Ντέιβιντ Μπέντλεϊ: Η καριέρα που δεν έγινε
H φράση “Ονειρικό ντεμπούτο” είναι αρκετά κλισέ. Αν όμως η εν λόγω φράση πρέπει να βρει και να ταιριάξει -απόλυτα- με μια ποδοσφαιρική στιγμή, αυτή δεν είναι άλλη από το ντεμπούτο του Ντέιβιντ Μπέντλεϊ με τη φανέλα της Μπλάκμπερν το 2006. Και όχι κόντρα σε κάποια τυχαία ομάδα αλλά κόντρα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Σε μια περίοδο που ήταν -ακόμα- ο φόβος και ο τρόμος στο Νησί αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο Άγγλος μεσοεπιθετικός ανήκε στην Άρσεναλ και είχε δοθεί δανεικός στην ομάδα του Ίγουντ Παρκ λίγο μετά την έναρξη της σεζόν 2005-2006. Οι καλές του εμφανίσεις -και το γεγονός πως ο Αλσατός έψαχνε να τον πουλήσει- έκαναν τον Μαρκ Χιούζ να βγάλει από τα ταμεία της ομάδας δύο εκατομμύρια λίρες και να κάνει δικό του τον Άγγλο, γεμίζοντας χαρά τους φίλους της ομάδας. Οι υπογραφές έπεσαν ακριβώς 24 ώρες πριν το παιχνίδι κόντρα στη Γιουνάιτεντ, εκεί δηλαδή που ο παίκτης θα έπαιζε για πρώτη φορά ως κανονικός παίκτης των “ρόδων” και όχι ως δανεικός.
Την 1η Φεβρουαρίου του 2006 η Μπλάκμπερν κέρδισε την Γιουνάιτεντ με 4-3 με τον Μπέντλεϊ να σκοράρει χατ-τρικ (το πρώτο και τελευταίο της καριέρας του) και να τρελαίνει ολόκληρη την Αγγλία (και όχι μόνο). Αυτά τα τρία γκολ ήταν και τα μοναδικά του εκείνη τη σεζόν για το πρωτάθλημα, με τους φίλους της ομάδας να βλέπουν στο πρόσωπό του τον νέο τους ηγέτη. Την ίδια περίοδο οι Άγγλοι δημοσιογράφοι είχαν αρχίσει τις συγκρίσεις με έναν άλλο Ντέιβιντ, τον Μπέκαμ, και η αθλητική εταιρεία Puma υπέγραφε μαζί του ένα παχυλό συμβόλαιο. Ο Μπέντλεϊ ήταν στα 22 του χρόνια και ολόκληρος ο κόσμος ήταν ολότελα δικός του. Από την άλλη, το Αγγλικό ποδόσφαιρο έψαχνε ένα νέο (όμορφο και ταλαντούχο) παίκτη για να ασχοληθεί και κάπου εδώ αρχίζει η ωραία ιστορία μας.
Δεν ξέρω πόσοι θυμάστε τον παίκτη να αγωνίζεται. Γι’ αυτούς που δεν τον θυμούνται απλά να πω πως ο Μπέντλεϊ είχε πολλά από τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του Μπέκαμ. Δεν ήταν ο τυπικός Βρετανός εξτρέμ (που τρέχει πάνω-κάτω ακατάπαυστα) αλλά έπαιζε άψογα τη θέση. Μπορούσε να παίξει επίσης ως κεντρικός μέσος (έχοντας περισσότερο δημιουργικό ρόλο), όπως και ως δεύτερος επιθετικός (ο Μπέκαμ δεν το έκανε αυτό) χωρίς όμως να έχει στο ρεπερτόριό του το εύκολο γκολ. Είχε εξαιρετική τεχνική και ένα δεξί πόδι που ήταν ικανό να “σβήσει πολλές μπάλες σε πλάτες αμυντικών” αλλά και να στείλει τη μπάλα στο παραθυράκι βρεγμένων και παγωμένων Αγγλικών δοκών. Επίσης, τον λάτρευαν οι δημοσιογράφοι, ο γυναικείος πληθυσμός και φυσικά ο προπονητής της εθνικής Αγγλίας εκείνης της περιόδου. Αναφέρομαι στον Στηβ ΜακΛάρεν, όπως πολύ καλά θα καταλάβατε οι φίλοι των “Τριών Λιονταριών”. Οι τρεις σεζόν του παίκτη στο Ίγουντ Παρκ ήταν πολύ καλές, η Μπλάκμπερν εκείνα τα χρόνια δεν είχε το χάλι των ημερών μας και οι μεγαλύτερες ομάδες είχαν αρχίσει να γλυκοκοιτάζουν τον παίκτη. Ο Ντέιβιντ Μπέντλεϊ ήταν ένα βήμα πριν να πιάσει την ποδοσφαιρική ελίτ και να ζήσει αυτό που κάθε παιδάκι ονειρεύεται να ζήσει με το που κλωτσάει μια μπάλα. Δόξα, χρήμα και τίτλους.
Την ίδια περίοδο ο Μπέντλεϊ έγινε και διεθνής και όλοι -μα όλοι- μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για το νέο μεγάλο αστέρι του Αγγλικού ποδοσφαίρου σε μια περίοδο που άρχιζε να αχνοφαίνεται η λάμψη του Γουόλκοτ, ο Ουαλός Γκάρι Σπιντ έφτανε τις 500 συμμετοχές στην Πρέμιερ Λιγκ (ο πρώτος που πετύχαινε κάτι τέτοιο), εμείς τσακωνόμασταν ποιος είναι καλύτερος “ο Τζέραρντ ή ο Λάμπαρντ” και ο Ζοσέ ο Μουρίνιο ήταν όντως ο Special One. Συγκινήθηκα, το παραδέχομαι. Πάμε παρακάτω όμως γιατί κάπου εδώ πρέπει να βάλω στην εξίσωση και την Τότεναμ για να ολοκληρωθεί η ιστορία. Προπονητής των “σπιρουνιών” ήταν ο Χάρι ο Ρέντκναπ και στο ρόστερ υπήρχε ένας εξαιρετικός νεαρός Ουαλός αριστερός μπακ, ένας Μαροκινός μάγος, μερικοί σούπερ ταλαντούχοι Άγγλοι παίκτες (οι μισοί εννοείται δεν έκαναν σπουδαία καριέρα) και ο Πασκάλ ο Τσιμποντά εκ Σάντερλαντ ορμώμενος και πολλά υποσχόμενος. Τι χρειαζόταν η ομάδα για να απογειωθεί; Μα φυσικά τον νέο Μπέκαμ. Πόσα χρήματα έφτασε εκείνη η μεταγραφή; Γύρω στις 21 εκατομμύρια λίρες (“καθαρά πράγματα” που θα λέγε και ο Χάρι). Καλοκαίρι του 2008 -εν μέσω διακοπών σε μακρινό νησί- θυμάμαι τον Ρέντκναπ να του δίνει τη φανέλα με το νούμερο 5. “Αυτό το νούμερο φορούσε και ο Ζιντάν στη Ρεάλ” πρόλαβαν να ξεστομίσουν αρκετοί φίλοι της ομάδας και κάπου εκεί -ουσιαστικά- τελείωσε μια πολλά υποσχόμενη καριέρα πριν καν αρχίσει. Αστειεύομαι αν και δεν θα έπρεπε.
Ο Μπέντλεϊ δεν έκανε ποτέ τις σπουδαίες εμφανίσεις με τη φανέλα της Τότεναμ πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Δεν έγινε ποτέ σταθερό και βασικό μέλος της εθνικής και μάλιστα δεν κλήθηκε ποτέ ξανά μετά το 2008 (στα 24 του χρόνια). Μοιραία ξεκίνησαν και οι δανεισμοί. Όσο πιο μικρό όνομα είχε η ομάδα τόσο χειρότερη γινόταν και η απόδοση του παίκτη. Μπέρμινγχαμ, Γουέστ Χαμ ακόμα και στη Ρωσική Χάνσα το 2012, μπας και μπορέσει να ξαναβρεί την χαμένη του φόρμα. Αυτό ήταν πλέον ξεκάθαρο. Όλοι έβλεπαν ένα μέτριο, ένα κακό ποδοσφαιριστή. Αυτό όμως που δεν μπορούσε να δει κανείς ήταν το γεγονός πως ο παίκτης δεν είχε χάσει μόνο τη φόρμα του αλλά και την όρεξη για ποδόσφαιρο (όπως ο ίδιος παραδέχθηκε λίγο αργότερα-τον βασικό λόγο θα τον διαβάσετε παρακάτω). Το ποδόσφαιρο είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα για τον παίκτη και αναπόφευκτα ήρθε και η απόσυρση από αυτό το 2013. Στα 29 του χρόνια. Πλέον στα 32 του απέχει εντελώς από το ποδόσφαιρο, και την Αγγλική ποδοσφαιρική πραγματικότητα, έχοντας μετακομίσει με την οικογένειά του στην Ισπανία.
Το παλικάρι που είχε ονομαστεί “Νέος Μπέκαμ” – και που κάποτε ο Βενγκέρ του έδωσε επαγγελματικό συμβόλαιο στα 16, έχοντας στα 18 του στο σπίτι του το περιβραχιόνιο των μικρών εθνικών ομάδων – δεν έκανε ποτέ την καριέρα που του αναλογούσε βάσει ταλέντου. Ακόμα ένας παίκτης που δεν μπόρεσε να σηκώσει το βάρος και την πίεση των Βρετανικών μίντια και των χρημάτων που δαπανήθηκαν για πάρτη του. Ακόμα ένας παίκτης που δεν άντεξε στην “τρέλα” και τους ρυθμούς της εποχής. Ακόμα ένας σούπερ ταλαντούχος ποδοσφαιριστής που το σύγχρονο ποδόσφαιρο αποβάλλει άθελά του. Από αυτούς που βλέπουν να τους παίρνει τη θέση κάποιος που δεν έχει ούτε το 1/5 του ταλέντου τους επειδή τρέχει σαν μηχανή για όσο διαρκεί μια αναμέτρηση. Ο Ντέιβιντ Μπέντλεϊ είναι από τους λίγους (ίσως και ο μοναδικός) που δεν συνέχισε σε αυτό το ποδόσφαιρο. Δεν συνέχισε γιατί σε αυτό δεν μπορούσε να βρει πράγματα να τον γεμίζουν και να τον κάνουν να ευχαριστιέται το παιχνίδι. Θα μπορούσε να συνεχίσει και να βγάζει αρκετά χρήματα μέχρι σήμερα και για αρκετά χρόνια ακόμα και δεν το έκανε. Το παραδέχτηκε και έφυγε με ψηλά το κεφάλι και αυτό είναι από μόνο του κάτι το μοναδικό και το πραγματικά υπέροχο.
2 σχόλια σχετικά με το “Ντέιβιντ Μπέντλεϊ: Η καριέρα που δεν έγινε”
με την τοτεναμ ειχε βαλει κι ενα γκολ απο τα 40-50 μετρα απεναντι στην αρσεναλ
Αξέχαστος σε αυτό το 4-4 εναντίον της Arsenal…