Το ανέλπιστο νταμπλ της Βέρντερ Βρέμης
Όταν το 1995 η Βέρντερ κυνήγησε το πρωτάθλημα μέχρι τέλους, με τον Μάριο Μπάσλερ να σκοράρει 20 φορές πριν τελικά η Μπορούσια Ντόρτμουντ κατακτήσει τον τίτλο με έναν βαθμό διαφορά, οι οπαδοί της δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι η συνέχεια δεν θα ήταν τόσο καλή. Η φυγή παικτών, αλλά κυρίως του Ότο Ρεχάγκελ που ήταν σε μεγάλο βαθμό ο αναμορφωτής της Βέρντερ εκείνα τα χρόνια έφερε την ομάδα σε μια σχετική παρακμή. Οι επόμενες σεζόν κινήθηκαν στη μετριότητα, με θέσεις λίγο πιο πάνω από τη μέση της βαθμολογίας. Τη σεζόν 1998-99 όμως, τα πράγματα έγιναν τραγικά. Τα παιχνίδια της Βέρντερ ήταν ένα μαρτύριο για τους οπαδούς στο Βέζερ-Στάντιον (πριν ανακαινιστεί), χτισμένο κι αυτό δίπλα στον ομώνυμο ποταμό, σήμα κατατεθέν της πόλης της Βρέμης. Η Βέρντερ έδινε μάχη για παραμονή και ο Φέλιξ Μάγκατ φαινόταν ανήμπορος να αλλάξει την κατηφορική πορεία της ομάδας.
Ο Μάγκατ είχε αναλάβει την ομάδα τον Οκτώβριο, την έβγαλε από τη ζώνη του υποβιβασμού, αλλά στις αρχές του Μαΐου του 1999 και δύο βήματα πριν το τέλος της σεζόν, η Βέρντερ είχε μπλέξει ξανά. Η διοίκηση πήρε μια κίνηση ρίσκου, μια κίνηση που εν μέρει θύμισε και ελληνική νοοτροπία. Να δώσει τη θέση, σε ένα δικό της παιδί, σε έναν καλό στρατιώτη. Οι ομοιότητες σταματούν εδώ όμως, καθώς ο Τόμας Σάαφ δεν ήταν απλώς ο άνθρωπος που από τα 11 του μέχρι τα 34 του φορούσε τη φανέλα της Βέρντερ. Ήταν κάποιος που πέρασε ως προπονητής από τις ομάδες Κ17 και Κ19 της Βέρντερ, από τη 2η ομάδα του συλλόγου και υπήρξε και βοηθός προπονητή. Ο Σάαφ αποδείχθηκε έτοιμος και κατάφερε τελικά να σώσει για έναν βαθμό την ομάδα και στη συνέχεια να κατακτήσει το κύπελλο Γερμανίας στα πέναλτι απέναντι στην Μπάγερν. Με αυτή τη διπλή επιτυχία, κέρδισε την εμπιστοσύνη της διοίκησης για τα επόμενα χρόνια.
Τις επόμενες σεζόν, οι πράσινοι επανήλθαν στην προηγούμενη κατάσταση, αυτή της μάχης για μια έξοδο στην Ευρώπη, με τη Βέρντερ να κατακτά την 6η θέση το 2003. Τίποτα δεν έδειχνε ότι κάτι θα άλλαζε την επόμενη σεζόν. Οι μεταγραφές του καλοκαιριού δεν ήταν αεροδρομίου, το αντίθετο. Ο βετεράνος τερματοφύλακας Αντρέας Ράινκε επέστρεψε στην Μπουντεσλίγκα μετά από την περιήγησή του στην Ελλάδα με τα χρώματα του Ηρακλή και στην Ισπανία με τη Ρεάλ Μούρθια και η έλευσή του δεν σκόρπισε τον ενθουσιασμό. Ο Γάλλος Ισμαέλ με καλές εμφανίσεις σε μικρομεσαίες ομάδες της Γαλλίας ήρθε δανεικός με 300 χιλιάδες Ευρώ, όπως δανεικός ήρθε κι ο Τούρκος Ουμίτ Νταβαλά. Το ξεκίνημα δεν ήταν το καλύτερο. Μέσα στο κατακαλόκαιρο, τον Ιούλιο του 2003, η Βέρντερ απέκλεισε στο Ιντερτότο τη Νις με συνολικό σκορ 1-0, αλλά στην επόμενη φάση έφαγε μια μεγαλοπρεπή τεσσάρα από την αυστριακή Πάσινγκ. Η Βέρντερ δεν τα κατάφερε ούτε στη ρεβάνς, ήρθε 1-1 με τον Χαριστέα να σκοράρει το μοναδικό γκολ και αποκλείστηκε.
Με το ευρωπαϊκό όνειρο να σβήνει, την ώρα που οι περισσότεροι πλατσουρίζαμε σε κάποια παραλία, η Βέρντερ αφοσιώθηκε στο πρωτάθλημα. Και μπορεί οι μεταγραφές να μην ήταν ακριβές ή ονομαστές, αλλά φάνηκε ότι ο τεχνικός διευθυντής Κλάους Άλοφς είχε κάνει δουλειά. Όπως δουλειά έκανε και ο Σάαφ, όλον αυτόν τον καιρό στην ομάδα, βγάζοντας τις αρετές των παικτών του στο χορτάρι. Η Βέρντερ μέχρι την ένατη αγωνιστική είχε κάνει δυο ήττες. Μία στο Ντόρτμουντ με 2-1 και μία εντός έδρας από τη Στουτγκάρδη του Κέβιν Κουράνι με 1-3. Με ρεκόρ 6-1-2 δεν μάγευε, αλλά βρισκόταν μόνο 4 βαθμούς μακριά από την πρωτοπόρο Μπάγερ Λεβερκούζεν. Κυρίως όμως, έδειχνε μια ομάδα που δεν έχανε εύκολα, η ήττα στο Ντόρτμουντ ήρθε με ένα αυτογκόλ στο 70′, ενώ ήδη έχει κερδίσει την Μπάγερν Μονάχου με 2-1.
Τα παιχνίδια της αρχικά ήταν όσα πάνε και όσα έρθουν (παράδειγμα το εντυπωσιακό 5-3 με τη Βόλφσμπουργκ), αλλά ήταν κυρίως “σέντρα εσείς” και όχι “σέντρα εμείς”. Μετά τις πρώτες εννιά αγωνιστικές τα γκολ ήταν 22-12 υπέρ της. Κι ο κόσμος, που ακόμα δεν έκανε μεγάλα όνειρα για την κούπα, ήταν ικανοποιημένος για το επιθετικό και χορταστικό ποδόσφαιρο που έβλεπε. Ο παίκτης που έκανε τη διαφορά ήταν ο Αΐλτον. Αυτή η μοναδική περίπτωση ενός ανθρώπου που ήταν τόσο γρήγορος, όσο και… παχουλός και σκόραρε ακατάπαυστα. Η Βέρντερ έπαιρνε γκολ και από τον Χαριστέα, αλλά και από τον 20χρονο τότε Νέλσον Βαλντέζ, αλλά ο καλύτερος συμπαραστάτης του Βραζιλιάνου υπερ-σκόρερ ήταν ο Γιοχάν Μικού που έκανε μαγική χρονιά. Ο Γάλλος είχε ελευθερία κινήσεων, παίζοντας πιο μπροστά από τους συμπαίκτες του στο κέντρο, σκοράροντας και μοιράζοντας ασίστ. Το κατάφερνε αυτό με τη σιγουριά που το προσέφεραν ο καταπληκτικός Φάμπιαν Ερνστ, αλλά και το πολυεργαλείο Φρανκ Μπάουμαν, μαζί με τον 23χρόνο τότε Τιμ Μπορόφσκι και τον Μλάντεν Κριστάιτς. Ο Σάαφ έχτισε ένα δυνατό σύνολο, με όλους αυτούς τους ποιοτικούς μαχητές να παίζουν εξαιρετικά.
Σάαφ και Αΐλτον ξαναβρέθηκαν το 2014, στο αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του Βραζιλιάνου
Η Βέρντερ, μετά την 9η αγωνιστική, είχε την τύχη να βρει ακόμα έναν πρωταγωνιστή. Πιστός σύντροφος του οργιώδη Αΐλτον, έγινε ο Ιβάν Κλάσνιτς. Ένας παίκτης που είχε έρθει πριν από δύο χρόνια από την Ζανκτ Πάουλι και δεν είχε βρει χώρο μέχρι τότε. Στην πορεία όμως πήρε θέση βασικού και ολοκλήρωσε το πρωτάθλημα με 13 γκολ, που μαζί με τα 28 ολόκληρα τέρματα του Αΐλτον, έφτιαξαν ένα μαγικό επιθετικό δίδυμο. Η Βέρντερ δεν πτοήθηκε ούτε με τα προβλήματα των συμβολαίων της. Ο Αΐλτον δεν ανανέωσε και συμφώνησε σε χρόνο dt με τη Σάλκε που του διπλασίαζε σχεδόν τον μισθό, ενώ την ίδια απόφαση πήρε κι ο Κριστάιτς τελικά. Ο Σάαφ ήξερε ότι η πορεία της ομάδας του θα οδηγούσε σε απώλεια κάποιων ονομάτων, μια που η Βέρντερ δεν θα μπορούσε να τους κρατήσει, αλλά κράτησε τα αποδυτήρια και κράτησε την ομάδα ενωμένη. Μετά το 1-3 από τη Στουτγκάρδη, η Βέρντερ έκανε 23 ολόκληρα παιχνίδια χωρίς ήττα. Αναδείχθηκε πρωταθλήτρια χειμώνα με 4 βαθμούς διαφορά από την Μπάγερν Μονάχου, βελτίωσε σε τεράστιο βαθμό την άμυνά της και ολοκλήρωσε τη σεζόν με 38 γκολ παθητικό, την καλύτερη άμυνα στο πρωτάθλημα.
Και μάλιστα αυτά τα 38 γκολ είναι λίγο πλασματικά γιατί το αήττητο σερί 23 αγώνων τελείωσε στα τελευταία δυο ματς, όταν αδιάφορη και πρωταθλήτρια πλέον, έχασε 2-6 από την Μπάγερ Λεβερκούζεν και 3-1 από τη Χάνσα, δεχόμενη εννιά γκολ. Αλλά είπαμε, όλα είχαν ήδη κριθεί πιο πριν. Όταν στις 8 Μαΐου του 2004 η ομάδα και αρκετοί οπαδοί της Βέρντερ έκαναν το μακρινό ταξίδι των περίπου 800 χιλιομέτρων, από τη βορειοδυτική Γερμανία στο Μόναχο. Την ίδια στιγμή, ο κόσμος που έμεινε στη Βρέμη μαζεύτηκε στην Πλατεία Αγοράς της πόλης, μπροστά στο δημαρχείο και τον επιβλητικό καθεδρικό της πόλης του Αποστόλου Παύλου. Οι φίλοι της Βέρντερ πλημμύρισαν κάθε πιθανό σημείο της πλατείας για να παρακολουθήσουν σε γιγαντοοθόνες τον αγώνα για το πρώτο πρωτάθλημα της πόλης από το 1993 και το τέταρτο συνολικά.
Μαλλιοκούβαρα
Ο Καν οδήγησε τους συμπαίκτες του στον αγωνιστικό χώρο του Ολυμπιακού Σταδίου του Μονάχου, με αυτό το ψαρωτικό ύφος. Η Βέρντερ ήταν 7 βαθμούς μπροστά, τρεις αγώνες πριν το τέλος, θα έπρεπε να αυτοκτονήσει για να χάσει τον τίτλο, αλλά όταν έχεις αντίπαλο την Μπάγερν, πάντα υπάρχει ένας φόβος. Η ομάδα του Σάαφ αν και σήκωνε το πρωτάθλημα ακόμα και με ισοπαλία, δεν πρόδωσε τις αρχές της. Μπήκε εντυπωσιακά, κρύβοντας την μπάλα και μέσα στο πρώτο πεντάλεπτο είχε δυο ευκαιρίες με Κλάσνιτς και Αΐλτον, αναγκάζοντας τον Καν σε αντίστοιχες αποκρούσεις. Ο επιβλητικός Καν ήταν όμως αυτός που έκανε και το λάθος τελικά. Στο 18′, ο Αΐλτον έφυγε από τα αριστερά και έκανε μια κάθετη με στόχο τον Κλάσνιτς. Ο Καν βγήκε να καθαρίσει τη φαινομενικά εύκολη φάση, έκανε κακό υπολογισμό όμως και η μπάλα έφτασε στα πόδια του Κλάσνιτς που με μεγάλη ευκολία έγραψε το 0-1. Η Μπάγερν φαινόταν να μην το πιστεύει. Λίγα λεπτά αργότερα ο Ερνστ έκανε μια γλυκιά μπαλιά για τον προωθημένο Μικού που τελείωσε τη φάση φινετσάτα και έγραψε το 0-2. Δεν υπήρχε πλέον επιστροφή. Οι οπαδοί της Βέρντερ στην εξέδρα του Μονάχου και πίσω στην Μάρκτπλατζ της Βρέμης ζούσαν στιγμές έκστασης.
Στο 35′ ο Αΐλτον πήρε την μπάλα έξω από την περιοχή του Καν και με φαλτσαριστό σουτ την έστειλε στη γωνία του. Μέσα σε κάτι παραπάνω από μισή ώρα, η Βέρντερ είχε μετατρέψει το ματς σε θρίαμβο. Το γκολ του Μακάι αρκετά αργότερα απλώς έγραψε το τελικό 1-3. Η Βέρντερ ήταν δικαιότατα η πρωταθλήτρια Γερμανίας. Η ομάδα με την καλύτερη επίθεση, την καλύτερη άμυνα, τον πρώτο σκόρερ, η ομάδα που είχε κερδίσει δυο φορές την Μπάγερν Μονάχου. Η Βέρντερ επέστρεψε με την κούπα πιατέλα του πρωταθλητή και τον Τόμας Σάαφ να κραδαίνει από το αεροπλάνο μια σημαία της ομάδας. Η μαγεία δεν είχε τελειώσει όμως. Στις 29 Μαΐου, ξανά σε ένα Ολυμπιακό Στάδιο, αυτή τη φορά στο Βερολίνο, η Βέρντερ με δυο γκολ του Μπορόφσκι και ένα του Κλάσνιτς επικράτησε με 3-2 επί της μεγάλης έκπληξης Αλεμάνια Άαχεν που ως ομάδα 2ης εθνικής είχε αποκλείσει την Μπάγερν στα ημιτελικά και έφτασε στον τελικό. Το νταμπλ της Βέρντερ πέρασε στην ιστορία του γερμανικού ποδοσφαίρου.
Η Βέρντερ παρά το γεγονός ότι έχασε σημαντικά στελέχη εκείνη της ομάδας, κατάφερε να διατηρηθεί ψηλά και τα επόμενα χρόνια. Βρήκε νέους πρωταγωνιστές, όπως ο Μίρλοσλαβ Κλόζε, διεκδίκησε ξανά το πρωτάθλημα, χωρίς όμως να τα καταφέρει, πήρε δύο ακόμα κύπελλα, έπαιξε στο Τσάμπιονς Λιγκ, έφτασε σε έναν τελικό κυπέλλου ΟΥΕΦΑ. Το εντυπωσιακό είναι ότι οι περισσότεροι από τους πρωταγωνιστές δεν μπόρεσαν να τα καταφέρουν αλλού. Ο Τόμας Σάαφ έμεινε προπονητής μέχρι το 2013 στη Βέρντερ και από εκεί και πέρα είχε μια συμπαθητική πορεία στην Άιντραχτ και ένα καταστροφικό πέρασμα από το Αννόβερο. Ο Αΐλτον άντεξε μόλις μια σεζόν στη Σάλκε και από εκεί και πέρα άρχισε τον ποδοσφαιρικό του κατήφορο με βιογραφικό που θυμίζει εκπομπή ταξιδιών. Ο Κλάσνιτς χτυπήθηκε από το γνωστό πρόβλημα υγείας που του κατέστρεψε την καριέρα. Ο Μπορόφσκι δεν τα κατάφερε στο Μόναχο, ο Μπάουμαν έκλεισε την καριέρα του στη Βρέμη, ο Νέλσον Βαλντέζ δεν μπόρεσε να προσφέρει πάρα πολλά στην Ντόρτμουντ, ο Ισμαέλ με τις εμφανίσεις του έφτασε μέχρι την Μπάγερν, αλλά χωρίς κάτι το ιδιαίτερο. Οι δυο πιο επιτυχημένοι ήταν ο Κριστάιτς και ο Ερνστ.