Η εγγύηση του γκολ, ο Ουλφ Κίρστεν
Αν μιλήσουμε για μεγάλους επιθετικούς το μυαλό μας συνήθως δεν πηγαίνει με τη μία στη Γερμανία. Αν περάσουν όμως λίγα δευτερόλεπτα και αρχίσουν να το σκεφτόμαστε, θα δούμε ότι οι Γερμανοί φορ που έγραψαν ιστορία είναι πάρα πολλοί, σαν να υπάρχει μια συνεχής παραγωγή σκόρερ με ένα κοινό χαρακτηριστικό. Κανείς τους δεν ήταν φαντεζί, κανείς τους δεν ήταν γητευτής της μπάλας και πολύ συχνά ήταν και λίγο… αντιτουριστικοί. Από τα χρόνια του Γκερτ Μίλερ μέχρι τον Μίροσλαβ Κλόζε, ο Γερμανός φορ ήξερε να κάνει ένα πράγμα, το πιο σημαντικό. Να βάζει με κάποιον τρόπο το γκολ. Το κεφάλι του Όλιβερ Μπίρχοφ, η οξυδέρκεια του Ρούντι Φέλερ, η ταχύτητα του Γιούργκεν Κλίνσμαν, όλα για το τελικό αποτέλεσμα. Ο σημερινός πρωταγωνιστής μας δεν αποτελεί εξαίρεση. Μάλιστα η ατάκα που τον συντρόφευε στην καριέρα του ήταν: «ένα γκολ δεν χρειάζεται να είναι όμορφο, αρκεί να περνάει τη γραμμή».
Ο Ουλφ Κίρστεν γεννήθηκε στην πόλη Ρίζα της Ανατολικής Γερμανίας, κοντά στα σύνορα με την Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία. Ο Κίρστεν δεν τρόμαζε ποτέ με τα φυσικά του προσόντα. Κατάφερε να φτάσει μόλις μέχρι το 1.72 σε ύψος (αλλού αναφέρεται 1.75), κάτι όχι και τόσο καλό για σέντερ φορ. Κι όμως. Ο Κίρστεν από μικρός έδειξε τρομερή έφεση στο σκοράρισμα και στην πορεία της καριέρας του, έφτασε να πάρει μέχρι και την ταμπέλα του “νέου Γκερτ Μίλερ”. Ο Ουλφ δεν έχανε την ευκαιρία να μπει σε σκληρές προσωπικές μονομαχίες, να κάνει το τάκλιν, να συρθεί στο έδαφος για να κερδίσει μια μπάλα. Ο Κίρστεν έπαιξε σε δυο ομάδες της πόλης του, πριν μετακομίσει στα 18 του στην κοντινή Δρέσδη και τη μεγάλη Δυναμό εκείνων των ετών και δύο χρόνια αργότερα κάνει ντεμπούτο στο πρωτάθλημα της Ανατολικής Γερμανίας.
Από τα χρόνια στη Δρέσδη. Παρά το ύψος του, ο Κίρστεν ήταν εξαιρετικός κεφαλοσφαιριστής.
Με τη Δυναμό, ο Κίρστεν κατέκτησε δύο κύπελλα και δύο πρωταθλήματα Ανατολικής Γερμανίας και κυρίως έγινε γνωστός στην πορεία του συλλόγου στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ τη σεζόν 1988-89. Η ομάδα της Δρέσδης απέκλεισε κατά σειρά την Αμπερντίν, τη Βάρεγκεμ, τη Ρόμα (με δύο νίκες μάλιστα) και τη Διναμό Βουκουρεστίου για να φτάσει μέχρι τα ημιτελικά. Το ταξίδι του Κίρστεν ολοκληρώθηκε εκεί, αφού στη μάχη Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας, η Στουτγκάρδη επικράτησε επί της Δρέσδης και έφτασε στον τελικό (για να χάσει εκεί από τη Νάπολι του Ντιέγκο Μαραντόνα). Ο Κίρστεν είχε ήδη όμως ακουστεί και έξω από τα πολύ αυστηρά σύνορα της χώρας του. Σύντομα όμως, όλα αυτά θα άλλαζαν.
Στις 9 Νοεμβρίου του 1989 το Τείχος του Βερολίνου έπεσε. Οι καλοί Ανατολικογερμανοί ποδοσφαιριστές έγιναν αμέσως στόχος των ομάδων της Δυτικής Γερμανίας. Λίγες ημέρες αργότερα, η εθνική της Ανατολικής Γερμανίας έπαιζε στη Βιέννη με την Αυστρία. Πολλοί εκπρόσωποι ομάδων της Δυτικής Γερμανίας βρέθηκαν στο γήπεδο για να δουν από κοντά τους καλύτερους παίκτης μιας χώρας που βρισκόταν υπό διάλυση και μετρούσε τις τελευταίες ημέρες της (λίγους μήνες αργότερα, θα γίνονταν οι τελευταίες εκλογές στην ιστορία της Ανατολικής Γερμανίας κι ο κόσμος θα ψήφιζε υπέρ μιας γρήγορης επανένωσης). Τη στιγμή όμως που οι περισσότερες ομάδες έκαναν κάτι ξενέρωτο και απλό (να στείλουν τους ανθρώπους τους στις εξέδρες και να δουν το ματς), ο Ράινερ Κάλμουντ, που εκείνα τα χρόνια έκανε κουμάντο στη Μπάγερ Λεβερκούζεν, εμπνεύστηκε ένα άκρως κατασκοπικό σχέδιο. Έστειλε τον κόουτς της ομάδας Κ19 Βόλφγκανγκ Κάρνατ, αφού του εξασφάλισε διαπιστεύσεις ως φωτορεπόρτερ. Ο Βόλφγκανγκ έστησε τη μηχανή του και σιγά σιγά, σαν γυπαετός σε νυχτερινό κλαμπ που πλευρίζει τον στόχο του, έφτασε δίπλα στον πάγκο της Ανατολικής Γερμανίας και στο τέλος έκατσε μάλιστα και στην άκρη του.
Τι να πρωτοχωρέσει σε 4,5 λεπτά
Ο “φωτογράφος” έπιασε κουβεντούλα και κατάφερε έτσι να εισχωρήσει στο ξενοδοχείο της αποστολής και τελικά να ταξιδέψει μαζί της στο Βερολίνο. Σε όλη αυτή την πορεία του είδε ποιοι παίκτες ήταν πιο ανοιχτοί σε μια μετακίνηση από την Ανατολική Γερμανία. Τελικά, αυτός που έκανε το πρώτο βήμα ήταν ο Αντρέας Τομ, το αστέρι της BFC από το Βερολίνο. Ο 24χρονος τότε Τομ ήταν ένας από τους καλύτερους παίκτες της χώρας. Αφού πήρε τις διαβεβαιώσεις ότι κανείς από την οικογένειά του δεν θα κινδύνευε, έγραψε ιστορία και υπέγραψε τον Δεκέμβριο του 1989 στη Μπάγερ για περίπου 2,5 εκατομμύρια γερμανικά Μάρκα. Ο Τομ έγινε ο πρώτος Ανατολικογερμανός ποδοσφαιριστής που πήγαινε σε ομάδα της Δυτικής Γερμανίας και ταυτόχρονα ο πιο καλοπληρωμένος παίκτης της Μπάγερ. Άνοιξε έτσι τον δρόμο και για άλλους ποδοσφαιριστές που ήταν διστακτικοί, φοβούμενοι πιθανές συνέπειες ή την κατακραυγή. Ο Τομ μάλιστα ξεκίνησε το ψηστήρι και σε άλλους συμπαίκτες του στην εθνική. Οι δύο που πείστηκαν να μετακινηθούν στη Λεβερκούζεν ήταν ο Ουλφ Κίρστεν και ο Ματίας Ζάμερ. Σύμφωνα με τη διήγηση στο επίσημο σάιτ της Μπάγερ, ο καγκελάριος Χέλμουτ Κολ έκανε παρατηρήσεις του τύπου “δεν γίνεται να αγοράσετε όλη την Ανατολική Γερμανία” και η Λεβερκούζεν έκανε πίσω, ακυρώνοντας τις συμφωνίες με τους δύο παίκτες. Ο Ζάμερ κατέληξε στη Στουτγκάρδη κι ο Κίρστεν όδευε προς την Ντόρτμουντ. Η Δυναμό Δρέσδης όμως ζητούσε ένα μεγάλο ποσό, η μεταγραφή δεν έγινε ποτέ και τελικά η Μπάγερ τον απέκτησε και μια μεγάλη ιστορία αγάπης ξεκίνησε.
Ο Στεπάνοβιτς (προπονητής στην ΑΕΚ αργότερα) κάνει παρατηρήσεις στην κάμερα κι ο Κίρστεν με μια κεφαλιά του χαρίζει το κύπελλο (για να πανηγυρίσει δίπλα σε ένα λυκόσκυλο)
Λίγοι περίμεναν ότι ο 25χρονος τότε Κίρστεν θα είχε τέτοια νούμερα και ακόμα λιγότεροι ότι θα έπαιζε για 13 χρόνια συνολικά. Ο Κίρστεν έγινε ο αγαπημένος της εξέδρας, όχι απλά για τα πολλά γκολ του, αλλά για όλη του την παρουσία. Τον έβλεπες να κάνει τάκλιν στη γραμμή για να σώσει ένα πλάγιο, να παίζει (ποδοσφαιρικό) ξύλο με πολύ πιο ψηλά και δυνατά μπακ και φυσικά να σκοράρει. Ακατάπαυστα. Το ντεμπούτο του ήταν στις 11 Αυγούστου του 1990 στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου απέναντι στην Μπάγερν, η πιο δύσκολη πρεμιέρα για έναν παίκτη. Ο Κίρστεν σκόραρε φυσικά και καθόρισε το τελικό 1-1. Συνολικά έβαλε 181 γκολ με τη φανέλα της Μπάγερ, στα οποία προσθέτουμε ακόμα 57 γκολ με τη φανέλα της Δρέσδης.
Έπαιξε ουσιαστικά σε δύο διαφορετικές εποχές του συλλόγου και αποτέλεσε τον συνδετικό τους κρίκο. Την προ-Ντάουμ και την περίοδο Ντάουμ (αλλά και του Κλάους Τοπμέλερ). Από την εποχή του Τομ, του Βερνς και του Λουπέσκου μέχρι τα χρόνια του Ζε Ρομπέρτο, του Λούσιο και του Μπάλακ. Δυστυχώς για τον ίδιο όμως, δεν κατέκτησε τους τίτλους που θα μπορούσε (και πιθανότατα του άξιζαν). Πήρε ένα κύπελλο το 1993, σκοράροντας το μοναδικό γκολ στον τελικό απέναντι στους ερασιτέχνες της Χέρτα (πρώτη φορά που μια ομάδα Γ’ εθνικής το κατάφερε στη Γερμανία). Αλλά από εκεί και πέρα, μοιράστηκε τη μοίρα του loser της Λεβερκούζεν. Έχασε το πρωτάθλημα του 1997 για δύο βαθμούς, έζησε από κοντά την “αυτοκτονία” του 2000 όταν η Λεβερκούζεν έχασε το πρωτάθλημα στην ισοβαθμία από την Μπάγερν και έχασε τον τίτλο του 2002 για έναν μόλις βαθμό. Ήταν η ίδια χρονιά που έφτασε και στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ στο Χάμπντεν Παρκ. Εκεί που μπήκε αλλαγή στο 65′ για να προσπαθήσει να ισοφαρίσει το διάσημο γκολ του Ζιντάν. Δεν τα κατάφερε όμως, η Μπάγερ έχασε με 2-1 και μια σεζόν που θα μπορούσε να ήταν ονειρική, έγινε τελικά εφιάλτης. Είχε και μια εξαιρετική πορεία στο ΟΥΕΦΑ το 1994-95, όταν στον πρώτο γύρο έκανε χατ τρικ σε ένα επικό 5-4 με την Αϊντχόφεν. Έκανε χατ-τρικ και στον επόμενο γύρο με την ουγγρική Χόνβεντ, σκόραρε 2 φορές με Κατοβίτσε και Ναντ και έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του θεσμού. Η Πάρμα των Τζόλα, Ασπρίγια, Σενσίκι και Ντίνο Μπάτζιο απέκλεισε τους Γερμανούς και στη συνέχεια κατέκτησε τον τίτλο, αλλά ο Κίρστεν με 10 γκολ αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ. Τα χατ τρικ πάντως ήταν σύνηθες φαινόμενο. Για 21 χρόνια κρατούσε το ρεκόρ με δυο χατ τρικ επί του ίδιου αντιπάλου σε μια σεζόν, κάτι που ισοφάρισε πολύ πρόσφατα ο Τίμο Βέρνερ.
Τους χωρίζουν 15-20 εκατοστά, αλλά ο Κίρστεν ποτέ δεν φοβήθηκε
Ο Κίρστεν ήταν η ψυχή της Μπάγερ. Στις προπονήσεις οι κόντρες του με τον συμπαίκτη του Κρίστιαν Βερνς ήταν γεμάτες από φάρσες, κόντρες και μαρκαρίσματα. Ο κοντοπίθαρος Κίρστεν δεν φοβόταν τίποτα. Δεχόταν ένα χτύπημα στον αγώνα και μετά από λίγο το ανταπέδιδε. Τα λέει καλύτερα από μας, σε συνέντευξή του ο σκληροτράχηλος αμυντικός Ούλριχ Μπορόφκα, με το παρατσούκλι “το τσεκούρι“, ο άνθρωπος που ψηφίστηκε δύο σεζόν σερί από τους παίκτες της Μπουντεσλίγκα ως ο πιο…. “δυσάρεστος αμυντικός” (και που όπως λέει ο ίδιος “ακόμα δεν έμαθα ποιος με ψήφισε γιατί κανείς δεν τολμούσε να το παραδεχτεί”). Ο “Ούλι” πέρασε μεγάλο μέρος της καριέρας του στην Γκλάντμπαχ, αλλά συνάντησε τον Κίρστεν με τη φανέλα της Βέρντερ και θυμάται: “Ο Αντρέας Μέλερ είχε διαμαρτυρηθεί για το χορτάρι στο Βέζερ Στάντιουμ. Του είπα να μη στενοχωριέται γιατί έτσι κι αλλιώς θα τον επέστρεφαν σηκωτό. Μια φορά σε ένα ματς, είπα στον Κλίνσμαν, ότι θα περνούσε δύσκολα. Εξαφανίστηκε σε όλο τον αγώνα, δεν τον έβλεπες πουθενά. Εκεί όμως που οι άλλοι τραβούσαν τα πόδια τους, ο Κίρστεν έμπαινε με το κεφάλι. Ήταν από τους λίγους που τα έβαζαν μαζί μου, είχαμε πολλές διαμάχες. Σε ένα παιχνίδι στο Λεβερκούζεν, στο πρώτο μόλις λεπτό ο Κίρστεν με χτύπησε. Τον ρώτησα αν είναι τρελός και του είπα ότι δεν τον είχα ακουμπήσει καν. Χαμογέλασε και μου απάντησε: ‘αυτό είναι για την προηγούμενη φορά Ούλι’”. Φυσικά, ο Κίρστεν ήταν μάστορας και στο trash talking. Σε ένα παιχνίδι με το Αμβούργο, ο Κίρστεν προσπαθούσε να κάνει τα δικά του παιχνίδια, λέγοντας στον Στέφαν Σνουρ πόσα λεφτά βγάζει στην Μπάγερ και πόσα λίγα παίρνει ο Σνουρ στο Αμβούργο. Μέχρι που ο Σνουρ του είπε: “ναι, αλλά τουλάχιστον εγώ δεν θα επιστρέψω να ζήσω στην Ανατολική Γερμανία”. Ο Κίρστεν ξεροκατάπιε για λίγο, αλλά μετά συνέχισε να προκαλεί.
Προπόνηση με την εθνική Γερμανίας
Ο Κίρστεν το 1993, το 1997 και το 1998 αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στην Μπουντεσλίγκα κατακτώντας το βραβείο “κανονάκι”. Φυσικά κλήθηκε και στην εθνική της Γερμανίας. Όπως μοίρασε συλλογικά τη ζωή του σε Δυναμό και Μπάγερ, έτσι το έκανε και σε δύο εθνικές. 49 συμμετοχές με την Ανατολική Γερμανία και 51 με την ενωμένη Γερμανία, το σύνολο 100. Στο Μουντιάλ των Η.Π.Α. το 1994, έχοντας και ένα πρόβλημα τραυματισμού είδε την πλάτη του Κλίνσμαν, του Ρίντλε και του Φέλερ. Το 1998 στη Γαλλία ήταν ο Μπίρχοφ που του “πήρε” την θέση, αλλά ο Κίρστεν έπαιξε σε αρκετά ματς, όλα ως αλλαγή όμως και χωρίς να σκοράρει, μέχρι τον αποκλεισμό από τους Κροάτες. Έπαιξε και στο πλήρως αποτυχημένο Euro του 2000, χωρίς όμως και πάλι να σκοράρει και μάλιστα ως αλλαγή σε δυο ματς του Κάρστεν Γιάνκερ και του Πάουλο Ρινκ, ποδοσφαιριστών που δεν είχαν την ποιότητά του. Οι 51 συμμετοχές συνοδεύτηκαν τελικά από 20 γκολ (μ.ο. που δεν είναι κακός), αλλά χωρίς κάποια επιτυχία ή τέρμα σε μεγάλη διοργάνωση.
Γνήσια γερμανική μόδα, κρατώντας το βιβλίο του
Ο άνθρωπος με το όνομα “η Εγγύηση των Γκολ” (εντάξει, οι Γερμανοί δεν φημίζονται για την ευρηματικότητά τους σε αυτά) εγκατέλειψε το ποδόσφαιρο στα 38, έγινε το 2004 ο πρώτος επίτιμος αρχηγός στην ιστορία της Λεβερκούζεν και λατρεύεται από τον κόσμο της ομάδας (το ίδιο συμβαίνει και στη Δρέσδη). Ο τελευταίος τίτλος της Μπάγερ εξακολουθεί να είναι ακόμα εκείνο το κύπελλο του 1993.