Η μέρα που υψώθηκε στο Γουάιτ Χαρτ Λέιν η λάθος σημαία
Η άτιμη η ιστορία είναι γεμάτη από σημαντικά και έντονα γεγονότα που πολλά από αυτά ευτυχώς ή δυστυχώς δεν πρέπει να ξεχαστούν. Όσο κι αν πολλές φορές είναι σκληρά, πρέπει να μένουν στην επιφάνεια για να θυμίζουν σε όλους εμάς τι πρέπει να αποφεύγουμε στο μέλλον. Τι δεν πρέπει να ξαναζήσουμε στο μέλλον. Δυστυχώς πολλές φορές αυτό το μέλλον έχει φτάσει, χτυπώντας μας βίαια την πόρτα, στο παρόν, με πολλούς ανθρώπους να κωφεύουν μπροστά σε αυτόν τον απαίσιο και επικίνδυνο «ήχο».
«Δεν ήρθαμε σε καμία επαφή με την Κυβέρνηση πριν τον αγώνα. Ο Χίτλερ δε μας έστειλε κανένα μήνυμα και όλοι εμείς δεν είμαστε εδώ ως πολιτικοί, αλλά ως αθλητές για να παίξουμε ποδόσφαιρο απέναντι στην καλύτερη ομάδα του πλανήτη. Την Αγγλία». Αυτές ήταν οι λιγοστές δηλώσεις του αρχηγού της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Γερμανίας λίγες μόνο ώρες πριν μπει στο Γουάιτ Χαρτ Λέιν. Εκεί που μαζί με τους συμπαίκτες του χαιρέτησε ναζιστικά λίγο πριν την έναρξη του αγώνα με τη σημαία των Ναζί να κυματίζει στο γήπεδο. Ήταν Δεκέμβριος του 1935 και λογικά πολλοί από εσάς που διαβάζετε αυτό εδώ το κείμενο ίσως νιώθετε κάπως μπερδεμένοι. Η κυματιστή σημαία με τη σβάστικα στο γήπεδο της Τότεναμ θεωρείται -καθόλου άδικα- ως η πιο απίστευτη στιγμή που έζησε το ιστορικό γήπεδο από τον Σεπτέμβριο του 1899, όταν και βρέθηκαν εκεί 5.000 φίλοι της ομάδας (οι πρώτοι που πάτησαν το πόδι τους δηλαδή) για ένα φιλικό με τη Νοτς Κάουντι μέχρι τον Μάιο του 2017 όταν και γκρεμίστηκε. Γιατί όμως συνέβη αυτό το σοκαριστικό γεγονός;
Η εύκολη εξήγηση είναι η άνοδος του φασισμού που εκείνη την περίοδο χρησιμοποιούσε το ποδόσφαιρο, και τα σπορ γενικότερα, ως εργαλείο προπαγάνδας, και όχι ως αυτό που ήταν, και συνεχίζει να είναι -έστω και αλλοιωμένο- και στις μέρες μας. Ένα όμορφο παιχνίδι. Οι ρίζες αυτής της απίστευτης στιγμής βρίσκονται στον Ιταλό δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι. Τον πρώτο δηλαδή πολιτικό ηγέτη που αναγνώρισε τη δύναμη που είχαν 22 γυμνασμένοι άντρες που κυνηγούν μια μπάλα αγωνιζόμενοι με τα χρώματα της χώρας τους. Από τις επιτυχίες των ποδοσφαιριστών, ο Μουσολίνι αποκτούσε ο ίδιος δόξα μέσω του λαού που έπαιρνε απλόχερα χαρά, και «εθνική υπερηφάνεια», από την εικόνα του θαρραλέου και αθλητικού «Νέου Ιταλού». «Αν μπορούμε να δώσουμε χαρά στο λαό με ένα απλό γκολ σκεφτείτε τι μπορούμε να καταφέρουμε κατακτώντας ένα τρόπαιο ως έθνος» έλεγε συνέχεια στους συνεργάτες του και κάπως έτσι η Ιταλία έφερε στα πάτρια εδάφη το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1934. Με τον Ντούτσε πρόθυμο να χτίσει την έννοια του φασιστικού καθεστώτος η Ιταλία «έστησε» ένα τουρνουά κομμένο και ραμμένο για να το κατακτήσει η ίδια, επιβάλλοντας παράλληλα ένα όραμα επιτυχίας σχεδιασμένο άρτια για να φτάσουν οι ιαχές της επιτυχίας του από το εθνικό στάδιο της Ρώμης σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Όταν η Ιταλία επικρατούσε με 2-1 της Τσεχοσλοβακίας στη Ρώμη κατακτώντας το τρόπαιο πολλοί ήταν αυτοί που δε μιλούσαν μόνο για το ταλέντο των Ιταλών αλλά και για τον διαιτητή Ιβάν Έκλιντ. Ο Έκλιντ είχε επίσης σφυρίξει το παιχνίδι των Ιταλών στον ημιτελικό με την Αυστρία με τις φήμες να οργιάζουν για δείπνο που είχε με τον ίδιο το Μουσολίνι πριν το παιχνίδι. Υπάρχει ακόμα η φήμη πως ο διαιτητής είχε πασάρει την μπάλα με το κεφάλι σε κάποια φάση του ημιτελικού για πόδι Ιταλού σε μια φάση που -ευτυχώς- και δεν κατέληξε σε κάποιο τέρμα. Όχι ότι θα είχε γίνει και τίποτα. Την ίδια ώρα στη Γερμανία, ο Χίτλερ, έχοντας αντλήσει έμπνευση από τον Μουσολίνι και έχοντας κάνει γνωστά τα πιστεύω του φτάνοντας σε μια διχαστική και άρρωστη κοσμοθεωρία, έχει δει τον δικό του μηχανισμό προπαγάνδας να λειτουργεί καλύτερα από ότι είχε ο ίδιος φανταστεί. Είμαστε στο 1935, ο Χίτλερ έχει ήδη φανερώσει το μίσος του για τους Εβραίους, γνωστό άλλωστε στο βιβλίο του ο Αγών μου (δημοσιευμένο από το 1924), και με τη βρετανική κυβέρνηση να παραμένει ακόμα διαλλακτική προς τον ίδιο, βρήκε την ευκαιρία να δουλέψει ο μηχανισμός της δικής του προπαγάνδας, μέσω του ποδοσφαίρου, στο καλύτερο μέρος που θα μπορούσε αυτό να συμβεί και με αντίπαλο την κορυφαία ομάδα του κόσμου. Το φιλικό παιχνίδι θα διεξαγόταν στο Γουάιτ Χάρτ Λέιν προς έκπληξη μεγάλης μερίδας της Εβραϊκής κοινότητας που ζούσε ήδη με το φόβο. Ακόμα και ο Τύπος της εποχής είχε διχαστεί. Από τη μία υπήρχαν εφημερίδες που έγραφαν πως η Τότεναμ θα γίνει εργαλείο της προπαγάνδας των Ναζί αποδοκιμάζοντας, πολύ σωστά, το γεγονός ως διχαστικό και τοξικό, και από την άλλη υπήρχαν και εκείνες που έγραφαν πως δεν υπάρχει κανένας λόγος να νοιαστεί (η Τότεναμ) αν χάσει μεγάλο μέρος του Εβραϊκού της κοινού μιας και οι Σπερς ανήκουν στους Άγγλους, και είναι πάντα ωραίο να βλέπεις αγγλικές ομάδες να παίζουν μόνο για Άγγλους. Για «ορίτζιναλ Άγγλους».
Την ίδια περίοδο το Βρετανικό Ακροδεξιό Κόμμα με ηγέτη τον Όσβαλντ Μόσλεϊ μετρούσε πάνω από 50.000 μέλη και όσο και αν η Ένωση των Αντί-Ναζί της χώρας πάλεψε για να ακυρωθεί η φιλική αναμέτρηση η ναζιστική σβάστικα υψώθηκε στο Λέιν στις 4 Δεκεμβρίου. Ο αγώνας που βρήκε νικητές τους Άγγλους με 3-0 μαγνητοσκοπήθηκε και έγινε αργότερα ντοκιμαντέρ αν και σε αυτό δεν βρήκε ποτέ χώρο η στιγμή που ο φίλος της Τότεναμ, Έρνι Γούλεϊ, σκαρφάλωσε για να κατεβάσει τη σημαία των Ναζί. Την ίδια ώρα ο Χίτλερ δεν έκανε λόγο για ποδοσφαιρική ήττα αλλά για μια μεγάλη στιγμή και μια πολιτική νίκη των «στρατιωτών» του. Άλλωστε είχε καταφέρει αυτό που ήθελε. Να τραβήξει πάνω του τα βλέμματα και για αθλητικούς λόγους μιας και πολύ σύντομα θα παρουσίαζε στο Βερολίνο την δική του Ολυμπιάδα. Εκεί δηλαδή που η «Αρία Φυλή» θα κατατρόπωνε τους πάντες δείχνοντας την ανωτερότητά της. Το BBC έχει χαρακτηρίσει την Ολυμπιάδα του 1936 ως το πιο επιτυχημένο αθλητικό γεγονός που έγινε για πολιτικούς λόγους. Ευτυχώς για όλους εμάς το όραμα του τρελού Γερμανού ηγέτη καταστράφηκε από τον μαύρο αθλητή των ΗΠΑ Τζέσε Όουενς που τον ταπείνωσε μέσα στο Βερολίνο κερδίζοντας όχι ένα αλλά τέσσερα (4) χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια και για τους Εβραίους συναθλητές του που είχαν αποκλειστεί εν μέσω της διοργάνωσης λόγω της καταγωγής τους.
Για να βρεθούν αντιμέτωπες η Αγγλία και η Γερμανία έπρεπε να περάσουν σχεδόν τρία χρόνια και να φτάσουμε στον Μάη του 1938, στο Βερολίνο αυτή τη φορά και όχι στο Λονδίνο, μπροστά σε 115.000 θεατές. Ήταν η περίοδος που η Κυβέρνηση του Νέβιλ Τσάμπερλεν βρέθηκε κατηγορούμενη για τη «νομιμοποίηση» του Ναζιστικού καθεστώτος μιας και πριν τη σέντρα οι Άγγλοι με αρχηγό τον Έντι Χάπγκουντ της Άρσεναλ και τον Στάνλεϊ Μάθιους ως κορυφαίο παίκτη χαιρέτησε ναζιστικά σε μια στιγμή απερίγραπτης ντροπής. Η χειρονομία δυστυχώς επιδοκιμάστηκε από το Γραφείο Εξωτερικών σε μια στιγμή που έκανε πολύ χειρότερα τα πράγματα οδηγώντας -ορθώς- σε διεθνή κατακραυγή για τους Βρετανούς. Το αγγλικό ποδόσφαιρο -δυστυχώς- είχε χρησιμοποιηθεί για μία ακόμα φορά ως εργαλείο προπαγάνδας από τους Ναζί. Τελικά 12 μήνες αργότερα οι δύο χώρες μπήκαν επισήμως σε πόλεμο. Από την άλλη, αυτό που είναι πραγματικά λυπηρό, είναι πως τέτοιες τακτικές και τέτοια φαινόμενα τα συναντάμε ακόμα και στις μέρες μας είτε οργανωμένα από πολιτικές παρατάξεις είτε από μικρές οργανώσεις καμουφλαρισμένα κάτω από νέα σχέδια και ονόματα που όμως δεν δηλώνουν Ναζί. Άλλωστε και η απάντηση του ακροδεξιού Κόμματος της Βρετανίας εκείνες τις μέρες ήταν ένα εντελώς αφελές «μας λέτε φασίστες και ναζί αλλά εμείς δεν χρησιμοποιούμε ως σήμα τη σβάστικα αλλά την Union Jack», σαν να ακούμε ακροδεξιό νεοναζί των ημερών μας να «τουϊτάρει» από το κελί του.
3 σχόλια σχετικά με το “Η μέρα που υψώθηκε στο Γουάιτ Χαρτ Λέιν η λάθος σημαία”
Από τη στιγμή, φίλε Γκαργκαντούα, που το ποδόσφαιρο ΗΤΑΝ κοινωνικό φαινόμενο λογικό να έχει και τη σκοτεινή πλευρά του. Συμφωνώ με το πνεύμα του άρθρου, αλλά θα μου επιτρέψεις κάποιες ενστάσεις. Νομίζω ότι κάθε ιστορικό γεγονός πρέπει να κρίνεται βάσει δεδομένων και ηθικής της εποχής του. Τότε οι χώρες (συμπεριλαμβανομένης της ΕΣΣΔ) που αργότερα θα στείλουν τα παιδιά τους να πολεμήσουν τους ναζί, έκαναν μπίζνες μαζί τους, «βοηθώντας» στην κατασκευή των όπλων που θα ’σφαζαν τους λαούς τους. Ένα μεγάλο κομμάτι της διανόησης υμνούσε τον φασισμό (συμπεριλαμβανομένου του κορυφαίου Έλληνα λογοτέχνη), άλλο αν στο τέλος τους έμεινε μόνο ένας Έζρα Πάουντ. Ακόμα και οι εβραϊκές εταιρείες παραγωγής των ΗΠΑ λογόκριναν τις ταινίες τους, εις βάρος των ομοεθνών τους, πριν τις στείλουν στην 3η μεγαλύτερη αγορά του κόσμου. Οπότε το περιστατικό με τη σημαία, που τότε ήταν η επίσημη της Γερμανίας, είναι ήσσονος σημασίας για μένα. Όσο για τον Όουενς, σήμερα ξέρουμε ότι η αλήθεια ήταν διαφορετική, καθώς ο ίδιος είπε ότι ο Χίτλερ τον χαιρέτησε. «Ο Χίτλερ δεν με περιφρόνησε. Ο πρόεδρός μας ήταν αυτός που το έκανε». Η δε ναζιστική Αντίντας ήταν ο σπόνσοράς του! Απλά επειδή η προπαγάνδα δεν είναι κτήμα μόνο των φασιστών, χρησιμοποιήθηκε ο Όουενς εκ των υστέρων γι’ αυτό. Και το ωραίο ήταν ότι στην εκδήλωση για τη βράβευσή του από τον Πρόεδρο, του απαγόρευσαν να μπει από την κεντρική είσοδο, λόγω χρώματος, και τον έβαλαν απ’ αυτή του υπηρετικού προσωπικού!!! Για μένα αν κάποιος θέλει πραγματικά να σταθεί απέναντι στον ναζισμό και τα συγγενή του, το πρώτο που οφείλει να κάνει είναι να τον μελετήσει. Τον πραγματικό ναζισμό κι όχι αυτόν που βολεύει κάποιους να παρουσιάζουν. Γιατί δυστυχώς, η πλειοψηφία όσων βερμπαλιστικά δηλώνουν πολέμιοί του έχει υιοθετήσει βασικές αρχές του, για επιστήμη, θρησκεία, περιβάλλον, υγεία, ζώα κλπ. Γιατί τον ναζισμό δεν τον έφεραν οι εξωγήινοι· είναι δημιούργημα συγκεκριμένης παιδείας, που δεν έχει αλλάξει στο παραμικρό μέχρι σήμερα.
2
Πολύ ενδιαφέρον.