Κλαούντιο Πιζάρο: Ο μπόμπερ από τις Άνδεις
Πριν λίγες ημέρες, η Μπουντεσλίγκα ανακοίνωσε την πρόθεσή της να συνεχίσει και να ολοκληρώσει το φετινό πρωτάθλημα στη Γερμανία, σε μια χρονιά που θα μείνει αξέχαστη για όλους τους λάθος λόγους. Και ίσως αυτή να είναι η ευκαιρία να αποχαιρετίσει το ποδόσφαιρο με έναν σωστό τρόπο, ένας θρύλος της Νότιας Αμερικής, αλλά και της Γερμανίας. Ο Κλαούντιο Πιζάρο στα 41 του είναι ακόμα ενεργός ποδοσφαιριστής, σε αυτή που όπως είχε ανακοινωθεί θα ήταν η τελευταία σεζόν του. Και όσο κρύο θα είναι να πει αντίο σε ένα άδειο γήπεδο, ακόμα πιο κρύο θα είναι να μην πει το αντίο στο γήπεδο, αλλά απλά με μια ανακοίνωση σε ένα πρωτάθλημα που δεν θα είχε ολοκληρωθεί ποτέ.
Ο Πιζάρο είναι ένας παίκτης που έχει πολλές συμπάθειες στο κοινό της Ευρώπης. Ένας ποδοσφαιριστής που όταν στα 21 του εγκατέλειπε το Περού για να περάσει στην Ευρώπη, δεν περίμενε ότι 20 και βάλε χρόνια μετά θα γινόταν ποδοσφαιρικός θρύλος. Οι Γερμανοί τον ονόμασαν “Μπόμπερ των Άνδεων” και όντως, ο Πιζάρο είναι ο Περουβιανός με τα περισσότερα παιχνίδια και τα περισσότερα γκολ στα γήπεδα της Ευρώπης κι ο άνθρωπος που έκανε ακόμα έναν ζωντανό θρύλο, τον Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι, να πει ότι έμαθε πολλά από αυτόν. Κι όμως, πίσω στο Περού, δεν απολαμβάνει της ίδιας αναγνώρισης. Υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό του κοινού που θεωρεί ότι δεν προσέφερε στην εθνική και ότι αντίθετα δημιούργησε και προβλήματα. Για πολλούς, ο Πιζάρο είναι ναι μεν ο πιο επιτυχημένος Περουβιανός, αλλά ο Πάουλο Γκερέρο είναι ο πιο αγαπητός.
Ας τα πάρουμε όλα με τη σειρά όμως. Ο Κλαούντιο γεννήθηκε στο Καγιάο του Περού, ένα σημαντικό λιμάνι στην ευρύτερη περιφέρεια της πρωτεύουσας Λίμα. Εκεί ήταν που ξεκίνησε να παίζει μπάλα μέχρι να κάνει το ντεμπούτο του με την Ντεπορτίβο Πεσκέρο, κάπου στα βόρεια της χώρας. Η ομάδα άλλαξε αρκετά ονόματα, σε μια περίοδο ήταν ο σύλλογος του συνδικάτου των ψαράδων του Περού και όταν από Σιπέσα έγινε Ντεπορτίβο Πεσκέρο, ο Πιζάρο βρέθηκε εκεί. Μερικά χρόνια αργότερα συγχωνεύθηκε με την Ντεπορτίβο Γουάνκα [που εξαιτίας αυτού του αστείου ονόματος και της σημασίας του στην αγγλική αργό, απέκτησε διασημότητα στην Αγγλία]. Ο Πιζάρο έπαιξε στην Πεσκέρο πριν κλείσει τα 18 του και έκανε ντεμπούτο απέναντι στην αγαπημένη του Αλιάνζα της Λίμα. Ολοκλήρωσε το πρωτάθλημα με 3 γκολ σε 17 αγώνες. Η μητέρα του δεν ήταν σίγουρη αν ο Κλαούντιο έπρεπε να συνεχίσει με το ποδόσφαιρο, το μέλλον δεν φαινόταν λαμπρό. Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο στο Περού άλλωστε δεν αποτελεί σπουδαία λύση για βιοπορισμό. Ο Πιζάρο όμως της είπε ότι η μπάλα τον κάνει χαρούμενο και θέλει να κυνηγήσει μια καριέρα στο ποδόσφαιρο. Και όπως φάνηκε είχε δίκιο.
Το επόμενο πρωτάθλημα ήταν καλύτερο κι ο Πιζάρο ξεχώρισε με 8 γκολ, το τελευταίο μάλιστα με ένα υπέροχο απευθείας φάουλ που παραλίγο να στερήσει στην ομάδα που υποστήριζε, την Αλιάνζα, τον τίτλο που έψαχνε μετά από 19 ολόκληρα χρόνια. Οι μεγάλες ομάδες ενδιαφέρθηκαν γι’ αυτόν κι ο Πιζάρο κατέληξε στην ομάδα της καρδιάς του, την Αλιάνζα. Παράλληλα, έκανε πολύ καλά παιχνίδια με την Κ20 του Περού και το όνομά του άρχισε να κυκλοφορεί ανάμεσα στους ανιχνευτές ταλέντων. Με την Αλιάνζα σκόραρε πάνω από 20 γκολ, έπαιξε στο Κόπα Λιμπερταδόρες και κέρδισε πολύ σύντομα μια μεταγραφή στη Γερμανία και παράλληλα την πρώτη του κλήση στην εθνική του Περού.
Η εθνική όμως είναι μια πολύ πονεμένη ιστορία όπως είπαμε και στην αρχή. Το όνειρο ενός Μουντιάλ γινόταν εφιάλτης κάθε φορά. Στα προκριματικά του 2002 σκόραρε 2 μόλις γκολ σε 13 ματς και το Περού έμεινε γρήγορα εκτός μάχης. Στα προκριματικά του 2006 σκόραρε στο ανέλπιστο 1-3 μέσα στην Ουρουγουάη, το μοναδικό του γκολ σε 11 ματς. Για το 2014, μαζί με τον Γκερέρο σκόραραν από τρία γκολ που δεν ήταν τελικά αρκετά. Το Περού έμεινε και πάλι πολύ πίσω. Συμμετείχε και στα προκριματικά του 2018, χωρίς ιδιαίτερες συμμετοχές και έμεινε εκτός από τον Γκαρέκα στην αποστολή για το Μουντιάλ της Ρωσίας. Μια απόφαση που του στοίχισε πολύ και τον οδήγησε σε δηλώσεις εναντίον του κόουτς, αλλά ίσως να ήταν και δίκαιη. Ο Πιζάρο έκλεισε την διεθνή του καριέρα με 20 γκολ σε 85 εμφανίσεις με την εθνική του Περού, κάτι που για παίκτη του επιπέδου του δεν είναι καλό. Φυσικά, το Περού δεν είναι κάποιο μεγαθήριο στο παγκόσμιο στερέωμα. Το γεγονός ότι από το 1982 φτάσαμε στο 2018 για να το δούμε σε Μουντιάλ, λέει πολλά. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Δεν ήταν μόνο τα μέτρια στατιστικά του Πιζάρο. Είναι και η φήμη του ως ένας παίκτης δύσκολος για τα αποδυτήρια και με κακή εξωγηπεδική ζωή.
Αν παρακολουθήσατε τα παραπάνω στατιστικά, λείπουν τα προκριματικά του 2010. Και όχι τυχαία. Το Περού κατάφερε σε εκείνα τα προκριματικά να μείνει τελευταίο με μόλις 13 βαθμούς σε 18 παιχνίδια και γκολ 11-34. Γνώρισε ντροπιαστικές ήττες και μια από αυτές ήταν το 5-1 στο Εκουαδόρ τον Δεκέμβριο του 2007. Μια ήττα ακόμα πιο ντροπιαστική, όταν έγινε γνωστό ότι οι παίκτες της εθνικής έκαναν πάρτι δύο μέρες πριν το ματς με αλκοόλ και γυναίκες για να γιορτάσουν το 1-1 με τη Βραζιλία πριν λίγες ημέρες. Εκείνο η ισοπαλία αποδείχτηκε καταστροφική. Οι δημοσιογράφοι ονόμασαν την ιστορία “το σκάνδαλο του Γκολφ λος Ίνκας” από το όνομα του ξενοδοχείου που έμενε η αποστολή. Τέσσερις παίκτες κατηγορήθηκαν και τιμωρήθηκαν, με τον προπονητή να παίρνει θέση εναντίον τους. Μεταξύ τους κι ο Πιζάρο που ως αρχηγός της ομάδας μπήκε στην κορυφή της κριτικής. Υποστήριξε την αθωότητά του μέχρι τέλους και παρ’ ότι η τιμωρία του έπεσε από τους 18 στους 3 μήνες, αυτός συνέχισε να κυνηγάει την υπόθεση, ενοχλημένος από τη συμπεριφορά εναντίον του. Κατέφυγε στο CAS και τελικά κέρδισε τον Απρίλιο του 2009, με το διεθνές δικαστήριο να λέει ότι η Π.Ο. δεν είχε αρκετά στοιχεία για να προβεί σε κάποια τιμωρία. Το πρόστιμο σβήστηκε (η τιμωρία των 3 μηνών έτσι κι αλλιώς είχε περάσει). Ο Πιζάρο δικαιώθηκε, αλλά τελικά όλοι ζημιώθηκαν. Η εθνική Περού αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα, η φήμη του Πιζάρο αμαυρώθηκε αφού χρειάστηκαν να περάσουν σχεδόν 2 χρόνια για να τελειώσει η υπόθεση και ο ίδιος ο παίκτης επανήλθε τελικά στην ομάδα το 2011, χάνοντας τέσσερα από τα πιο παραγωγικά του χρόνια.
Ευτυχώς για τον ίδιο, από την εθνική θα του μείνουν οι συμμετοχές στα Κόπα Αμέρικα και ειδικά αυτή του 2015 όταν και το Περού κατέκτησε την τρίτη θέση. Ο Γκερέρο ήταν αυτός που μάγεψε στο τουρνουά, αλλά το μοναδικό γκολ του Πιζάρο στον θεσμό απέναντι στη Βενεζουέλα ήταν αυτό που χάρισε την πρόκριση από τη φάση των ομίλων. Στα 37 του χρόνια επέστρεψε και έκλεισε τα στόματα όσων των αμφισβήτησαν. Και δεν ήταν λίγοι αυτοί. Η ιστορία θυμίζει (πάντα στα πλαίσια μιας αναλογίας) αυτή του Μέσι. Θρύλος στους συλλόγους, πρώτος να δεχτεί την κριτική για οτιδήποτε στις αποτυχίες της εθνικής. Ξεχνώντας ακόμα και σοβαρούς τραυματισμούς, όπως το 2004 όταν χτύπησε σοβαρά στο κεφάλι στο Κόπα Αμέρικα. Σε μια αδύναμη ποδοσφαιρικά χώρα, πολλοί περίμεναν από τον Πιζάρο να κάνει απίστευτα πράγματα από μόνος του.
Την ίδια στιγμή, στη Γερμανία, ο Πιζάρο είναι ένα είδωλο. Εξίσου αγαπητός στον κόσμο των Βέρντερ και Μπάγερν. Μόλις στο 2ο παιχνίδι του στην Μπουντεσλίγκα σκόραρε και στο τρίτο του έκανε χατ-τρικ. Από τότε ακολούθησε μια καριέρα με μεγάλες επιτυχίες και πολλά γκολ. Τα περισσότερα με τις φανέλες των δύο ομάδων που αγάπησε. Μετά από την πρώτη του επιτυχημένη διετία στη Βρέμη και το ενδιαφέρον της μισής Ευρώπης γι’ αυτόν, ο Περουβιανός αποφάσισε να μετακομίσει στο Μόναχο. Το αποτυχημένο πέρασμα από την Αγγλία, όταν η Μπάγερν δεν του ανανέωσε το συμβόλαιο και αυτός έφυγε το 2007 για την Τσέλσι, ήταν μια παρένθεση. Ξανά Βέρντερ και ξανά Μπάγερν, ένας κύκλος ανάμεσα στα πράσινα και τα κόκκινα. Πρωταθλήματα, κύπελλα και ένα Τσάμπιονς Λιγκ, όχι και άσχημα για ένα παιδί από το Περού. Η Βρέμη τον υποδέχτηκε τέσσερις φορές, με τελευταία το 2018. Εκεί που όπως όλα δείχνουν θα σταματήσει και το ποδόσφαιρο.
Τα ρεκόρ του πολλά. Ειδικά από τότε που αποφάσισε ότι θέλει να παίζει ποδόσφαιρο για όσα χρόνια μπορεί και άρχισε να προσέχει τη διατροφή του και την προσωπική ζωή. Έχασε κιλά, άρχισε να προπονείται περισσότερο, το ταλέντο υπήρχε έτσι κι αλλιώς κι ο Κλαούντιο έκανε μια τεράστια καριέρα. Έγινε ο γηραιότερος σκόρερ στην ιστορία της Μπουντεσλίγκα, έγινε ο πρώτος ξένος σκόρερ στην ιστορία της Μπουντεσλίγκα (για να τον περάσει ο Λεφαντόφσκι), ο άνθρωπος που σκόραρε σε 21 συνεχόμενες ημερολογιακές χρονιές, πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Βέρντερ, ο γηραιότερος σκόρερ χατ-τρικ στη Γερμανία, ο άνθρωπος με τα περισσότερα σουτ στην Μπουντεσλίγκα. Τα ρεκόρ δεν έχουν σταματημό. Τα τελευταία χρόνια περιορίστηκε σε έναν ρόλο παγκίτη πολυτελείας και κυρίως σε έναν βετεράνο που μαθαίνει πολλά στους πιο νέους παίκτες. Μετά από τόσα χρόνια, τόσα χιλιάδες λεπτά αγώνων και μερικές εκατοντάδες γκολ, του αξίζει να πει το αντίο σε κάποιο γερμανικό γήπεδο. Και μετά, αφού παίξει λίγο γκολφ που λατρεύει, να αποφασίσει τι θα κάνει. Κάτι στο ποδόσφαιρο σίγουρα, είτε στην Μπάγερν, είτε στη Βέρντερ.