Ο ορισμός του δεξιού μπακ κυρία μου
Αν στην ταινία “Ας περιμένουν οι γυναίκες” ο Γιάννης Ζουγανέλης και ο Σάκης Μπουλάς δεν μάλωναν για κάποιο ΠΑΟΚ-ΑΕΚ, αλλά η κουβέντα γινόταν για κάποιο μεγάλο ματς Ρόμα-Μίλαν όπως αυτό της Κυριακής, τότε πιθανώς η συμπαθέστατη κυρία να ρωτούσε “ήταν καλό δεξιό μπακ ο Καφού κύριε Πάνο;” και η απάντηση του Ζουγανέλη να ήταν η παραπάνω. Βλέπετε, όσο και να μη θέλεις να κολλάς την ταμπέλα του καλύτερου ή να φτιάχνεις λίστες με τους κορυφαίους, όταν σκέφτεσαι τον Μάρκο Εβανγκελίστα ντε Μοράις που τον μάθαμε ως Καφού, δεν γίνεται συνειρμικά να μη τον θεωρείς συνώνυμο με τη θέση αυτή. Και σίγουρα τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε δει κι άλλους καταπληκτικούς παίκτες σε αυτή τη θέση, αλλά για παράδειγμα ο Ντάνι Άλβες ήταν εξαιρετικός και φαντεζί επιθετικά, όχι όμως τόσο ισορροπημένος αμυντικά, ενώ Ζανέτι και Λαμ ήταν τόσο πλήρεις που μπορούσαν να παίζουν σε διάφορες θέσεις. Η ταυτότητα του Καφού αντιθέτως, έγραφε “δεξί μπακ”. Ολοκληρωμένο δεξί μπακ.
Όταν στις 7 Ιουνίου του 1970 η Βραζιλία αντιμετώπιζε την Αγγλία στη Γουαδαλαχάρα για το Μουντιάλ του Μεξικού, η κυρία Κλεούσα Εβανγκελίστα ντε Μοράις έμπαινε σε νοσοκομείο του Σάο Πάουλο για να φέρει στον κόσμο ένα αγοράκι (ένα από τα έξι παιδιά που γέννησε). Όπως φαντάζεται κανείς, γνωρίζοντας την τρέλα των Βραζιλιάνων, δεν ήταν ότι και πιο ασφαλές να γεννήσεις εκείνη την ημέρα, μια που το μυαλό όλων ήταν στον αγώνα. Η διήγηση στη Βραζιλία λέει ότι μια νοσοκόμα είπε: “Έλα μικρέ Πελέ, ήρθε ή ώρα να γεννηθείς για να δούμε και το τέλος του αγώνα”. Τελικά το αγοράκι 3,6 κιλών γεννήθηκε λίγη ώρα μετά τη λήξη του ματς και αφού ο Ζαϊρζίνιο είχε χαρίσει τη σπουδαία νίκη στη Βραζιλία. “Θα γίνει ποδοσφαιριστής”, είπε προφητικά η νοσοκόμα και έπεσε μέσα.
Τα παιδικά χρόνια του Καφού, όπως και τον περισσότερων παιδιών στη φαβέλα της Ζαρντίμ Ιρένε στο Σάο Πάουλο των 12 πλέον εκατομμυρίων κατοίκων, δεν ήταν εύκολα. Η οικογένεια ζούσε σε ένα μικρό σπιτάκι και όλοι κοιμόντουσαν μαζί στο ένα και μοναδικό δωμάτιο. Πολύς κόσμος στη Ζαρντίμ Ιρένε δεν είχε νερό ή ηλεκτρικό, οι αποχετεύσεις έριχναν τα λύματα στο δρόμο, το σχολείο για πολλά χρόνια ήταν φτιαγμένο από μεταλλικούς σωλήνες, τα σπίτια ήταν παράγκες από υλικά που προέρχονταν από τα σκουπίδια. Ο Καφού δεν ζούσε σε τραγικές συνθήκες όπως πολλοί φίλοι του, η οικογένειά του τα κατάφερνε σχετικά καλά, για τα δεδομένα της περιοχής πάντα). Όπως ήταν φυσικό, η μπάλα ήταν η αγαπημένη ασχολία του μικρού Βραζιλιάνου. Το όνομά του άλλωστε προέρχεται από έναν παλιό ποδοσφαιριστή της Φλουμινένσε (ομάδας του πατέρα του), τον Καφουρίνγκα. Με την οικονομική βοήθεια φίλων, αυτός και τα αδέρφια του Μαουρίτσιο και Μάουρο πήγαν στις ακαδημίες του Πέδρο Ρότσα, ενός σπουδαίου Ουρουγουανού ποδοσφαιριστή που είχε γράψει ιστορία με τη φανέλα της Σάο Πάουλο. Ο Καφού ξεχώριζε για τις ατελείωτες δυνάμεις του, έπαιζε συνέχεια χωρίς να κουράζεται και εντυπωσίαζε. Στα 15 του όμως έπρεπε να πάρει την απόφαση τι θα κάνει με τη ζωή του. Βλέπετε, στη Βραζιλία στις φτωχές οικογένειες τα αγόρια πρέπει να αρχίσουν να βοηθούν οικονομικά και να βρουν μια δουλειά πριν ακόμα ενηλικιωθούν. Ο Μαουρίτσιο εγκατέλειψε την μπάλα και ασχολήθηκε με το βερνίκωμα επίπλων, ενώ ο Μάουρο έγινε διανομέας. Ήταν η σειρά του Καφού να αφήσει την μπάλα.
Ο πιτσιρικάς όμως πίστευε πολύ στις δυνατότητές του και πήγε να δοκιμαστεί στη Σάο Πάουλο. Παρ’ ότι τα πήγε καλά, του είπαν ότι δεν υπάρχει θέση γι’ αυτόν στην ομάδα. Δοκίμασε και σε άλλες ομάδες και απορρίφθηκε, όπως στην Πορτουγκέζα. Τελικά, βρήκε θέση σε μια μικρή τοπική ομάδα, τη Νασιονάλ. Ακόμα κι εκεί όμως δεν ήταν εύκολα τα πράγματα, αφού ναι μεν τον πήραν, αλλά ο προπονητής “Πίτσου” ήταν αυτός που τον είχε κόψει στην Πορτουγκέζα. Αρχικά τον χρησιμοποίησε, αλλά γρήγορα έχασε τη θέση του κι ο Πίτσου δεν τον κράτησε στην ομάδα. Χρόνια αργότερα, ο αμετανόητος προπονητής δήλωσε: “Είχε εξαιρετικές δυνατότητες, αλλά στο γήπεδο δεν έκανε ούτε το 1% από αυτά που έκανε στις προπονήσεις. Όταν τον έδιωξα, του πλήγωσα την περηφάνια. Αυτό τον έκανε να βελτιωθεί πολύ“.
Ο Καφού δοκιμάστηκε τουλάχιστον 12 φορές σε διάφορες ομάδες, από μεγάλες όπως Παλμέιρας, Κορίνθιανς και Σάο Πάουλο (τέσσερις φορές), μέχρι αρκετά μικρότερες. Όπως θυμάται ο ίδιος: “Οι περισσότεροι προπονητές μου έλεγαν να δοκιμάσω ξανά την επόμενη εβδομάδα. Αλλά εγώ δεν το έβαλα κάτω”. Την ίδια στιγμή συνέχιζε να παίζει στη γειτονιά του, εκεί που ήταν θρύλος στις ομηρικές μονομαχίες στο ποδόσφαιρο του δρόμου. Η ευκαιρία τελικά ήρθε στην… Ιτακουακετσετούμπα, μια ομάδα που έπαιζε στην 3η κατηγορία του πρωταθλήματος του Σάο Πάουλο. Ο κόουτς Ζοάο Αλεμάο εντυπωσιάστηκε, τον πήρε εκεί και ο Καφού έπαιξε εξαιρετικά. Και μπορεί να είχε απορριφθεί τέσσερις φορές από τη Σάο Πάουλο, αλλά η μοίρα τον ήθελε να φορέσει τη φανέλα της. Η Ιτακουακετσετούμπα (πείτε το δύο φορές γρήγορα να δω κάτι) έπαιξε φιλικό με τη Σάο Πάουλο και ο Καφού εντυπωσίασε τον προπονητή της δεύτερης που εισηγήθηκε την απόκτησή του. Το όνειρο έγινε πραγματικότητα. Στα 18 του, ο Καφού ήταν πλέον παίκτης των ακαδημιών μιας μεγάλης ομάδας.
Ένας τραυματισμός του βασικού Ζε Τεόντορο, τον έφερε στα 19 του στην ανδρική ομάδα και άρπαξε την ευκαιρία. Χάρη στον κόουτς Τέλε Σαντάνα, που πίστευε ότι ο Καφού είχε τα ιδανικά στοιχεία για να μετατραπεί σε μπακ από χαφ που έπαιζε μέχρι τότε, ο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής δούλεψε πολύ. Έκανε έξτρα προπόνηση σε σέντρες και ντρίμπλες για να βελτιωθεί και καθιερώθηκε πλέον ως δεξιός μπακ. Ο Καφού κέρδισε πρωτάθλημα Βραζιλίας, τοπικά πρωταθλήματα Παουλίστα και κυρίως δύο συνεχόμενα κύπελλα Λιμπερταδόρες και δύο Διηπειρωτικά απέναντι σε Μπαρσελόνα και Μίλαν. Όλα αυτά μέχρι τα 23 του και ενώ ήταν ήδη διεθνής με τη Σελεσάο από τα 20 και είχε πάρει ένα σωρό ατομικά βραβεία. Το όνομά του έγινε γνωστό στη Βραζιλία και φυσικά έφτασε μέχρι την Ευρώπη.
Ίσως οι περισσότεροι δεν το θυμούνται, αλλά το πρώτο πέρασμα του Καφού από την Ευρώπη δεν ήταν στην Ιταλία. Ήταν στην Ισπανία και τη Ρεάλ Σαραγόσα (για τους φίλους Θαραγόθα), όταν και έγινε η πρώτη χειμερινή μεταγραφή στην ιστορία του συλλόγου. Ήταν μια τεράστια επιτυχία για την ομάδα, καθώς ο Καφού ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής και είχε ψηφιστεί καλύτερος Νοτιοαμερικάνος ποδοσφαιριστής για το 1994. Η Σαραγόσα όμως είχε στην ίδια θέση τον Αλμπέρτο Μπελσουέ, έναν θρύλο του συλλόγου που έπαιξε για 10 χρόνια εκεί (έκανε και ένα πέρασμα από τον Ηρακλή αργότερα) και ήταν το ίνδαλμα του κόσμου. Ο Καφού αντιμετώπισε και κάποια προβλήματα τραυματισμού, δεν ήταν παρόντας στον σπουδαίο τελικό του Κυπελλούχων απέναντι στην Άρσεναλ, πανηγύρισε όμως τον τίτλο, έχοντας παίξει στον ημιτελικό με την Τσέλσι στο Στάμφορντ Μπριτζ και γράφοντας κάτι παραπάνω από 1000′ συμμετοχής στο εξάμηνό του στην Ισπανία.
Παρ’ ότι ο κόουτς Βίκτορ Φερνάντεθ τον ήθελε στην ομάδα, ο Καφού αποφάσισε να επιστρέψει στη Βραζιλία. Ο λόγος; Τα πολλά χρήματα που είχε αποκτήσει τότε η Παλμέιρας την οποία είχε αγοράσει ο κολοσσός Parmalat. Η Σάο Πάουλο έχοντας διαβλέψει τον κίνδυνο, είχε βάλει ειδικό ρόλο με τη Σαραγόσα. Να μην τον πουλήσει σε άλλη ομάδα της πόλης. Το έκανε γιατί την είχε ήδη πατήσει, όταν ο Αντόνιο Κάρλος Ζάγκο πήγε στην Αλμπαθέτε και στη συνέχεια επέστρεψε στη Βραζιλία με τη φανέλα της Παλμέιρας. Δυστυχώς όμως για τη Σάο Πάουλο, δεν τα κατάφερε ούτε με τον Καφού. Η Parmalat είχε στην κατοχή της και τη Ζουβεντούδε, ο Καφού πήγε για ελάχιστα παιχνίδια εκεί και μετά στην πλούσια Παλμέιρας. Το μόνο κέρδος για τη Σάο Πάουλο ήταν μια αποζημίωση που κατάφερε να κερδίσει αρκετό καιρό μετά.
Ο Καφού πέρασε δύο σεζόν στην Παλμέιρας και μετά ήρθε ξανά η ώρα της Ευρώπης και της καταξίωσης εκεί. Η μεταγραφή στη Ρόμα ήταν μια από τις πιο επιτυχημένες κινήσεις στην ιστορία του συλλόγου. Πέρασε έξι χρόνια στην πρωτεύουσα της Ιταλίας, έξι χρόνια δημιουργικά, γεμάτα επιτυχίες, αλλά και αποτυχίες. Αγαπήθηκε και αγάπησε. Έζησε διαφορετικές καταστάσεις και διαφορετικούς προπονητές. Από τον λάτρη της επίθεσης Ζέμαν, μέχρι τον πιο κλασικό Ιταλό Φάμπιο Καπέλο. Το παρατσούκλι “Ιλ Πεντολίνο” του κόλλησε, το τραίνο εξπρές. Και ήταν μαζί την υπόλοιπη παροικία (Αλνταΐρ, Αντόνιο Κάρλος Ζάγκο, Έμερσον, Μάρκος Ασουνσάο), αλλά και με ένα σωρό άλλους σπουδαίους ποδοσφαιριστές: Τόττι, Μοντέλα, Ντελβέκιο, Μπατιστούτα, Νακάτα, Σάμουελ όταν το 2001 η Ρόμα πανηγύρισε το τρίτο πρωτάθλημα στην ιστορία της.
Με το νούμερο 2 κολλημένο στην πλάτη του, ο Καφού ήταν ένας πλήρης μπακ, βγαλμένος από τα πιο υγρά ποδοσφαιρικά όνειρα. Με επιθετικές και δημιουργικές αρετές, αλλά εξίσου καλός αμυντικά. Για χρόνια αποτέλεσε το ISO της θέσης. Για περίπου 1,5 δεκαετία το όνομά του ήταν στα χείλια Βραζιλιάνων και Ιταλών, αλλά και πολλών ακόμα ουδέτερων. Δεν υστερούσε κάπου, εκτός από το σκοράρισμα φυσικά. Α, και τα πέναλτι. Όπως είπε σε μια συνέντευξή του στο FourFourTwo, ευτυχώς που στον τελικό του 1994 δεν εκτέλεσε πέναλτι γιατί δεν ήταν το φόρτε του και δεν ήταν έτοιμος να το κάνει.
Κι όταν το τέλος θεωρητικά πλησίαζε κι ο Καφού στα 33 του φαινόταν έτοιμος να μετακομίσει στην Ιαπωνία για τα τελευταία ένσημα, ήρθε η πρόταση από τη Μίλαν. Δεκαπέντε ημέρες πριν παρουσιαστεί από τη Γιοκοχάμα, η Μίλαν τον πλησίασε και του είπε ότι τον θέλει. Τα χρήματα ήταν λιγότερα, αλλά ο Καφού δεν μπορούσε να αρνηθεί το όνειρο του Τσάμπιονς Λιγκ. Επέστρεψε την προκαταβολή στους Ιάπωνες που δεν έφεραν αντίρρηση και πήγε στο Μιλάνο όπου κανείς δεν περίμενε ότι θα έπαιζε για τόσο καιρό και τόσο καλά. Αλλά από το Ζαρντίμ Ιρένε ακόμα, όλοι όσοι ήξεραν τον Καφού και τις αντοχές του. Κάποτε ο σερ Άλεξ Φέργκιουσον είχε αναρωτηθεί αν ο Καφού έχει δύο καρδιές και έτρεχε τόσο χωρίς να κουράζεται. Κατέκτησε μεταξύ άλλων ένα ακόμα πρωτάθλημα στην Ιταλία και φυσικά το Τσάμπιονς Λιγκ του 2007 στην Αθήνα, αν και στον τελικό δεν έπαιξε.
Παράλληλα, ο Καφού ανέβαζε κάθε χρόνο τις συμμετοχές του στην εθνική Βραζιλίας. Ξεκίνησε το 1990 και έπαιξε μέχρι και το 2006, στο τέταρτο Μουντιάλ της καριέρας του, στα 36 του. Ήταν ο αρχηγός το 2002, έπαιξε στον τελικό το 1994 και ήταν σχεδόν πάντα ένα σημείο αναφοράς. Κατέχει μέχρι και σήμερα το ρεκόρ συμμετοχών της Βραζιλίας με 142 ενώ έχει παίξει και περισσότερα παιχνίδια Μουντιάλ (20) από κάθε άλλο συμπατριώτη του. Επιπλέον κέρδισε και δυο Κόπα Αμέρικα. Ένας θρύλος του παγκοσμίου ποδοσφαίρου που δεν ασχολήθηκε με την προπονητική μετά το τέλος της καριέρας του.
Δυστυχώς τα πράγματα για αυτόν δεν πάνε καλά τον τελευταίο καιρό. Πριν μερικές εβδομάδες (το φθινόπωρο του 2019) έχασε ξαφνικά το μεγάλο γιο του Ντανίλο. Ο Ντανίλο δεν ένιωσε καλά την ώρα που έπαιζε ποδόσφαιρο στο Σάο Πάουλο και λίγη ώρα αργότερα πέθανε εξαιτίας καρδιακών προβλημάτων που είχε καιρό. Ήταν μόλις 30. Τραγική ειρωνεία για έναν πατέρα γνωστό για τις αντοχές του, για τη δυνατή του καρδιά. Αν ο σερ Άλεξ είχε δίκιο, ο Καφού θα μπορούσε να είχε δώσει τη μία από τις δύο καρδιές στο παιδί του. Την άνοιξη έγινε γνωστό ότι έχασε σημαντικό μέρος της περιουσίας του, καθώς η επιχείρηση εκπροσώπησης ποδοσφαιριστών που είχε ανοίξει, απέκτησε μεγάλα χρέη. Μέσα σε όλα αυτά, κυκλοφόρησε και η είδηση ότι βρίσκεται υπό έλεγχο για κάποιες αγορές ακινήτων που υποτίθεται ότι έκανε καταθέτοντας χρήματα σε μια εγκληματική οργάνωση, κάτι που ο ίδιος αρνείται. Όπως και να ‘χει, η ζωή μετά το ποδόσφαιρο δεν ήταν γενναιόδωρη. Ο Καφού πάντως ποτέ δεν ξέχασε από πού ξεκίνησε. Και δεν έμεινε μόνο στο να γράψει το όνομα της γειτονιάς του στη φανέλα το 2002. Έκανε μεγάλο φιλανθρωπικό έργο και έφτιαξε μια δική του οργάνωση βοηθώντας αρκετά παιδιά πίσω στο Ζαρντίμ Ιρένε.