Εντουάρ Μεντί: Από το ταμείο ανεργίας στην Τσέλσι
Άνοιξη 2015. Ένας 23χρονος Γάλλος περιμένει στην ουρά για το πρώτο του ραντεβού στο γραφείο ευρέσεως εργασίας στη Χάβρη. Όταν φτάνει η σειρά του κάθεται απέναντι από τον υπάλληλο που εξετάζει τον φάκελο του. Ο υπάλληλος τον ρωτάει με τι είδους δουλειά θα ήθελε να ασχοληθεί. Ο 23χρονος του απαντάει “με το ποδόσφαιρο”. Ο υπάλληλος τσεκάρει ξανά τα στοιχεία που έχει μπροστά του και τον κοιτάζει με ένα μείγμα συμπάθειας και αμφιβολίας. Τελικά μετά από λίγο βρίσκει το θάρρος του να του πει “Ίσως θα έπρεπε να προσανατολιστείτε κάπου αλλού”.
Σεπτέμβριος 2020. Η Τσέλσι αντιμετωπίζει την Τότεναμ σε ένα ακόμα ντέρμπι του Βορειοδυτικού Λονδίνου, στα πλαίσια του Λιγκ Καπ. Κάτω από την εστία των μπλε βρίσκεται ένας 28χρονος Γάλλος, που ακόμα δεν έχει κλείσει ούτε εβδομάδα στο σύλλογο. Ο Εντουάρ Μεντί τελικά δεν προσανατολίστηκε κάπου αλλού.
Ο τερματοφύλακας που κόστισε περίπου 25 εκατομμύρια ευρώ στην ομάδα του Λονδίνου είναι μια από τις πολλές περιπτώσεις πετυχημένων αθλητών που έφτασαν πάρα πολύ κοντά στο να τα παρατήσουν όλα και να ασχοληθούν με κάποιο άλλο επάγγελμα. Η διαφορά του με τις περισσότερες αντίστοιχες περιπτώσεις έγκειται στην ηλικία που βίωσαν αυτή τη δύσκολη στιγμή. Ο Μεντί δεν ήταν παιδάκι ή έστω έφηβος όταν συνειδητοποίησε πως ίσως το ποδόσφαιρο δεν ήταν γι’αυτόν, κάτι που θα του έδινε τη χρονική άνεση να επαναξιολογήσει τα θέλω του και τις ικανότητες του. Ήταν 23 χρονών και μετρούσε σχεδόν 16 χρόνια προσπάθειας και κόπου σε ακαδημίες, ερασιτεχνικές και ημι-επαγγελματικές ομάδες. Μιας προσπάθειας που ως τότε δεν είχε αποδώσει κανέναν καρπό.
Στο τέλος της σεζόν 2013-14 ο Γάλλος τερματοφύλακας έβλεπε την ομάδα του, την Σερμπούρ από την βορειοδυτική Γαλλία που αγωνιζόταν τότε στην 4η κατηγορία, να υποβιβάζεται για δεύτερη σερί χρονιά. Όντας ελεύθερος πλέον να ψάξει την τύχη του αλλού, εμπιστεύτηκε έναν ατζέντη που τον έπεισε ότι μπορεί να του βρει ομάδα στην Αγγλία. Για αρκετές εβδομάδες ο Μεντί περίμενε ένα τηλέφωνο που τελικά δεν έγινε ποτέ. Όταν κατάλαβε ότι κανένας δεν ενδιαφερόταν πραγματικά για να τον αποκτήσει ήταν πλέον αργά για να στραφεί σε εγχώριες λύσεις ανάγκης. Τότε ήρθε και η σύγκρουση με την σκληρή πραγματικότητα.
“Στο ποδόσφαιρο είμαστε καλομαθημένοι. Ζούμε προστατευόμενοι, έχουμε ανθρώπους να μας υπηρετούν. Δεν το αντιλαμβανόμαστε πάντα πόσο τυχεροί είμαστε” δήλωσε σε μια συνέντευξη του. “Μόλις όμως βγούμε στον πραγματικό κόσμο, σταθούμε στην ουρά στο ταμείο ανεργίας, όπως έκανα εγώ, και αντιμετωπίσουμε τα απλά, καθημερινά προβλήματα τότε καταλαβαίνουμε πόσο σκληρό είναι όλο αυτό”.
Το να μείνεις χωρίς ομάδα σε αυτή την ηλικία είναι από μόνο του αποκαρδιωτικό. Το να μείνεις όμως χωρίς ομάδα, άρα και εισόδημα, ακριβώς την εποχή που η γυναίκα σου είναι έτοιμη να φέρει στον κόσμο το πρώτο σας παιδί, είναι εφιαλτικό. “Με στρέσαρε φοβερά η όλη κατάσταση. Αναρωτιόμουν συνέχεια αν έπρεπε να σταματήσω οριστικά το ποδόσφαιρο και να ψάξω να βρω μια μόνιμη δουλειά για να προστατεύσω την οικογένεια μου και να αντιμετωπίσω το μέλλον με μεγαλύτερη ηρεμία.”
Μετά από αυτή την τρομακτική διαπίστωση ακολούθησε το πρώτο ραντεβού στο ταμείο ανεργίας που είδαμε και στην αρχή. “Και τι δουλειά θα κάνατε αν τελικά σταματούσατε;” ρώτησε αναμενόμενα ο δημοσιογράφος. “Ένας φίλος μου θα άνοιγε εκείνη την εποχή μια μπουτίκ ρούχων στην πόλη μου, τη Χάβρη, και λέγαμε να με βάλει μάνατζερ γιατί έχω απολυτήριο επαγγελματικού λυκείου με ειδίκευση το εμπόριο. Εκτός αυτού θεωρώ ότι είμαι καλός στην επαφή με άλλους ανθρώπους. Έτσι θα είχα μια προοπτική αν τελικά δεν έβρισκα ομάδα ούτε την επόμενη χρονιά”.
Για καλή τύχη του Μεντί, η ικανότητα του στις διαπροσωπικές σχέσεις έφερε αποτελέσματα πριν καταλήξει να δουλεύει σε μαγαζί με ρούχα. Ένας πρώην συμπαίκτης του στην Σερμπούρ με τον οποίο διατηρούσε ακόμα καλές σχέσεις, ο Τεντ Λαβί, έμαθε τυχαία από έναν φίλο του που εργαζόταν ως υπεύθυνος τερματοφυλάκων στις ακαδημίες της Μαρσέιγ, πως οι Μασσαλοί ψάχνουν για έναν 4ο τερματοφύλακα. Ο Λαβί πρότεινε στον φίλο του τον Μεντί, ακολούθησε μια συνάντηση των δυο τους στο προπονητικό κέντρο της Μαρσέιγ, μια μικρή δοκιμή και η συμφωνία επετεύχθη. Μετά από έναν ολόκληρο χρόνο που έτρεχε μόνος του στο δρόμο, που συμμετείχε εθελοντικά σε προπονήσεις σε τοπικές ερασιτεχνικές ομάδες για να διατηρεί μια επαφή με το άθλημα και που κάλυπτε τα έξοδα της οικογένειας του χάρη στο ταμείο ανεργίας, ο Μεντί θα βρισκόταν ξανά σε περιβάλλον ενός κανονικού κλαμπ, έστω και με συμβόλαιο ερασιτέχνη που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό.
Ο ανταγωνισμός στη Μαρσέιγ αποδείχτηκε αρκετά δύσκολος, ειδικά για κάποιον που προερχόταν από ένα χρόνο απραξίας και μέχρι τότε δεν είχε αγωνιστεί ποτέ πάνω από την 3η κατηγορία, και αυτόματα έστειλε τον Μεντί στη 2η ομάδα των Μασσαλών, που αγωνιζόταν τότε στην 4η κατηγορία. Οι εμφανίσεις του εκεί, σε συνδυασμό με τη βοήθεια που έλαβε από τους έμπειρους προπονητές που υπήρχαν στο προπονητικό τιμ ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν για να ανακτήσει την αυτοπεποίθηση του και να σταθεί ξανά στα πόδια του. Η Ρενς ενδιαφέρθηκε γι’αυτόν το επόμενο καλοκαίρι και στα 24 του, το 2016, ο Μεντί υπέγραψε επιτέλους ένα κανονικό επαγγελματικό συμβόλαιο, με μια ομάδα που τότε αγωνιζόταν στη 2η κατηγορία.
Την δεύτερη χρονιά του στην ομάδα πήρε ‘προαγωγή’ για τη θέση του βασικού τερματοφύλακα και με αυτόν σε εξαιρετική φόρμα στην εστία (σχεδόν στα μισά παιχνίδια που αγωνίστηκε δεν δέχτηκε γκολ) η Ρενς έκανε μια τρομερή σεζόν, κερδίζοντας δια περιπάτου την άνοδο της στη Λιγκ 1. Στα 26 του ο Εντουάρ Μεντί θα αγωνιζόταν για πρώτη φορά στη μεγάλη κατηγορία της χώρας και δεν σκόπευε να αφήσει την ευκαιρία να πάει χαμένη. Την πρώτη του κιόλας χρονιά τράβηξε τα βλέμματα αρκετών βοηθώντας την ομάδα του όχι μόνο να μείνει μακριά από τη ζωή του υποβιβασμού αλλά να πλησιάσει και στις θέσεις που οδηγούν στην Ευρώπη. Με τον Μεντί να παίζει σε όλα τα παιχνίδια του πρωταθλήματος και να κρατάει ανέπαφη την εστία του σε 14 παιχνίδια, η Ρενς είχε μια από τις καλύτερες άμυνες της Γαλλίας και αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο. Αρκετές γαλλικές ομάδες ενδιαφέρθηκαν αλλά τελικά αυτή που κέρδισε την υπογραφή του ήταν η Ρεν, που πρόσφερε ως εξτρά δέλεαρ και τη συμμετοχή στους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ.
Στη δεύτερη μόλις σεζόν του στη μεγάλη κατηγορία ο Μεντί επιβεβαίωσε πως δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τερματοφύλακες με περισσότερες παραστάσεις τέτοιου επιπέδου και ήταν για μια ακόμα φορά κομβικός στο να πετύχει η ομάδα του τους στόχους της. Η Ρεν βρισκόταν στην 3η θέση όταν η σεζόν διακόπηκε λόγω της πανδημίας και όταν η γαλλική κυβέρνηση απαγόρευσε τη συνέχιση του πρωταθλήματος αυτό της έδωσε αυτόματα ένα ιστορικό εισιτήριο για τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ. Καθόλου τυχαία η ομάδα του Μεντί έφτασε σε αυτή την επιτυχία χάρη στην άμυνα της, που ήταν η δεύτερη καλύτερη της Γαλλίας. Η απόδοση του τις δυο αυτές σεζόν ήταν αρκετές για να πείσουν τον παλιό τερματοφύλακα της Ρεν, Πετρ Τσεχ, να τον προτείνει στην Τσέλσι, σε μια περίοδο κιόλας που ο Φρανκ Λάμπαραντ έψαχνε εναγωνίως για τερματοφύλακα, και η συμφωνία των δυο πλευρών δεν άργησε να έρθει.
Πέντε μόλις χρόνια μετά από εκείνη την εποχή που η κατάθλιψη και το άγχος της ανεργίας του χτυπούσαν την πόρτα (“Όταν μένεις άνεργος για ένα ολόκληρο χρόνο όσο αισιόδοξος άνθρωπος κι αν είσαι, η αμφισβήτηση αρχίζει να σε κυριεύει. Καταλήγεις να πείθεις τον εαυτό σου ότι δεν πρόκειται να τα καταφέρεις”) ο Εντουάρ Μεντί ετοιμάζεται να πρωταγωνιστήσει στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου, νιώθοντας μάλλον δικαιωμένος που δεν ακολούθησε τη συμβουλή του υπαλλήλου σε εκείνο το γραφείο ευρέσεως εργασίας στη Χάβρη.