Η ένοχη απόλαυση ενός κακού προτύπου: Ο Ρομάριο που λάτρεψα
Λίγες μόλις μέρες πριν την βράβευση του Κριστιάνο Ρονάλντο με τη ‘Χρυσή Μπάλα’ διάβαζα στην Αγγλική έκδοση της ‘As’ μια πραγματικά εντυπωσιακή καταγραφή του αυστηρού προγράμματος αποθεραπείας που ακολουθεί ο Πορτογάλος μετά από κάθε παιχνίδι ώστε να μεγιστοποιήσει κι άλλο τα φυσικά του προσόντα και να ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες τραυματισμών: συγκεκριμένα φαγητά, καθορισμένες εναλλαγές ζεστού και κρύου μπάνιου, κολύμβηση και αρκετές ακόμα δραστηριότητες που απέχουν από την έννοια ‘διασκέδαση’ όσο απέχει και το οχτάωρο ενός μέσου δημοσίου υπαλλήλου.
Σ΄ένα μοντέρνο ποδόσφαιρο που τρέχει με ανάλογους ρυθμούς μ΄αυτούς που κινείται και η κοινωνία, για να πρωταγωνιστήσεις πρέπει να είσαι ολοκληρωτικά προσηλωμένος στο στόχο σου. Και ο Κριστιάνο (όπως και ο Μέσσι, η ύπαρξη του οποίου βοηθάει σημαντικά στο να μην χαλαρώνει στιγμή ο Πορτογάλος – και το αντίστροφο φυσικά) είναι. Για την ακρίβεια είναι τόσο προσηλωμένος στο να γίνει ο καλύτερος παίκτης στον πλανήτη που πλέον αποτελεί την επιτομή της σύγχρονης φιλοσοφίας “δούλευε, δούλευε κι άλλο, δούλευε λίγο ακόμα, δούλευε κι όταν νομίζεις ότι έχεις φτάσει στην κορυφή και μπορείς πλέον να σταματήσεις να δουλεύεις, δούλεψε ακόμα περισσότερο για να ξεχάσεις την ψευδαίσθηση πως δεν χρειάζεται να δουλέψεις άλλο”. Ο Ρονάλντο προσεγγίζει την ποδοσφαιρική τελειότητα με μια αδιανόητη και εξαιρετικά δύσκολη πειθαρχία και έναν αψεγάδιαστο επαγγελματισμό που είναι αναμφίβολα άξια σεβασμού και επιβράβευσης.
Μερικές μέρες μετά την ανάγνωση του άρθρου της As, έπεσα πάνω σε μια παλιότερη συνέντευξη του Γιόχαν Κρόιφ στην L’Équipe, στην οποία μεταξύ άλλων μιλούσε και για την συνύπαρξη του στη Μπαρτσελόνα με τον Ρομάριο, τον μεγαλύτερο εχθρό της προπόνησης απ’ όλους τους παίκτες που κατάφεραν να κερδίσουν τον τίτλο ‘ποδοσφαιρικός θρύλος’ (“γιατί θα πρέπει να προπονούμαι αφού όταν βγαίνω στο γήπεδο ξέρω ακριβώς τι να κάνω;” έλεγε χαρακτηριστικά), αποκαλύπτοντας μια άγνωστη ιστορία από την πρώτη χρονιά του Βραζιλιάνου στη Βαρκελώνη, ενδεικτική της φιλοσοφίας με την οποία λειτουργούσε ο κοντός στο μάτι αλλά τεράστιος σε ταλέντο, ένστικτο, τεχνική και φαντασία Ρομάριο:
“Μια φορά ο Ρομάριο με ρώτησε αν θα μπορούσε να λείψει δυο μέρες από τις προπονήσεις ώστε να πάει στο καρναβάλι του Ρίο. Του απάντησα πως αν σκοράρει δυο γκολ στο επόμενο παιχνίδι θα του έδινα δυο μέρες επιπλέον ξεκούρασης σε σχέση με την υπόλοιπη ομάδα. Την επόμενη μέρα ο Ρομάριο πέτυχε το δεύτερο του γκολ κάπου στο 20λεπτο του αγώνα και αμέσως μου έκανε χειρονομία ζητώντας να φύγει. “Κόουτς, το αεροπλάνο μου πετάει σε μια ώρα” μου είπε. Δεν είχα άλλη επιλογή απ’ το να τον αφήσω να φύγει αφού είχε εκπληρώσει την υπόσχεση του”.
Αν ποτέ χρειαστεί να δείξεις σ’ ένα νέο παιδί ένα ποδοσφαιρικό πρότυπο για να ακολουθήσει, η ιδανική επιλογή είναι να του δείξεις τους Ρονάλντο και Μέσσι (ή τον Τσάβι), και να του εξηγήσεις ότι χωρίς προπόνηση και μόχθο το ταλέντο δεν σε πηγαίνει πολύ μακριά από το σημείο που ξεκινάς και ότι εκτός από τα ενενήντα λεπτά του αγώνα χρειάζεται να προσπαθεί και πριν αλλά και μετά.
Μόλις όμως του δώσεις ένα ποτήρι φυσικό χυμό, ένα αχλάδι κι ένα χρονόμετρο και φύγει αποφασισμένο να πάει να δουλέψει στις αδυναμίες του και να τρέξει ενενήντα γύρους όλη τη γειτονιά, θα πάρεις ένα ποτήρι ουίσκι, θα αράξεις στην αγαπημένη πολυθρόνα σου και θα ικανοποιήσεις εκείνο το μισο-σκότεινο σημείο του εγκεφάλου σου που εκκρίνει την καύλα, που γοητεύεται από την αλητεία, την υπεροψία και το ρεμπελιό και που αποκαλεί ακόμα (και θα αποκαλεί μέχρι να φτάσεις τον θάνατο ή το αλτσχάιμερ – ανάλογα τι θα έρθει πρώτο) το ποδόσφαιρο “μπαλίτσα”, βάζοντας να δεις τον άνθρωπο που μεταξύ άλλων πολλών αλησμόνητων δηλώσεων έχει πει: “Δεν είμαι αθλητής, είμαι επιθετικός. Αθλητής είναι κάποιος που προπονείται, κοιμάται καλά, τρώει καλά και δεν κάνει αυτές τις μαλακίες που κάνω εγώ. Πιθανόν να είχα γίνει καλύτερος παίκτης αν ήμουν κανονικός αθλητής αλλά αμφιβάλλω ότι θα ήμουν τόσο ευτυχισμένος όσο είμαι τώρα”.
Στις 29 Ιανουαρίου ο Ρομάριο ντε Σόουζα Φαρία γίνεται 48 χρονών και σε αντίθεση με όλους τους σημερινούς τέλειους παικταράδες που το σύγχρονο ποδόσφαιρο πήρε από τα πάρκα και τους δρόμους και μετέτρεψε σε επαγγελματίες υπεραθλητές, θα είναι πάντα στο μυαλό μου σαν ο ποδοσφαιριστής που έφτασε στην κορυφή παίζοντας μπάλα με τη λογική της αλάνας, ένα κακό πρότυπο γεμάτο αλαζονεία που ήξερε να παίζει καλά κι αυτό του αρκούσε. Το ποδόσφαιρο δεν κατάφερε να φέρει τον Ρομάριο στα μέτρα του, ο Ρομάριο έφερε το ποδόσφαιρο στα δικά του μέτρα και, παρ’ όλη την αίσθηση ιεροσυλίας που κρύβεται σ΄αυτή τη σκέψη, δεν απέτυχε.
5 σχόλια σχετικά με το “Η ένοχη απόλαυση ενός κακού προτύπου: Ο Ρομάριο που λάτρεψα”
Συγχαρητήρια για αυτό το πανέμορφο άρθρο…
http://www.youtube.com/watch?v=z59TMmq8IlE
to 3o goal ta leei ola…
τραυματική εμπειρία το τρίτο γκολ, τους πέρασε σαν να ναι οι κώνοι σε άσκηση προπόνησης…
τρομερό βίντεο, πόσες κλειστές δεξιές τρίπλες, πόσα σομπρέρο, πόσα ψηλοκρεμαστά πλασέ και τυχεροί όλοι εμείς που τον ζήσαμε
Υπέροχη αφήγηση φίλε! Το καλύτερο καλωσόρισμα ύστερα από τόσο καιρό που είχα να μπω. 😉
Εξαιρετικό άρθρο, τα συγχαρητήριά μου!
Ο Ρομάριο ανήκει σε αυτό που αποκαλώ “γενιά των καταραμένων ποδοσφαιριστών” (κατά το “η γενιά των καταραμένων ποιητών”).
Δεν είναι συμβατικές μηχανές – αθλητές, αλλά καλλιτέχνες της μπάλας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος Βραζιλιάνος (απ’ τους μεσοεπιθετικούς τουλάχιστον) ποδοσφαιριστής τα 20-25 τελευταία χρόνια παρότι το star system δείχνει να προτιμάει τον Ρονάλντο, τον Ροναλτίνιο και (εσχάτως) τον Νεϊμάρ.
Ο μόνος που κοίταξε τον Πελέ στα μάτια (αγωνιστικά εννοώ) και είπε “είμαι καλύτερός σου”! (Ασχέτως αν συμφωνείς ή διαφωνείς με την δήλωσή του.)