Ο γύρος του κόσμου με ένα σομπρέρο

Από το Σύλλογο στο Φραντσάιζ

«Το ποδόσφαιρο ενδιαφέρει όλα τα κοινωνικά στρώματα και είναι, ίσως, το μοναδικό επίπεδο στην καθημερινότητά μας όπου ο ματσωμένος αντιπρόεδρος μιας διοίκησης δεν το βρίσκει απρεπές να αδελφοποιηθεί σε μια κραυγή με έναν κοινωνικά απόκληρο». Με αυτά τα λόγια ο Μάριο Μπενεντέτι το 1996 άνοιγε το θέμα «ποδόσφαιρο» σε μια υπέροχη συνέντευξη που είχε δώσει στην αργεντίνικη εφημερίδα «Ελ Γράφικο». Ως Ουρουγουανός μοιραζόταν το πάθος της χώρας για τη μπάλα και μαζί με τον έταιρο μεγάλο γραφιά της χώρας, τον Εδουάρδο Γαλεάνο, είχαν την αγάπη για τη Νασιονάλ και την αδυναμία να μισήσουν την αιώνια αντίπαλο Πενιαρόλ.

Ειδικά για τους Λατίνους συγγραφείς το ποδόσφαιρο ήταν μαγικό γι’ αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό του, ότι έσπαγε τις κοινωνικές τάξεις κάτω από τη νέα ομαδοποίηση, αυτή του συλλόγου, που ένωνε μια πόλη ή μια γειτονιά, ή της εθνικής ομάδας. Για τον Μπενεντέτι, αλλά και για τον Γαλεάνο, το Μουντιάλ του 1994 ήταν ένα τεράστιο χτύπημα γιατί είδαν τον νέο κόσμο της ΦΙΦΑ με τους χορηγούς, το ποδόσφαιρο του μπραντ. Στην ίδια συνέντευξη ο Μπενεντέτι λέει «Δε χάνω την εμπιστοσύνη μου στο ποδόσφαιρο. Μου άρεσε το παλιό ποδόσφαιρο όμως πιο πολύ. Ήταν πιο αργό, πιο δημιουργικό, χωρίς τα λεφτά της ΦΙΦΑ και τις καραβιές των Λατίνων παιχτών να φεύγουν για την Ισπανία».

Μπενεντέτι και Γαλεάνο πριν από ματς της εθνικής Ουρουγουάης.

Το ζήτημα είναι ότι στο ποδόσφαιρο του μπραντ κάποιες μάρκες είναι πιο εμπορικές από τις άλλες. Και οι μεγάλοι γίνονται μεγαλύτεροι και καταπίνουν τους πιο μικρούς. Όταν ήρθε το Τσάμπιονς Λιγκ τα λεφτά έγιναν περισσότερα και με τη συνδρομητική τηλεόραση και την εκτόξευση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων το ποδόσφαιρο, όπως και τα περισσότερα σπορ, έγινε μέρος της σόου μπιζ. Τα υπερβολικά χρήματα που διακινούνται δε σχετίζονται με την αθλητική αξία ή ποιότητα, αλλά με το εμπορικό αντίκρισμα. Και αυτό γίνεται με όρους βιομηχανίας θεάματος. Η υπεραξία στο πρόσκαιρο/επίκαιρο, η επιλογή προσώπων ως σημεία αναφοράς για κάθε περίοδο, τα γκαλά, οι βραβεύσεις, η χλιδή, το παγκόσμιο κοινό και τόσοι άλλοι παράγοντες έξω από το αθλητικό κομμάτι.

Σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον τα αναγνωρίσιμα και πιο εμπορικά μπραντ έχουν παραπάνω ισχύ, μαζί με αυτούς που μπαίνουν στο παιχνίδι ξοδεύοντας μερικά ΑΕΠ για να μπουν σε αυτό το κλαμπ. Και όσο όλα δουλεύουν κανονικά δεν υπάρχει πρόβλημα. Οι σύλλογοι, ακόμα σύλλογοι είναι, εκμεταλλεύονται το σήμα τους εμπορικά, έχουν περίπου 1/3 έσοδα από χορηγούς, 1/3 από την τηλεόραση και 1/3 από εισιτήρια και μερτσαντάιζ. Μέχρι που αυτή η ισορροπία σπάει και οι υπερχρεωμένοι σύλλογοι βλέπουν ότι τα εξυπηρετούμενα δάνειά τους πια δεν είναι τέτοια. Διότι το τελευταίο 1/3 έγινε μηδέν. Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Σούπερ Λιγκ από τα ισχυρά κλαμπ της Ευρώπης είναι μια κίνηση να καλυφτεί αυτή η χασούρα που τους πνίγει οικονομικά και γίνεται τώρα διότι επείγει να σωθούν αυτοί.

Το ποδόσφαιρο περνάει από τη λογική του συλλόγου, που έχει μια συγκεκριμένη γεωγραφική αναφορά και βάση, ένα κοινό που συμμερίζεται ένα πάθος κάτω από ένα έμβλημα, σε φραντσάιζ. Ο σύλλογος που έχει βάση και αναφορά που την εκπέμπει περνάει στο κλάουντ. Ένα σύμβολο που δίνεται σε πλατφόρμες αναδιανομής όπως δείχνουν οι συμφωνίες με την Άμαζον ή την Ντίσνεϋ που θα πουλάνε το προϊόν παγκόσμια, άμεσα διαθέσιμο, ονλάιν. Το νέο κοινό είναι αυτό και ο στόχος είναι να γίνουν πελάτες του μέλλοντος. Μια αμερικανική λογική σε ένα σπορ που δούλευε τελείως διαφορετικά.

Στο ποδόσφαιρο πάει να γίνει ότι έγινε στη μουσική με το σποτιφάι. Στη συγκεκριμένη πλατφόρμα τα τραγούδια που ακούμε πληρώνουν τους δικαιούχους από τη στιγμή που περνάμε τα 21 δευτερόλεπτα ακρόασης. Αυτό έφερε μια μεγάλη αλλαγή στην ποπ μουσική που μετέφερε τη βασική πληροφορία, το ρεφρέν, στην αρχή. Τα τραγούδια έχασαν τις μεγάλες εισαγωγές, άλλαξαν τη δομή τους και περιόρισαν τη διάρκειά τους, ώστε να δημιουργούν περισσότερα έσοδα. Επίσης, το τι ακούγεται, στο μαζικό επίπεδο πάντα, είναι τρομακτικά μονότονο και συντηρητικό, 4 ακόρντα και 4/4. Διότι αυτό κρατάει τον κόσμο στην πλατφόρμα.

Το ποδόσφαιρο πάει σε μια κλειστή λίγκα. Με τα μεγάλα μπραντς που δε δίνουν δεκάρα για τους άλλους. Αυτοί έχουν το παγκόσμιο γκελ, τα πρόσωπα που κεντρίζουν το ενδιαφέρουν του κόσμου, που κάνουν γκιφς και βιντεάκια δευτερολέπτων. Θα είναι οι ίδιοι που θα παίζουν μεταξύ τους και θα παίζουν αυτό που είναι αρεστό. Ώστε να δημιουργούν κλικς. Το κοινό μπορεί να είναι ηλεκτρονικό. Άλλωστε δεν υπάρχει θέμα. Να γίνει το πραγματικό ποδόσφαιρο ηλεκτρονικό σπορ. Ένα βίντεο γκέιμ που η τακτική και τα συστήματα θα ενδιαφέρουν το νέο κοινό όσο ο κώδικας στο τελευταίο Σάιμπερπανκ. Το παλιό κοινό, αυτό του γηπέδου, είναι ξεπερασμένο, αδιάφορο. Το χρώμα μπαίνει και από πάνω και οι φωνές από ηχογράφηση.

.

 

Είτε γίνει είτε όχι η νέα Ευρωπαϊκή Σούπερ Λιγκ πλέον η κατεύθυνση έχει ξεκαθαρίσει. Μπορεί προς το παρόν οπαδοί, εθνικές λίγκες και ίσως κυβερνήσεις να παρέμβουν ώστε να εμποδίσουν την άμεση υλοποίηση του εγχειρήματος, όμως αυτό θα γίνει με παραχωρήσεις στους μεγάλους. Και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αυτό που σχεδίασαν ή κάτι παρόμοιο θα είναι η κατεύθυνση του ποδοσφαίρου στο μέλλον. Είμαστε στη μετάβαση από το παιχνίδι στο γκέιμινγκ. Εκεί που τελειώνει το ποίημα και αρχίζει ο κώδικας.

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, Σκέφτομαι και γράφω

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Σομπρεροανασκόπηση 2015

Με το 2015 να τελειώνει, κάνουμε κι εμείς τη δική μας ανασκόπηση στη χρονιά που φεύγει. Θυμόμαστε κάποια (όχι αναγκαστικά επίκαιρα) κείμενα που δημοσιεύτηκαν μέσα στο 2015 και διαλέγουμε αρκετές φωτογραφίες που για διάφορους λόγους έμειναν στην μνήμη μας.  Ξεκινάμε με τα πέντε κείμενα που διαβάστηκαν περισσότερο σύμφωνα με τα στοιχεία μας, τα πέντε πιο […]

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

Ο μισητός αλλά ξεχωριστός Ζοσέ Μουρίνιο

Αντιπαθώ τον Ζοσέ Μουρίνιο. Τον αντιπαθώ περισσότερο κι απ’όσο απεχθάνομαι τους Γερμανούς και τον Φαν Μπόμελ. Μισώ την κλάψα του, την ποδοσφαιρική του φιλοσοφία σε κάποια θέματα, την ατέλειωτη και συνήθως αδικαιολόγητη γκρίνια του, την απύθμενη εγωπάθεια του, την τακτική του προσέγγιση σε αρκετά μεγάλα παιχνίδια και περισσότερο απ’ όλα την τάση του να προσπαθεί […]

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

5 σχόλια σχετικά με το “Από το Σύλλογο στο Φραντσάιζ”

  1. Ο/Η balkou λέει:

    Υπάρχει ένα οξύμωρο. Αν η κρίση δημιουργήθηκε από τα κλειστά -ένεκα της πανδημίας- γήπεδα, τότε η λογική να κάνω το ποδόσφιαρο βίντεο-γκέιμ, στηρίζει το broadcasting και τα έσοδα από δικαιώματα, αλλά θα “πονέσει” στην κερκίδα. Ο Άγγλος, ο Ιταλός, θέλει να πάει στο εκτός έδρας στο Νιουκάσλ ή στη Μπολόνια (για τον Ισπανό δεν παίρνω όρκο). Θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αλωνίζει την Ευρώπη και να πληρώνει επιπλέον κι ένα ακριβό εισιτήριο. Όπως και το γεγονός ότι κάτι ξεχωριστό, όπως ήταν παλιά ένα πχ Ρεάλ-Γιουνάιτεντ, θα γίνει κάτι τετριμμένο, θα κάμψει επίσης το ενδιαφέρον. Προσωπικά αισθάνομαι ήδη κουρασμένος με την επανάληψη συγκεκριμένων ζευγαριών στο CL. Μπορεί να’μαι μόνο εγώ και/ή η παρέα μου, μπορεί να μην μετράω και τόσο γιατί δεν μέχω ούτε στη Βαρκελώνη, ούτε στο Μιλάνο, αλλά γιατί έχω την αίσθηση ότι αυτό αισθάνονται και οι οπαδοί αυτών των ομάδων; Είναι πιο περίπλοκο το πράγμα.

  2. Ο/Η Giorgos λέει:

    Το ποδόσφαιρο έχει καταντήσει βαρετό για τον μέσο ποδοσφαιρόφιλο πολύ πριν το φιάσκο της Super League. Ότι και να λένε μερικοί δεν αγοράζονται τα πάντα με το χρήμα. Από την στιγμή που χάνεται το απρόβλεπτο από την μπάλα, παύει να έχει ενδιαφέρον. Καλά ξέτελα!

  3. Ο/Η Ramón Llul λέει:

    Κάτι που ξέχασα να γράψω στην αναλογία με το spotify είναι ότι η παγκόσμια μουσική ανήκει κατά 80% σε 3 δισκογραφικές. Έτσι, οι μεγάλοι να κερδάνε και οι άλλοι να πάνε να χρεωκοπήσουν, (oh, wait!). Το ποδόσφαιρο δεν ήταν και δεν μπορεί να γίνει αμερικανικής λογικής άθλημα. Η αγορά των ΗΠΑ μπορεί να είναι ανεκμετάλλευτη οικονομικά, όμως σε σχέση με το παγκόσμιο κοινό του αθλήματος είναι αμελητέα. Ναι είναι πολλά τα ντόλαρς, αλλά Ευρώπη, Λατινική Αμερική, Αφρική και Ασία είναι σχεδόν όλος ο κόσμος. Και οκ, να βλέπουμε clásico 12 η ώρα το μεσημέρι για να το δει ο Κινέζος και ο Γιαπωνέζος, αλλά να δούμε και Ρεάλ Μαδρίτης-Εϊμπάρ, Τσέλσι-Γουέστ Μπρομ, Γιουβέντους-Κάλιαρι. Διότι αυτό το άθλημα είναι inclusive, που λένε και στο χωριό. Χωράνε όλοι, όχι μόνο όσοι θέλουν οι ισχυροί.

  4. Ο/Η Brazilakis λέει:

    Ραμόν, δυο διορατικές προσωπικότητες έβλεπαν τη μετατροπή ενός κοινωνικού φαινομένου σ’ εντυπωσιακό αλλά άγευστο θέαμα. Αυτό έπρεπε να δούμε όλοι, αλλά τότε ήμασταν από την πλευρά που απολάμβανε την εξέλιξη. Τώρα που απειλούν να κάνουν και σε μας έξωση ζοριζόμαστε. Όταν όμως πουλάς την ψυχή σου στον διάβολο δεν υπάρχει γυρισμός, οπότε συμφωνώ μαζί σου ότι αργά ή γρήγορα θα συμβεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αυτό που επιθυμούν οι μεγάλοι. Όταν μάλιστα η τεχνολογία των ταξιδιών εξελιχθεί πιθανόν να μπουν στο παιγνίδι και χώρες εκτός Ευρώπης. Είναι αστείο να πιστεύουμε ότι σε μια μαξιμαλιστική εποχή οι γίγαντες θα υποταχθούν στις επιθυμίες των μικρών. Άλλωστε το τσού λού δημιουργήθηκε για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις τους όταν στα 90ς (τότε ως G14) άρχισαν να πιέζουν την ΟΥΕΦΑ. Μόνος πραγματικός αντίπαλος τους άλλα επιτυχημένα εμπορικά πρότζεκτς όπως η πρέμιερ. Για τις φόρμες που αναφέρεις, ως τεχνολογικά αναλφάβητος δεν μπορώ να εκφέρω άποψη. Εκεί που διαφωνώ είναι ότι το γηπεδικό κοινό θεωρείται ξεπερασμένο. Ήδη για κάποια στρώματα της κοινωνίας το γήπεδο έχει γίνει απαγορευμένος χώρος, λόγω κόστους και όχι μόνο. Κάποτε είδα λάιβ τελικό τσού λού· σήμερα με το ζόρι βρίσκω εισιτήριο για τη φάση των ομίλων της ομάδας μου. Είναι ένας άλλος ποδοσφαιρικός ελιτισμός, που αποκλείει μεγάλο μέρος των οπαδών από τις κερκίδες και πλουτίζει χορηγούς που στήνουν λοταρίες για τα εισιτήρια. Πέραν του ότι οι οπαδοί, με τις όποιες αντιδράσεις τους, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του θεάματος.

  5. Ο/Η Ramón Llul λέει:

    @Brazilakis

    Το ζήτημα είναι ότι το όλο το μοντέλο αργεί να πάρει μορφή μέχρι οι μεγάλοι να προσαρμοστούν. Αυτό ήταν εκείνο που συνέβαινε μέχρι τώρα. Τώρα οι μεγάλοι πάνε να πάρου όλο το χαρτί, σε αυτή τη λογική της παγκοσμιοποίησης του ο “νικητής τα παίρνει όλα”. Το κοινό στο στάδιο συμφωνώ ότι δεν είναι ξεπερασμένο. Άλλωστε το πόσο σημαντικό είναι στο χρώμα και στο αίσθημα που δίνει το βλέπουμε 1 και κάτι χρόνο τώρα που τα γήπεδα είναι άδεια. Όμως αυτό ΔΕΝ είναι η στόχευση για το μέλλον. Διότι αυτοί οι αλjήτες του γηπέδου πάνε και διαμαρτύρονται και κάνουν κάτι τέτοια που διακόπτουν κάτι Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ – Λίβερπουλ που χουν στηθεί να δουν τόσοι άλλοι στις οθόνες τους. Ενώ αν ήταν συνδεδεμένοι τους έκοβες το τσατ ρουμ και προμπλεμ σολβντ.

    Η αύξηση της τιμής του εισιτηρίου ήταν 1 βασικό μέτρο του να γίνει πιο ταξική η κερκίδα και να διώξουν το χουλιγκανισμό στην Αγγλία. Στις άλλες χώρες πήγε ανάλογα με τη ζήτηση. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι τεχνητή. Όπως στη Μπάρσα πχ που ενώ το γήπεδο είναι αχανές, όταν δίνεις τόσα διαρκείας στα μέλη μένουν λίγα εισιτήρια στη γενική πώληση που τα καπαρώνουν οι τουρίστες που ρχονται να δουν το Μέσι. Μόνο στη Γερμανία υπάρχει μια πολιτική να μείνουν τα εισιτήρια σε λογικές τιμές. Αλλιώς ανεβάζουν τιμές για να πάει η μπάρα πιο πολύ στο θέαμα και να φύγει από το συναίσθημα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *