Ο άθλος της Μποαβίστα το 2001
Σε όλα τα πρωταθλήματα ποδοσφαίρου του κόσμου υπάρχουν κάποιες μεγάλες ομάδες που συνήθως μονοπωλούν τους τίτλους. Σε αρκετές περιπτώσεις, ορισμένες από αυτές χάνονται με την πάροδο του χρόνου, όπως η Προ Βερτσέλι στην Ιταλία. Στην περίπτωση της Γερμανίας, έχουμε αρκετές ομάδες που κατέκτησαν τίτλους, αλλά την Μπάγερν να κυριαρχεί πλέον. Στην Ολλανδία έχουμε μεν τρεις μεγάλες ομάδες, αλλά και εκεί παλιότερα υπήρχαν αρκετοί σύλλογοι που πήραν πρωτάθλημα. Ακόμα και στη χώρα μας, υπάρχουν έξι σύλλογοι που έχουν κατακτήσει το πρωτάθλημα. Από τα πιο μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, κανένα δεν μπορεί να φτάσει το πορτογαλικό πρωτάθλημα στον ποδοσφαιρικό “συγκεντρωτισμό” του.
Το πρωτάθλημα στην Πορτογαλία έχει ιστορία από το 1935 με μια αρχική, πειραματική μορφή, για να συνεχιστεί από το 1938. Από τότε και μέχρι σήμερα, τρεις ομάδες κυριαρχούν αποκλειστικά. Μπενφίκα, Πόρτο και Σπόρτινγκ με τις καλές και κακές τους εποχές κατακτούν κάθε χρόνο το πρωτάθλημα, ξεκόβοντας τα όνειρα κάθε άλλου συλλόγου. Η μοναδική εξαίρεση ήταν η Μπελενένσες το 1946, που κατέκτησε το πρωτάθλημα με έναν βαθμό διαφορά. Εκείνη η επιτυχία όμως δεν βρήκε μιμητές τις επόμενες δεκαετίες. Κάπως έτσι φτάσαμε στο καλοκαίρι του 2000. Τα νούμερα ήταν εντυπωσιακά: Μπενφίκα 30 τίτλοι, Σπόρτινγκ 18, Πόρτο 17 και Μπελενένσες 1. Ποιος να πίστευε ότι κάτι τέτοιο θα άλλαζε;
Η πρωταθλήτρια Σπόρτινγκ ήθελε να κάνει το repeat, η Πόρτο είχε χάσει τον Ζαρντέλ των 38 γκολ, αλλά ο Φερνάντο Σάντος ήταν αισιόδοξος, έχοντας στη διάθεσή του παίκτες όπως ο Ντέκο και ο Ντρούλοβιτς (και φυσικά τον κύριο Φόλια) και η Μπενφίκα είχε στον πάγκο τον Γιουπ Χάινκες και στην επίθεση τον εξαιρετικό φαν Χόιντονκ. Στη δυτική πλευρά του Πόρτο, η Μποαβίστα ετοιμαζόταν για ακόμα ένα πρωτάθλημα που θα προσπαθούσε να μπει σφήνα στους μεγάλους. Μια ομάδα γνωστή για τη φανέλα “σκακιέρα” της στον υπόλοιπο κόσμο, ο δεύτερος σύλλογος της πόλης μετά την Πόρτο είχε σημαντική ιστορία από το 1903, με πέντε κατακτήσεις κυπέλλου.
Ο πρόεδρος τραγουδά με σακάκι πιθανότατα εμπνευσμένο από τη φανέλα της ομάδας
Το 1997, ο επί περίπου 20 χρόνια πρόεδρος της Μποαβίστα Βαλεντίμ ντος Σάντος ντε Λουρέιρο αποχώρησε. Πρώην στρατιωτικός, με μεγάλη θητεία στην Αγκόλα, ο Βαλεντίμ ντε Λουρέιρο ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική (πέρα από τις επιχειρήσεις του) και ως υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών βγήκε και δήμαρχος στην περιοχή Γκοντομάρ του Πόρτο. Παράλληλα, είχε μεγάλη ενασχόληση με την Μποαβίστα. Σταθεροποίησε την ομάδα, έγινε μέχρι και πρόεδρος της Λίγκας και αντιπρόεδρος της Π.Ο. της χώρας και αποχωρώντας έχρισε ως διάδοχό του τον γιο του Ζοάο ντε Λουρέιρο. Ο νεαρός Ζοάο ήταν κι αυτός πολυσχιδής προσωπικότητα. Ακόμα περισσότερο από τον πατέρα του. Εκτός από τις σπουδές του στη Νομική, ο Ζοάο ντε Λουρέιρο είχε τρέλα με τη μουσική. Έκανε μάλιστα και το δικό του συγκρότημα, τους Ban, μια μπάντα που ξεκίνησε περισσότερο ως new wave και ska, αλλά στην πορεία ακολούθησε πιο mainstream pop δρόμους και γνώρισε σημαντική επιτυχία στην Πορτογαλία στα 90s. Με το συγκρότημα να έχει σταματήσει, ο Ζοάο είχε τον απαραίτητο χρόνο να ασχοληθεί με την μπαλίτσα.
Η Μποαβίστα, που ήταν πλέον η τέταρτη δύναμη στη χώρα, έχοντας καταφέρει εκτός από τα κύπελλα να αποκλείσει και την Ίντερ στο ΟΥΕΦΑ το 1991-92 έψαχνε την ευκαιρία της. Μια ομάδα που έβγαζε καλούς παίκτες (όπως ο Ζοάο Πίντο κι ο Νούνο Γκόμες), αλλά δεν μπορούσε να τους κρατήσει, ήξερε ότι δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τους μεγάλους με τα χρήματα. Και κάθε καλή χρονιά ήταν επί της ουσίας πισωγύρισμα. Το 1997 κατέκτησε το κύπελλο αποκλείοντας τη Σπόρτινγκ και επικρατώντας επί της Μπενφίκα στον τελικό. Τα πανηγύρια όμως κόπηκαν γρήγορα, καθώς η ομάδα αναγκάστηκε να πουλήσει τον Νούνο Γκόμες στην Μπενφίκα και τον άγνωστο τότε δεύτερο σκορ του πρωταθλήματος Τζίμι Φλόιντ Χάσελμπαϊνκ στη Λιντς. Και ξανά από την αρχή, έψαχνε να βρει νέους πρωταγωνιστές.
Χάνοντας δύο τόσο πολύτιμους παίκτες, η Μποαβίστα έκανε κάκιστη χρονιά και βρέθηκε στην 13η θέση στα μισά της χρονιάς, κινδυνεύοντας ακόμα και με υποβιβασμό. Ο Ζοάο ντε Λουρέιρο άλλαξε προπονητή, φέρνοντας τον Ζάιμε Πασέκο, έναν παλιό ποδοσφαιριστή με καριέρα σε Πόρτο και Σπόρτινγκ. Με τον Πασέκο η Μποαβίστα κατάφερε να ανέβει στην 6η θέση, κερδίζοντας 13 από τα 20 παιχνίδια της, διορθώνοντας την άμυνά της και βρίσκοντας νέους πρωταγωνιστές. Ρολίστες παίκτες, όπως ο Ρουί Μπέντο, βελτιώνονταν συνεχώς, ενώ νέα πρόσωπα όπως ο τερματοφύλακας Ρικάρντο που θα έφτανε αργότερα στην εθνική Πορτογαλίας, άρπαζαν τις ευκαιρίες τους. Η Μποαβίστα έγινε ομάδα με όλη τη σημασία της λέξης, καλύπτοντας τις αδυναμίες της με πολλή δουλειά, τρέξιμο και ιδρώτα. Η δουλειά του Πασέκο φάνηκε την επόμενη σεζόν, όταν η Μποαβίστα κατέκτησε μια ανέλπιστη 2η θέση το 1999 και βγήκε στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ.
Η παράλληλη πορεία σε ομίλους Τσάμπιονς Λιγκ και πρωτάθλημα στοίχισε στην επόμενη σεζόν και η Μποαβίστα μπήκε στο πρωτάθλημα του 2000-01 από την 4η θέση. Μια ομάδα που είχε κερδίσει τον σεβασμό, πάνω κάτω όπως η Μπράγκα σήμερα, αλλά κανείς δεν θεωρούσε ικανή να χτυπήσει το πρωτάθλημα. Τα χρήματα από τις πωλήσεις και τα έσοδα των προηγούμενων ετών είχαν πάει στο νέο σύγχρονο προπονητικό κέντρο του συλλόγου και όχι στην ενίσχυση της ομάδας. Αλλά ο Πασέκο, είχε μάθει να πολεμάει με τα υλικά που του έδιναν. Η Μποαβίστα σκληραγωγήθηκε στην Ευρώπη, είχε περισσότερη εμπειρία πλέον και μια πολύ ισχυρή άμυνα.
Στις 13 Ιανουαρίου του 2001 η μεγάλη νίκη στο τοπικό ντέρμπι
(μπόνους, δηλώσεις Φερνάντο Σάντος με το κλασικό πέτσινο)
Σε αυτές τις περιπτώσεις, χρειάζεται να πετύχεις τους αντιπάλους σε στιγμή αδυναμίας. Πράγματι, η Μπενφίκα έκανε μια καταστροφική σεζόν. Ο Χάινκες απολύθηκε μόλις την 4η αγωνιστική, ο βοηθός Ζοσέ Μουρίνιο που ανέλαβε για πρώτη φορά χρέη πρώτου απολύθηκε τον Δεκέμβριο κι η Μπενφίκα κατέληξε στην 6η θέση. Λίγο καλύτερη ήταν η πορεία της πρωταθλήτριας Σπόρτινγκ, αλλά κι αυτή έδειξε ότι δεν μπορούσε για το κάτι παραπάνω. Κάπως έτσι το πρωτάθλημα κυλούσε με τον Φερνάντο Σάντος καβάλα στο άλογο, να οδηγεί την κούρσα με τους δυο μεγάλους αντιπάλους της Πόρτο εξουδετερωμένους. Τη 12η αγωνιστική ήταν 5 βαθμούς μπροστά από τη 2η Σπόρτινγκ. Η Μποαβίστα όμως δεν έχανε. Και δεν έτρωγε γκολ. Και σιγά σιγά άρχισε να ανεβαίνει, να εκμεταλλεύεται τις αποτυχίες της Πόρτο και στο τέλος του 1ου γύρου υποδέχτηκε την Πόρτο στην έδρα της, στο τοπικό ντέρμπι. Η Πόρτο πίεσε, αλλά σε μια ωραία αντεπίθεσή της, η Μποαβίστα άνοιξε το σκορ με τον Μαρτελίνιο στο 31′. Οι σέντρες του κυρίου Φόλια δεν είχαν αποτέλεσμα για τους φιλοξενούμενους και η αποβολή του Ντέκο στο 63′ καθάρισε την μπουγάδα.
Η Μποαβίστα ανέβηκε έτσι στην 1η θέση της βαθμολογίας στα μέσα του Ιανουαρίου. Με σχετικά άγνωστους παίκτες, φτηνούς Βραζιλιάνους και Πορτογάλους η Μποαβίστα έζησε τη στιγμή της. Παίζοντας κυρίως 4-3-3 και έχοντας δυο χαφ που δάγκωναν (Πετίτ και Ρουί Μπέντο με το προσωνύμιο μικρός Μπαρέζι), ο Βολιβιανός σταρ Έρβιν Σάντσες είχε τον χώρο και την άνεση να δημιουργήσει. Το Εστάδιο ντε Μπέσα παρά το γεγονός ότι δεν είναι η πιο καυτή έδρα έγινε οχυρό για την ομάδα. Έκανε 16 νίκες σε 17 παιχνίδια και δέχτηκε μόλις 6 γκολ. Φυσικά είχε και την καλύτερη άμυνα συνολικά στο πρωτάθλημα, ενώ επιθετικά ήταν 2η πίσω από την Πόρτο. Μπροστά τα γκολ μοιράζονταν στην επιθετική της τριάδα. Η δεύτερη συνεχόμενη ήττα για τον μαύρο Γενάρη του Σάντος (κάτι που επανέλαβε αργότερα και στον πάγκο της ΑΕΚ) στο ντέρμπι με την Μπενφίκα, έφερε την Μποαβίστα τέσσερις βαθμούς μπροστά. Ο Πασέκο κι οι παίκτες του δεν έδειξαν τάσεις αυτοκτονίας.
Το πρώτο πρωτάθλημα στην ιστορία της Μποαβίστα και το δεύτερο στην ιστορία της Πορτογαλίας που δεν κέρδισαν οι τρεις μεγάλοι
Από εκείνο το σημείο, η Μποαβίστα έχασε μόνο από την Μπράγκα και με τη νίκη της την προτελευταία αγωνιστική με 3-0 επί της Άβες, εξασφάλισε και μαθηματικά το πρωτάθλημα μέσα σε ντελίριο ενθουσιασμού. Ένας πραγματικός ποδοσφαιρικός άθλος για μια ομάδα που χωρίς ιδιαίτερους πόρους κατάφερε να βρεθεί στην κορυφή. Κι αν η σεζόν του τίτλου έγραψε ιστορία, ήταν η επόμενη χρονιά που απέδειξε πόσο σοβαρή δουλειά γινόταν στον σύλλογο. Η ομάδα έδωσε μεγάλη μάχη για τον τίτλο και πάλι, χάνοντάς τον από την Σπόρτινγκ που είχε τον Ζαρντέλ να επιστρέφει στην Πορτογαλία και να σκοράρει… 42 φορές. Κι όμως, η Μποαβίστα όχι μόνο βρέθηκε 2η και με 5 πόντους διαφορά, αλλά έκανε σπουδαία πορεία στο Τσάμπιονς Λιγκ. Βγήκε 2η στον όμιλό της πίσω από τη Λίβερπουλ βάζοντας από κάτω Ντόρτμουντ και Διναμό Κιέβου. Στη 2η φάση των ομίλων πάλεψε με Μπάγερν και Γιουνάιτεντ και τερμάτισε 3η και με το κεφάλι ψηλά, περνώντας τη γαλλική Ναντ. Κι όλα αυτά χωρίς ιδιαίτερες μεταγραφές, χωρίς σπατάλες χρημάτων.
Οι “Πάνθηρες” της Μποαβίστα ήταν η απόδειξη ότι όταν δεν υπάρχουν χρήματα, η πολλή δουλειά είναι αυτή που αποτελεί μονόδρομο. Η εξαετία του Πασέκο ολοκληρώθηκε με μια φοβερή πορεία στο ΟΥΕΦΑ του 2002-03 μετά τον αποκλεισμό στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Η Μποαβίστα απέκλεισε κατά σειρά τις Μάκαμπι Τελ Αβίβ, Ανόρθωση, Παρί Σεν Ζερμέν, Χέρτα και Μάλαγα σε μια μαγική πορεία που την έφερε μέχρι τα ημιτελικά του θεσμού. Εκεί συνάντησε τη Σέλτικ και μετά το 1-1 στη Γλασκώβη, το γκολ του Χένρικ Λάρσον στο 79′ μέσα στο Πόρτο ήταν αυτό που απέκλεισε την Μπαοβίστα. Δυστυχώς, εκείνη η ευρωπαϊκή πορεία έφερε κόπωση στα εγχώρια και η Μποαβίστα τερμάτισε 10η. Ο Πασέκο αποχώρησε από τον πάγκο του συλλόγου και η ομάδα άρχισε να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα. Παρότι έκανε συνετή διαχείριση, η τεράστια έκρηξη σε μισθούς ποδοσφαιριστών εκείνων των ετών, οδήγησε αναγκαστικά σε αύξηση του μπάτζετ. Ήταν όμως η επέκταση του σταδίου που αποτέλεσε το μεγαλύτερο πρόβλημα. Η Μποαβίστα περίμενε την οικονομική βοήθεια της πολιτείας για το γήπεδο, μια που ήταν στα έργα του Euro 2004, κάτι που δεν έγινε ποτέ. Ο σύλλογος επωμίστηκε τα έξοδα και τα πράγματα δυσκόλεψαν.
Δεν κατάφερε ξανά να φτάσει στην ίδια κατάσταση και μια που ήταν μπλεγμένη στο σκάνδαλο της “Χρυσής Σφυρίχτρας” που συγκλόνισε το πορτογαλικό ποδόσφαιρο, τιμωρήθηκε με υποβιβασμό το 2008, παρότι είχε τερματίσει 8η. Στη συνέχεια, βρέθηκε μέχρι και στη Γ’ εθνική εξαιτίας των οικονομικών δυσκολιών της και μετά από λαϊκή απαίτηση, ο Ζοάο ντε Λουρέιρο επανήλθε ως πρόεδρος. Η ομάδα όχι μόνο κατάφερε να μειώσει τα χρέη της, αλλά και μετά από δικαστική μάχη κέρδισε ξανά τη συμμετοχή της στην Α’ εθνική. Έτσι, το 2014 επανήλθε από τη Γ’ στην Α’ με δικαστική απόφαση. Ο ντε Λουρέιρο έχει αποχωρήσει από την προεδρία, αφού δεν επιθυμούσε να είναι ξανά υποψήφιος, αλλά συνεχίζει να συμμετέχει στα κοινά της ομάδας. Η Μποαβίστα όμως είναι πλέον μια μικρομεσαία ομάδα αγωνιστικά, πολύ μακριά από τις στιγμές του παρελθόντος. Κρατά όμως το μοναδικό προνόμιο του έπους του 2001 και το γεγονός ότι μαζί με την Μπελενένσες είναι οι δυο μόνες ομάδες στη λίστα των πρωταθλητών της χώρας, πέρα από τους 3 μεγάλους.
2 σχόλια σχετικά με το “Ο άθλος της Μποαβίστα το 2001”
Έλα ρε Μποαβίστα, συγκίνηση …..
Είναι η ομάδα μου στην Πορτογαλία, απο τη δεκαετία του ’90 και τον περιμένα εκείνον τον τίτλο (17 ετών εγώ τότε), κόντρα σε όλα τα προγνωστικά. Επί μία δεκαετία η ομάδα πέτυχε σπουδαία πράγματα, πάντα σε σχέση με τις δυσκολίες που συναντάει κανείς όταν έχει να τα βάλει με μεγαθήρια.
O κύριος Φόλιας… 😀