Ο τυχοδιώκτης που πήρε δεκατρείς τίτλους
Ήταν Μάιος του 1984 και το «παλιό» Ολίμπικο, χωρίς στέγη, φιλοξενούσε έναν τελικό Πρωταθλητριών. Ρόμα και Λίβερπουλ έφτασαν στα πέναλτι. Η Ρόμα είχε ήδη χάσει ένα με τον Κόντι και έφτανε στο τέταρτό της με τον Γκρατσιάνι. Κάτω από τα γκολπόστ της Λίβερπουλ βρισκόταν ο Μπρους Γκρόμπελαρ. Φτάνοντας κάτω από την εστία άρχισε να κάνει περίεργες κινήσεις με τα πόδια του, σαν να μην πατούσε καλά, σαν να είχαν γίνει… υπερβολικά ευλύγιστα. Οι Άγγλοι αργότερα το ονόμασαν “spaghetti legs”. «Όταν ο Κόντι πήρε την μπάλα έκανε σαν να χόρευε. Χοροπηδούσε. Εγώ καθόμουν στη γραμμή και έκανα αυτό με τα πόδια. Αμέσως σταμάτησε. Όταν έστειλε την μπάλα πάνω από την εστία, σκέφτηκα ότι το κόλπο μπορεί να πιάσει. O Γκρατσιάνι ερχόταν να εκτελέσει, έβαλε το χέρι του πάνω στον διαιτητή και του μιλούσε μέχρι το σημείο του πέναλτι. Δεν ήταν σωστή συμπεριφορά αυτή. Όταν έβαλε την μπάλα, έκανα πάλι τα spaghetti legs. Έκανε δυο φορές το σταυρό του, φαινόταν ότι ανησυχούσε. Θα την έστελνε χαμηλά δεξιά, αλλά κινήθηκα πιο νωρίς και τελικά χτύπησε το δοκάρι και την έστειλε άουτ», θυμάται χρόνια αργότερα ο Γκρόμπελαρ.
Ο Άλαν Κένεντι ευστόχησε κι η Λίβερπουλ κατέκτησε το Πρωταθλητριών, φέρνοντας την κατάθλιψη στη Ρόμα και πολύ πιθανόν έναν τραγικό θάνατο χρόνια αργότερα. Ο Γκρόμπελαρ έγραψε ιστορία, αλλά αυτό το Πρωταθλητριών ήταν μόνο μία από τις μεγάλες του επιτυχίες. Κατέκτησε μεταξύ άλλων έξι πρωταθλήματα και τρία κύπελλα. Ήταν για χρόνια ο αδιαμφισβήτητα βασικός τερματοφύλακας μιας ιστορικής ομάδας και είναι από τους αυτούς που βρίσκονταν στο τελευταίο πρωτάθλημα της ομάδας το 1989-90, πριν αρχίσει η τεράστια περίοδος ανομβρίας. Συνδύασε το όνομά του με την προ-Φέργκιουσον εποχή, τότε το Άνφιλντ πανηγύριζε και στο γειτονικό Μάντσεστερ ένιωθαν κατώτεροι. Ψηλός, με ένα εντυπωσιακό μουστάκι και σίγουρα όχι ένα από τα καλύτερα παιδιά, δεν είχε πολλές συμπάθειες εκτός Λίβερπουλ. Αλλά οι τίτλοι του μιλούσαν γι’ αυτόν.
Προκαλούσε συχνά με τα όσα έκανε. Μέσα στο χορτάρι η συμπεριφορά του είχε φέρει πολλές φορές αντιδράσεις. Στον τελικό του Λιγκ Καπ του 1983, απέναντι σε μια Γιουνάιτεντ που διψούσε, το παιχνίδι ήταν στο 1-1 λίγο πριν τη λήξη και μια μπαλιά έβγαζε τον ΜακΚουίν να ξεχύνεται μόνος στην αντεπίθεση λίγο πριν το τέλος. Ο Γκρόμπελαρ με τρομερή ταχύτητα και ευφυΐα εγκατέλειψε την εστία του και βγήκε πολύ μακριά, όχι όμως για να καλύψει ή να κόψει. Βγήκε με στόχο να κάνει αυτό που έπρεπε. Έπεσε με δύναμη στον ήδη τραυματία ΜακΚουίν και τον γκρέμισε. Ο διαιτητής προς έκπληξη όλων, δεν τον απέβαλε, η ιστορία αυτή έγινε κάτι σαν το Σουμάχερ-Μπατιστόν της Αγγλίας κι η Λίβερπουλ κατέκτησε το κύπελλο με 2-1 στην παράταση και τον Γκόμπελαρ ανάμεσα στους παίκτες της.
Ο Γκρόμπελαρ έφυγε από τη Λίβερπουλ το 1994 και ήταν τότε που το όνομά του ακούστηκε ξανά έντονα, αλλά όχι για καλό λόγο. Φάνηκε να εμπλέκεται σε ένα κύκλωμα στημένων αγώνων. Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις, μαζί με τον Τζον Φασάνου και τον Χανς Σέγκενς κατηγορήθηκαν ότι βοηθούσαν στο στοιχηματισμό αγώνων με την απόδοσή τους. Μάλιστα, εμφανίστηκε και ένα βίντεο με τον ίδιο να συνομιλεί με ένα παλιό γνωστό του, έναν απατεώνα με το όνομα Βίνσεντ. Ο Βίνσεντ ήταν κι αυτός από τη Ροδεσία, συναντήθηκαν σε ένα μπαρ και άρχισαν να θυμούνται στιγμές από την πατρίδα και τον στρατό (θα επανέλθουμε σε αυτές αργότερα). Ο Γκρόμπελαρ πείστηκε να “επενδύσει” σε “επιχειρήσεις” του Βίνσεντ και τελικά έχασε πολλά χρήματα. Παρά την απάτη, ο Βίνσεντ προσέγγισε ξανά αργότερα τον Γκρόμπελαρ. Σύμφωνα με τα όσα υποστήριξε η Sun, αλλά κι ο ίδιος ο Βίνσεντ, ο Γκρόμπελαρ πήρε 40.000 λίρες για να δεχτεί γκολ σε μια ήττα της Λίβερπουλ από τη Νιούκαστλ με 3-0, ενώ απέτυχε να το κάνει σε άλλους δύο αγώνες με τη Γιουνάιτεντ και τη Νόριτς.
Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι δύσκολο να γνωρίζεις την αλήθεια. Το γεγονός ότι ο Γκρόμπελαρ αποφάσισε να κάτσει στο ίδιο τραπέζι και να μιλήσει και πάλι με έναν άνθρωπο που τον είχε εξαπατήσει σίγουρα είναι περίεργο. Ο τερματοφύλακας παραδέχτηκε τις συναντήσεις, παραδέχτηκε τις προσπάθειες επηρεασμού του, αλλά είπε ότι συνέχισε να παίζει το παιχνίδι γιατί ντύθηκε… Κλουζώ και ήθελε να μαζέψει κι άλλα στοιχεία πριν καταφύγει στην αστυνομία. Ο άνθρωπος με το όνομα Βίνσεντ τον ηχογραφούσε, η Sun δημοσίευσε τα “ντοκουμέντα” κι όλα οδηγήθηκαν στα δικαστήρια. Στο σπίτι του Γκρόμπελαρ βρέθηκαν λεφτά σε ένα συρτάρι, 25.000 λίρες. Ο ίδιος το δικαιολόγησε λέγοντας ότι τα είχε γιατί θα πήγαινε ταξίδι στην πατρίδα του στην Αφρική και εκεί μόνο με μετρητά γίνονται δουλειές. Για τις κατηγορίες είπε: “Ήθελα να πάω πρώτος στις αρχές, αλλά με πρόλαβαν”. Η υπόθεση ήταν δύσκολη. Σε δύο δίκες οι ένορκοι δεν κατάφεραν να βγάλουν απόφαση. Τα πράγματα ήταν οριακά. Τελικά το 1997, μετά από τρίτη δίκη, ο Γκρόμπελαρ αθωώθηκε. Στη συνέχεια, έκανε μήνυση στη Sun για δυσφήμιση και του επιδικάστηκε ένα ποσό 85.000 λιρών. Η εφημερίδα έκανε έφεση κι ο δικαστής αποφάσισε ότι η συμπεριφορά του Γκρόμπελαρ δεν ήταν αυτή ενός τίμιου και σωστού ποδοσφαιριστή. Έριξε το ποσό στη… 1 λίρα και ανάγκασε τον Γκρόμπελαρ να πληρώσει τα δικαστικά έξοδα της εφημερίδας, ουσιαστικά ήταν κάτι σαν καταδίκη του. Το ποσό άγγιζε τις αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες λίρες κι ο Γκρόμπελαρ χρεοκόπησε.
Ο Γκρόμπελαρ θυμάται την τραγωδία στο Χίλσμπορο
Ο σπουδαίος τερματοφύλακας εκτός από αυτή την περιπέτεια, έζησε και δύο τραγωδίες από κοντά. Ήταν εκεί στο Χίλσμπορο, ήταν εκεί και στο Χέιζελ. Είδε ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους χωρίς κανέναν λόγο. Ανθρώπους που ήθελαν απλά να απολαύσουν το ποδόσφαιρο, τις αγαπημένες τους ομάδες. Ακόμα κι αυτά όμως, τα δικαστήρια, οι δύο τραγωδίες, δεν είναι τίποτα μπροστά στα παιδικά του χρόνια. Ο Γκρόμπελαρ γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ροδεσία (μετέπειτα Ζιμπάμπουε), στα δύσκολα χρόνια ενός πολέμου. Ο πόλεμος της Ροδεσίας ή της Ζιμπάμπουε κράτησε από το 1964 ως το 1979, ένας πόλεμος μεταξύ τριών διαφορετικών πλευρών επί της ουσίας, φυλετικών διαφορών, ξένων δυνάμεων και κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων για μια αποικία. Ο Γκρόμπελαρ στα 18 του κατατάχθηκε στον στρατό της Ροδεσίας και υπηρέτησε για περίπου ένα χρόνο. Οι αναμνήσεις του είναι συγκλονιστικές και αρκετές υπάρχουν στη συνέντευξή του στον Γκάρντιαν το 2018. Μεταξύ άλλων, ο Γκρόμπελαρ θυμάται έναν λευκό συμπολεμιστή του που ακρωτηρίαζε τα μαύρα θύματά του. Μάζευε ένα αυτί από κάθε θύμα του και το κρατούσε σε ένα βαζάκι. Τα βαζάκια ήταν περισσότερα από ένα. Είχε χάσει την οικογένειά του και έπαιρνε εκδίκηση με αυτόν τον τρόπο.
Ο μετέπειτα τερματοφύλακας της Λίβερπουλ θυμάται το δικό του πρώτο θύμα. «Ήταν σούρουπο. Καθώς ο ήλιος δύει, μπορείς να δεις τις σκιές να κινούνται στους θάμνους. Είναι εσύ ή αυτοί. Όταν οι πυροβολισμοί σταματούν, απλώς κοιτάζεις τα πτώματα τριγύρω σου. Δεν ξέρω πόσους σκότωσα». Μια που έπαιζε από τότε ποδόσφαιρο, πολλοί κάτοικοι σε χωριά τον αναγνώριζαν και παρ’ ότι ήταν λευκός τον υποδέχονταν. Το ποδόσφαιρο ήταν άλλωστε αυτό που τον έσωσε αργότερα από όλες τις μαύρες σκέψεις που προκαλούν σε κάποιον οι σκηνές φρίκης ενός πολέμου. Σκέψεις που σε ακολουθούν για όλη σου τη ζωή. Είναι απίστευτο ότι αυτό το παλικαράκι από την Αφρική, δέκα χρόνια αργότερα θα έπαιζε σε μια από τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Μετά τον πόλεμο πήγε στον Καναδά, έπαιξε ποδόσφαιρο κι από εκεί μετακόμισε στο Άνφιλντ.
Στην ταινία Beasts of No Nation του Κάρι Φουκουνάγκα, μεταφερόμαστε σε έναν πόλεμο σε μια αφρικανική χώρα που δεν κατανομάζεται (όπως και στο ομώνυμο βιβλίο). Έναν από αυτούς τους πολέμους που το “δίκιο” χάνεται πολύ γρήγορα κι ο άνθρωπος χάνει την ψυχή του, καθώς μετατρέπεται σε μια φονική μηχανή. Ο πρωταγωνιστής είναι ένα μικρό αγόρι που λέγεται Άγκου και προσπαθεί να σώσει τη ζωή μέσα σε έναν πόλεμο, όταν ο πατέρας του και ο αδερφός του σκοτώνονται. Γρήγορα πέφτει στα χέρια των επαναστατών που τον κάνουν δικό τους στρατιώτη. Η εκδίκηση είναι η κινητήρια δύναμη. Ο μικρός από ένα αθώο παιδί μετατρέπεται σε αδίστακτο φονιά και σε κάποιο σημείο το παραδέχεται: «Είδα απαίσια πράγματα. Και έκανα απαίσια πράγματα. Θέλω απλώς σε αυτή τη ζωή να είμαι χαρούμενος. Αν σας τα πω, θα νομίζετε ότι είμαι κάποιου είδους τέρας ή διάβολος. Είμαι όλα αυτά, αλλά κάποτε είχα και μια μητέρα, έναν πατέρα, έναν αδερφό και μια αδερφή. Και μ’ αγαπούσαν». Αυτό το αγόρι θα μπορούσε να ήταν ο Μπρους Γκρόμπελαρ.