη Δανία, ακόμα και από την Ολλανδία. Για τη δε Ισπανία, τα λόγια ήταν: “δεν μπορεί να γίνει καν σύγκριση, πιστεύουμε ότι μπορούμε να φτιάξουμε δυο-τρεις εθνικές με Ισπανούς παίκτες που θα είναι καλύτερες”.
Κάπως έτσι, μετά από αυτή την εξαιρετική τουρνέ, η Ουρουγουάη ταξίδεψε στο Παρίσι με τον ποδοσφαιρικό κόσμο να μην έχει σε εκτίμηση την ομάδα από μία χώρα που τότε ο απλός Ευρωπαίος αγνοούσε την ύπαρξή της. Οι παίκτες εντυπωσιάστηκαν από τον Πύργο του Άιφελ, αλλά όταν είδαν το “ολυμπιακό χωριό” απογοητεύτηκαν. Υπήρχαν κάποια ξύλινα σπιτάκια σε άθλια κατάσταση και σίγουρα όχι ικανά να προσφέρουν άνεση σε αθλητές. Όλη η αποστολή έφυγε και τελικά βρήκε το σπίτι μιας ηλικιωμένης κυρίας με κήπους εκτός πόλης, για να μπορούν οι παίκτες να κάνουν το παραδοσιακό τους μπάρμπεκιου.
Παρά το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι δεν θεωρούσαν σοβαρή αντίπαλο την ομάδα από την άγνωστη χώρα, οι Ουρουγουανοί είχαν πάει στη Γαλλία για το καλύτερο. Ο σπουδαίος τερματοφύλακας της ομάδας Αντρές Μασάλι ήταν παράλληλα και γυμναστής, καθώς ήταν καταπληκτικός αθλητής τόσο στα 400 με εμπόδια, όσο και στο μπάσκετ, ενώ παράλληλα η ομάδα είχε ως προπονητή/φυσιοθεραπευτή τον Ερνέστο Φίγκολι. Έναν άνθρωπο που έγραψε ιστορία εκείνα τα χρόνια σε όλες τις επιτυχίες της χώρας, ως προπονητής, μασέρ, μέχρι και μάγειρας.
Πέρα από την αξία των παικτών όμως, υπήρχε κι η νοτιοαμερικάνικη πονηριά. Έτσι, όταν στην τελευταία προπόνηση της Ουρουγουάης εμφανίστηκαν δύο “κατάσκοποι” των Γιουγκοσλάβων (των αντιπάλων στο πρώτο νοκ-άουτ παιχνίδι), ο Φίγκολι έδωσε εντολή στους παίκτες του να δείξουν το χειρότερο εαυτό τους. Κοντρόλ με το καλάμι, σουτ δέκα μέτρα πάνω από την εστία, πάσες μηδαμινής ακριβείας, μια ομάδα που φαινόταν παρατράγουδο και γέμισε με οίκτο τους αντιπάλους. Ο αστικός μύθος λέει ότι ο “Ελ Νέγκρο” Αντράντε, ένας εξαιρετικός χαφ, είχε ντυθεί σαν Ινδιάνος και κρατούσε ένα ακόντιο στη μέση του γηπέδου. Μετά από αυτές τις φολκλορικές σκηνές, ένας από τους Γιουγκοσλάβους είπε ότι ήταν πολύ κρίμα που έπρεπε να παίξουν με αυτούς στο πρώτο παιχνίδι, ενώ η γαλλική εφημερίδα Le Temps έγραψε: “δυστυχώς οι νεαροί Νοτιοαμερικάνοι είναι τρομερά αδέξιοι, μας στενοχωρεί που έκαναν ένα τόσο μεγάλο ταξίδι και θα πρέπει μετά το πρώτο ματς να γυρίσουν”.
Οι μόλις 2-3 χιλιάδες θεατές που πήγαν στις 26 Μαΐου του 1924 στο στάδιο του βορειοδυτικού Παρισιού που γινόταν το Ουρουγουάη-Γιουγκοσλαβία, αντίκρισαν κάτι απίστευτο. Οι άσχετοι Ουρουγουανοί μετατράπηκαν σε μια τρομερή ομάδα που διέλυσε με 7-0 τη Γιουγκοσλαβία και φυσικά δεν γύρισε πίσω μετά το πρώτο ματς. Στον επόμενο γύρο, η Ουρουγουάη απέκλεισε με 3-0 τις ΗΠΑ. Ο κόσμος άρχισε να παίρνει στα σοβαρά την ομάδα, τα σκορ τέτοιου μεγέθους δεν ήταν σπάνια εκείνα τα τα χρόνια μεν, αλλά ήταν το διαφορετικό ποδόσφαιρο της Ουρουγουάης αυτό που την έκανε να ξεχωρίζει. Πάσες, gambetas (σλάλομ με ντρίμπλες), συνδυασμοί.
Στα προημιτελικά, η Ουρουγουάη αντιμετώπισε το μεγάλο φαβορί, τη γηπεδούχο Γαλλία. Αυτή τη φορά μπροστά σε 30.000 θεατές, οι Ουρουγουανοί έκαναν ένα ακόμα δωρεάν μάθημα ποδοσφαίρου. Διέλυσαν με 5-1 τους Γάλλους και πέρασαν στα ημιτελικά, κερδίζοντας πλέον τον σεβασμό όλων των αντιπάλων.
“Δεν μας υπολόγιζαν γιατί μέχρι τότε παίζαμε στο Ρίο, το Μοντεβιδέο και το Μπουένος Άιρες. Μας θεωρούσαν μικρούς γιατί ταξιδέψαμε με τρίτη θέση. Δεν γνώριζαν ότι για μας ήταν εξίσου σημαντικός με τους παίκτες ο προπονητής, ο γιατρός κι ο φυσιοθεραπευτής. Μπορούσαμε να παίζουμε με 90 λεπτά στον ίδιο ρυθμό και πήγαμε στο Παρίσι για να κερδίσουμε, γι’ αυτό αποφύγαμε να μείνουμε κάπου στο κέντρο του“, είχε δηλώσει ο Ερνέστο Φίγκολο. Το σπίτι της μαντάμ Παν ήταν ένα ησυχαστήριο μακριά από τους πειρασμούς της γαλλικής πρωτεύουσας, αν και με τα ματς να προχωρούν και το γαλλικό κοινό να μαθαίνει γι’ αυτή την εξωτική χώρα, οι διηγήσεις λένε ότι πολλές Γαλλίδες μαζεύονταν εκεί για να δουν από κοντά τους Ουρουγουανούς.
Το πιο δύσκολο ματς αποδείχθηκε ο ημιτελικός με την Ολλανδία. Η Ουρουγουάη επικράτησε μόλις με 2-1 και κέρδισε την πρόκριση στον τελικό. Εκεί, πάνω από 40.000 θεατές μαζεύτηκαν στο γήπεδο, ενώ πολλοί έμειναν απ’ έξω. Οι Γάλλοι είχαν λατρέψει τους Νοτιοαμερικάνους. Το φαινόμενο Ουρουγουάη δεν απογοήτευσε. Κέρδισε εύκολα με 3-0 την Ελβετία και αποθεώθηκε από το κοινό. Η πρώτη ομάδα από τη Νότια Αμερική που ταξίδεψε στην Ευρώπη, κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο. Κι όχι μόνο, ήταν αυτή που έγραψε ιστορία, κάνοντας το γύρο του θριάμβου για πρώτη φορά σε στάδιο. Γι’ αυτό και το όνομα στα ισπανικά είναι “vuelta olimpica”, από εκείνο το απόγευμα στις 9 Ιουνίου του 1924 που οι Γάλλοι πετούσαν λουλούδια στους νικητές. Η ιταλική Gazzetta έγραψε ότι το ποδόσφαιρο πλέον ανήκει στη Νότια Αμερική. Και όντως, τέσσερα χρόνια αργότερα, στους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες, η Ουρουγουάη θα έβρισκε εκεί την Αργεντινή. Το πρώτο αστέρι από τα τέσσερα στη γαλάζια φανέλα της Ουρουγουάης, έλαμψε εκείνες τις ημέρες του 1924. Κι ας μην αναγνωρίζεται ως Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο κόσμος του ποδοσφαίρου είχε κατατάξει την Ουρουγουάη ως την καλύτερη.